ἐγκριτέον: Difference between revisions
Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός· ὃ δὲ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ → I've been nailed to the cross with the Anointed One. But I live, no longer as me; it's the Anointed One who lives in me! The life that I'm now living in the flesh, I'm living in the Faith of the son of God, who loved me and gave himself over for my sake. (Galatians 2:20)
(13) |
Tags: Mobile edit Mobile web edit |
||
(8 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=egkriteon | |Transliteration C=egkriteon | ||
|Beta Code=e)gkrite/on | |Beta Code=e)gkrite/on | ||
|Definition= | |Definition=[[one must admit]], <b class="b3">εἰς ἀριθμόν τινα</b>, opp. [[ἀποκρ]]-, [[Plato|Pl.]]''[[Republic|R.]]''537a, cf. 413d; διορισμὸν ἐ. ὡς πιθανώτατον Dam.''Pr.''436, cf. Jul. ''Or.''7.219a; [[one must approve]], [[recommend]], αἰώρας Herod.Med. in ''Rh.Mus.''58.86: also pl. [[ἐγκριτέα]] ib.112. | ||
}} | |||
{{DGE | |||
|dgtxt=<b class="num">1</b> [[hay que admitir]] c. ac. de pers. τὸν μὲν μνήμονα καὶ δυσεξαπάτητον Pl.<i>R</i>.413d, cf. 537a, c. ac. de abstr. καλὸν (μῦθον) Pl.<i>R</i>.377c, τὸ δὲ κατὰ τὴν διάνοιαν ἀπεμφαῖνον χρησίμου γιγνόμενον χάριν ἐ. Iul.<i>Or</i>.7.219a, τὸν τοῦ ἀδυνάτου διορισμὸν ἐ. ὡς πιθανώτατον Dam.<i>in Prm</i>.436, c. ac. de cosa ἐ. ὀλίγα τινὰ τῶν μύρων Clem.Al.<i>Paed</i>.2.8.66.<br /><b class="num">2</b> medic. [[hay que recomendar]] ἐ. τὸ εὔχρουν καὶ ἄξυλον (ἀμμωνιακόν) Orib.11.α.38, αἰώρας Anon.Med.<i>Acut.Chron</i>.5.3.12, ἐν δὲ ταῖς περιόδοις τοῦ πάθους ἐ. τὰ πρῶτα ἡσυχίαν τε καὶ ἀσιτίαν Anon.Med.<i>Acut.Chron</i>.15.3.8. | |||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἐγκρῐτέον''': ῥημ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ ἐγκρίνῃ, ἀποδεχθῇ, εἰς ἀριθμόν τινα, ἀντίθετον τῷ [[ἀποκριτέον]], Πλάτ. Πολ. 537Α, πρβλ. 413D. | |||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἐγκρῐτέον:''' ρημ. επίθ., αυτό που πρέπει [[κάποιος]] να αποδεχθεί, να παραδεχτεί, σε Πλάτ. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 10:45, 21 December 2024
English (LSJ)
one must admit, εἰς ἀριθμόν τινα, opp. ἀποκρ-, Pl.R.537a, cf. 413d; διορισμὸν ἐ. ὡς πιθανώτατον Dam.Pr.436, cf. Jul. Or.7.219a; one must approve, recommend, αἰώρας Herod.Med. in Rh.Mus.58.86: also pl. ἐγκριτέα ib.112.
Spanish (DGE)
1 hay que admitir c. ac. de pers. τὸν μὲν μνήμονα καὶ δυσεξαπάτητον Pl.R.413d, cf. 537a, c. ac. de abstr. καλὸν (μῦθον) Pl.R.377c, τὸ δὲ κατὰ τὴν διάνοιαν ἀπεμφαῖνον χρησίμου γιγνόμενον χάριν ἐ. Iul.Or.7.219a, τὸν τοῦ ἀδυνάτου διορισμὸν ἐ. ὡς πιθανώτατον Dam.in Prm.436, c. ac. de cosa ἐ. ὀλίγα τινὰ τῶν μύρων Clem.Al.Paed.2.8.66.
2 medic. hay que recomendar ἐ. τὸ εὔχρουν καὶ ἄξυλον (ἀμμωνιακόν) Orib.11.α.38, αἰώρας Anon.Med.Acut.Chron.5.3.12, ἐν δὲ ταῖς περιόδοις τοῦ πάθους ἐ. τὰ πρῶτα ἡσυχίαν τε καὶ ἀσιτίαν Anon.Med.Acut.Chron.15.3.8.
Greek (Liddell-Scott)
ἐγκρῐτέον: ῥημ. ἐπίθ., πρέπει τις νὰ ἐγκρίνῃ, ἀποδεχθῇ, εἰς ἀριθμόν τινα, ἀντίθετον τῷ ἀποκριτέον, Πλάτ. Πολ. 537Α, πρβλ. 413D.
Greek Monotonic
ἐγκρῐτέον: ρημ. επίθ., αυτό που πρέπει κάποιος να αποδεχθεί, να παραδεχτεί, σε Πλάτ.