ἀποβάλλω: Difference between revisions
ταυτὶ γὰρ συκοφαντεῖσθαι τὸν Ἕκτορα ὑπὸ τοῦ Ὁμήρου → that is a false charge brought against Hector by Homer
(13_7_1) |
(6_13b) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0297.png Seite 297]] (s. [[βάλλω]]), 1) ab-, wegwerfen, Hom. im adj. verb. [[ἀπόβλητος]] (s. d. W.) u. in tmesi, öfters, z. B. Iliad. 2, 183 ἀπὸ δὲ χλαῖναν [[βάλε]]; Od. 4, 359 [[ὅθεν]] τ' ἀπὸ νῆας ἐίσας ἐς πόντον βάλλουσιν, von wo sie mit den Schiffen abfahren; 19, 63 πῦρ δ' ἀπὸ λαμπτήρων [[χαμάδις]] βάλον; ὅπλα Plat. Conv. 179 a; Lys. 10, 1 u. öfter; bes. verächtlich wegwerfen, verschmähen, H. h. Merc. 388; Plut. de Εἰ ap. D. 3; τὸν ἀνθοῦντα ἐν ὥρᾳ Plat. Rep. V, 475 a; aber τὸν νομοθέτην ἐς τοὺς [[πόῤῥω]], an sie verweisen, Legg. I, 630 d; τὸν [[πρόσθεν]] λόγον, aufgeben, Lys. 222 b; dah. οὐκ εἰκῆ τὸν [[σῖτον]] ἀπέβαλλον, verschleudern, ἀλλ' [[ὅπου]] ἂν άκούσωσι τιμᾶσθαι Xen. Oec. 20, 28. – 2) am häufigsten: verlieren, τυραννίδα, στρατόν, Her. 1, 60. 8, 65 u. öfter; πᾶσαν τὴν οὐσίαν Plat. Crit. 44 e, u. sonst von verschiedenen Arten des Verlustes, Ggstz [[σώζω]]; – 'κέρατα, vom Hirsch, Arist. H. A. 9, 5. Auch med., Is. 2, 8. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0297.png Seite 297]] (s. [[βάλλω]]), 1) ab-, wegwerfen, Hom. im adj. verb. [[ἀπόβλητος]] (s. d. W.) u. in tmesi, öfters, z. B. Iliad. 2, 183 ἀπὸ δὲ χλαῖναν [[βάλε]]; Od. 4, 359 [[ὅθεν]] τ' ἀπὸ νῆας ἐίσας ἐς πόντον βάλλουσιν, von wo sie mit den Schiffen abfahren; 19, 63 πῦρ δ' ἀπὸ λαμπτήρων [[χαμάδις]] βάλον; ὅπλα Plat. Conv. 179 a; Lys. 10, 1 u. öfter; bes. verächtlich wegwerfen, verschmähen, H. h. Merc. 388; Plut. de Εἰ ap. D. 3; τὸν ἀνθοῦντα ἐν ὥρᾳ Plat. Rep. V, 475 a; aber τὸν νομοθέτην ἐς τοὺς [[πόῤῥω]], an sie verweisen, Legg. I, 630 d; τὸν [[πρόσθεν]] λόγον, aufgeben, Lys. 222 b; dah. οὐκ εἰκῆ τὸν [[σῖτον]] ἀπέβαλλον, verschleudern, ἀλλ' [[ὅπου]] ἂν άκούσωσι τιμᾶσθαι Xen. Oec. 20, 28. – 2) am häufigsten: verlieren, τυραννίδα, στρατόν, Her. 1, 60. 8, 65 u. öfter; πᾶσαν τὴν οὐσίαν Plat. Crit. 44 e, u. sonst von verschiedenen Arten des Verlustes, Ggstz [[σώζω]]; – 'κέρατα, vom Hirsch, Arist. H. A. 9, 5. Auch med., Is. 2, 8. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ἀποβάλλω''': μέλλ. –βαλῶ, [[ῥίπτω]] ἀπ’ [[ἐπάνω]] μου, ἀπὸ δὲ χλαῖναν [[βάλε]] (ἐν τμήσει) Ἰλ. Β. 183, πρβλ. Φ. 51· [[μετὰ]] γεν., [[ἀπορρίπτω]] τι, ἀπὸ φροντίδος [[ἄχθος]]… βαλεῖν Αἰσχύλ. Ἀγ. 165· ἀπ. ὀμμάτων [[ὕπνον]] Εὐρ. Βάκχ. 692: -Μέσ., [[ἀπορρίπτω]] ἐπάνωθέν μου, ἀποσείομαι, δύναμιν βασιλέως Ἀνδοκ. 27. 12. 2) [[ῥίπτω]], ἀφίνω, [[καταλείπω]], Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 388, Ἡρόδ. 3. 40, κτλ.· ἀπ. τὴν ἀσπίδα Ἀριστοφ. Σφ. 23, κτλ.. Ἀνδοκ. 10. 22, Λυγ. 117, 5, κτλ.· ἥτις ἄνδρα τὸν [[πάρος]] ἀποβαλοῦσ’ ἄλλον φιλεῖ Εὐρ. Τρῳ. 663· πρβλ. Πλάτ. Θεαίτ. 151C, κτλ.· ἀπ. τὰ κέρατα, τὰς ὁπλάς, κτλ., [[ῥίπτω]], [[ἀλλάσσω]], Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 2. 1, 37., 8. 23, κ. ἀλλ.: -Μεσ., Πλάτ. Νόμ. 802Β· [[ἁπλῶς]] μὲν γὰρ οὐδεὶς ἀποβάλλεται [[ἑκών]], οὐδεὶς ἀπορρίπτει [[ἁπλῶς]] εἰς τὴν θάλασσαν ἐμπορεύματα ἐκ τοῦ πλοίου (ἐπὶ τρίκυμίας), Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 3. 1, 5· ἀπ. τὸν φιλέοντα Θεόκρ. 11. 19: - Παθ., ἀποβληθεὶς τῆς τυραννίδος Πλούτ. Δίωνος καὶ Βρούτου Σύγκρ. 3, πρβλ. [[ἀπόβλητος]]: - πωλῶ σχεδὸν [[χάρισμα]], πωλῶ [[λίαν]] εὐθηνά, Ξεν. Οἰκ. 20. 28. 3) χάνω, Λατ. jacturam facere rei, τὴν τυραννίδα Ἡρόδ. 1. 60· τὰ πατρῷα, τὸν στρατόν, τήν κεφαλήν ὁ αὐτ. 3. 53., 8. 65, κ. ἀλλ.· βιοτὰν Σοφ. Ἀποσπ. 520· τὴν οὐσίαν Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 84, Πλάτ. , κτλ.· τὰ [[ὄντα]] Ἀντιφῶν 115. 25, κτλ.· ἀντίθ. τῷ κτᾶσθαι, Ἰσοκρ. 128Α, Ἀριστ. Πολιτικ. 4. 4, 24· ἀπ. δόξαν, τέχνην ὁ αὐτ. περὶ Ψυχ. 3. 3, 15: - Μεταφυσ. 8. 3, 3, κ. ἀλλ.· ἀπ. τι ὑπό τινος Ξεν. Συμπ. 4. 32· [[οὕτως]], ἐπὶ προσώπων, ἀπ, πολλοὺς τῶν στρατιωτῶν Θουκ. 4. 7· τὸν εὐεργέταν Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 878. 4) [[ῥίπτω]] [[ὀπίσω]], [[ἐκβάλλω]], [[ἀποδιώκω]], Πλάτ. Νόμ. 630D, [[ἐκτίθημι]], [[ἀποτίθημι]], ἐκθέτω, ἐπὶ βρέφους, αἰ ἀποβάλοι [[παιδίον]] Νομοθ. Γόρτυν. Κρήτης [V] IV9. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:33, 5 August 2017
English (LSJ)
fut. -βαλῶ,
A throw off, ἀπὸ δὲ χλαῖναν βάλε Il.2.183, cf. 21.51; ἀπὸ φροντίδος ἄχθος . . βαλεῖν A.Ag.166: c. gen., throw off from, ἀ. ὀμμάτων ὕπνον E.Ba.692:—Med., throw off from oneself, cast off, δύναμιν βασιλέως And.3.29. 2 throw away, h.Merc.388, Hdt. 3.40, etc.; ἀ. τὴν ἀσπίδα Ar.V.22, And.1.74, Lys.10.9, etc.; τὸν ἄνδρα τὸν πάρος ἀ. reject him, E.Tr.663, cf. Pl.Tht.151c, etc.; ἀ. τὰ κέρατα, τὰς ὁπλάς, cast, shed, Arist.HA500a10, 604a15,al.:—Med., Pl.Lg.802b; οὐδεὶς ἀ. ἑκών jettisons cargo, Arist.EN1110a9; ἀ. τὸν φιλέοντα Theoc.11.19; expose a child, Leg.Gort.4.9; despise, reject, Hp.Ep.10:—Pass., ἀποβληθεὶς τῆς τυραννίδος Plu.Comp.Dion.Brut. 3. b throw away, sell too cheap, X.Oec.20.28. 3 lose, τὴν τυραννίδα Hdt.1.60; τὰ πατρώια, τὸν στρατόν, τὴν κεφαλήν, Id.3.53, 8.65, al.; βιοτάν S.Fr.593; τὴν οὐσίαν Ar.Ec.811, Pl.Cri.44e, etc.; ἱκανὸν μέρος τῶν ὄντων Antipho 2.1.6, etc.; opp. κτᾶσθαι, Isoc. 6.57, Arist.Pol.1291b41; ἀ.δόξαν, τέχνην, Id.de An.428b5, Metaph. 1047a1, al.; ἀ. τι ὑπό τινος X.Smp.4.32; ἀ. πολλοὺς τῶν στρατιωτῶν Th.4.7; τὸν εὐεργέταν E.HF878:—in Med., ἀγαθὸν πολίτην SIG730.20 (Olbia). b Gramm., drop a letter, etc., A.D.Pron.36.21, al. 4 degrade, Pl.Lg.630d.
German (Pape)
[Seite 297] (s. βάλλω), 1) ab-, wegwerfen, Hom. im adj. verb. ἀπόβλητος (s. d. W.) u. in tmesi, öfters, z. B. Iliad. 2, 183 ἀπὸ δὲ χλαῖναν βάλε; Od. 4, 359 ὅθεν τ' ἀπὸ νῆας ἐίσας ἐς πόντον βάλλουσιν, von wo sie mit den Schiffen abfahren; 19, 63 πῦρ δ' ἀπὸ λαμπτήρων χαμάδις βάλον; ὅπλα Plat. Conv. 179 a; Lys. 10, 1 u. öfter; bes. verächtlich wegwerfen, verschmähen, H. h. Merc. 388; Plut. de Εἰ ap. D. 3; τὸν ἀνθοῦντα ἐν ὥρᾳ Plat. Rep. V, 475 a; aber τὸν νομοθέτην ἐς τοὺς πόῤῥω, an sie verweisen, Legg. I, 630 d; τὸν πρόσθεν λόγον, aufgeben, Lys. 222 b; dah. οὐκ εἰκῆ τὸν σῖτον ἀπέβαλλον, verschleudern, ἀλλ' ὅπου ἂν άκούσωσι τιμᾶσθαι Xen. Oec. 20, 28. – 2) am häufigsten: verlieren, τυραννίδα, στρατόν, Her. 1, 60. 8, 65 u. öfter; πᾶσαν τὴν οὐσίαν Plat. Crit. 44 e, u. sonst von verschiedenen Arten des Verlustes, Ggstz σώζω; – 'κέρατα, vom Hirsch, Arist. H. A. 9, 5. Auch med., Is. 2, 8.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποβάλλω: μέλλ. –βαλῶ, ῥίπτω ἀπ’ ἐπάνω μου, ἀπὸ δὲ χλαῖναν βάλε (ἐν τμήσει) Ἰλ. Β. 183, πρβλ. Φ. 51· μετὰ γεν., ἀπορρίπτω τι, ἀπὸ φροντίδος ἄχθος… βαλεῖν Αἰσχύλ. Ἀγ. 165· ἀπ. ὀμμάτων ὕπνον Εὐρ. Βάκχ. 692: -Μέσ., ἀπορρίπτω ἐπάνωθέν μου, ἀποσείομαι, δύναμιν βασιλέως Ἀνδοκ. 27. 12. 2) ῥίπτω, ἀφίνω, καταλείπω, Ὕμν. Ὁμ. εἰς Ἑρμ. 388, Ἡρόδ. 3. 40, κτλ.· ἀπ. τὴν ἀσπίδα Ἀριστοφ. Σφ. 23, κτλ.. Ἀνδοκ. 10. 22, Λυγ. 117, 5, κτλ.· ἥτις ἄνδρα τὸν πάρος ἀποβαλοῦσ’ ἄλλον φιλεῖ Εὐρ. Τρῳ. 663· πρβλ. Πλάτ. Θεαίτ. 151C, κτλ.· ἀπ. τὰ κέρατα, τὰς ὁπλάς, κτλ., ῥίπτω, ἀλλάσσω, Ἀριστ. Ἱστ. Ζ. 2. 1, 37., 8. 23, κ. ἀλλ.: -Μεσ., Πλάτ. Νόμ. 802Β· ἁπλῶς μὲν γὰρ οὐδεὶς ἀποβάλλεται ἑκών, οὐδεὶς ἀπορρίπτει ἁπλῶς εἰς τὴν θάλασσαν ἐμπορεύματα ἐκ τοῦ πλοίου (ἐπὶ τρίκυμίας), Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 3. 1, 5· ἀπ. τὸν φιλέοντα Θεόκρ. 11. 19: - Παθ., ἀποβληθεὶς τῆς τυραννίδος Πλούτ. Δίωνος καὶ Βρούτου Σύγκρ. 3, πρβλ. ἀπόβλητος: - πωλῶ σχεδὸν χάρισμα, πωλῶ λίαν εὐθηνά, Ξεν. Οἰκ. 20. 28. 3) χάνω, Λατ. jacturam facere rei, τὴν τυραννίδα Ἡρόδ. 1. 60· τὰ πατρῷα, τὸν στρατόν, τήν κεφαλήν ὁ αὐτ. 3. 53., 8. 65, κ. ἀλλ.· βιοτὰν Σοφ. Ἀποσπ. 520· τὴν οὐσίαν Ἀριστοφ. Ἐκκλ. 84, Πλάτ. , κτλ.· τὰ ὄντα Ἀντιφῶν 115. 25, κτλ.· ἀντίθ. τῷ κτᾶσθαι, Ἰσοκρ. 128Α, Ἀριστ. Πολιτικ. 4. 4, 24· ἀπ. δόξαν, τέχνην ὁ αὐτ. περὶ Ψυχ. 3. 3, 15: - Μεταφυσ. 8. 3, 3, κ. ἀλλ.· ἀπ. τι ὑπό τινος Ξεν. Συμπ. 4. 32· οὕτως, ἐπὶ προσώπων, ἀπ, πολλοὺς τῶν στρατιωτῶν Θουκ. 4. 7· τὸν εὐεργέταν Εὐρ. Ἡρ. Μαιν. 878. 4) ῥίπτω ὀπίσω, ἐκβάλλω, ἀποδιώκω, Πλάτ. Νόμ. 630D, ἐκτίθημι, ἀποτίθημι, ἐκθέτω, ἐπὶ βρέφους, αἰ ἀποβάλοι παιδίον Νομοθ. Γόρτυν. Κρήτης [V] IV9.