ἀκροθίνιον: Difference between revisions
χελῶναι μακάριαι τοῦ δέρματος → you tortoises are fortunate in your skin, you blessed turtles with your shell
(21) |
(21) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ου (τό) :<br /><i>d’ord. plur.</i> ἀκροθίνια, ων ([[τά]]) :<br /><b>1</b> prémices (<i>litt.</i> le dessus du tas) ; <i>adj.</i> ἀκροθίνια θυή ESCHL offrande des premiers fruits;<br /><b>2</b> les objets précieux d’un butin ; ἀκροθίνια [[ξένων]] EUR les têtes des étrangers.<br />'''Étymologie:''' [[ἄκρος]], [[θίς]].<br /><i><b>Par.</b></i> [[ἀπαρχή]]. | |btext=ου (τό) :<br /><i>d’ord. plur.</i> ἀκροθίνια, ων ([[τά]]) :<br /><b>1</b> prémices (<i>litt.</i> le dessus du tas) ; <i>adj.</i> ἀκροθίνια θυή ESCHL offrande des premiers fruits;<br /><b>2</b> les objets précieux d’un butin ; ἀκροθίνια [[ξένων]] EUR les têtes des étrangers.<br />'''Étymologie:''' [[ἄκρος]], [[θίς]].<br /><i><b>Par.</b></i> [[ἀπαρχή]]. | ||
}} | |||
{{Slater | |||
|sltr=<b>ᾰκροθῑνιον</b> pl. <br /> <b>1</b> [[best]] of the [[spoil]] [[ᾤχετο]] δὲ πρὸς θεόν, κτέατ' [[ἄγων]] [[Τροίαθεν]] ἀκροθινίων (N. 7.41) πολλοῖς μὲν ἐνάλου, ὀρείου δὲ πολλοῖς ἄγρας ἀκροθινίοις ἀγλαίσας (sc. τὴν Ἀγροτέραν [[ἅμα]] θεὸν καὶ Δικτυνναν.) ?fr. 357. | |||
}} | }} | ||
{{Slater | {{Slater | ||
|sltr=<b>ᾰκροθῑνιον</b> pl. <br /> <b>1</b> [[best]] of the [[spoil]] [[ᾤχετο]] δὲ πρὸς θεόν, κτέατ' [[ἄγων]] [[Τροίαθεν]] ἀκροθινίων (N. 7.41) πολλοῖς μὲν ἐνάλου, ὀρείου δὲ πολλοῖς ἄγρας ἀκροθινίοις ἀγλαίσας (sc. τὴν Ἀγροτέραν [[ἅμα]] θεὸν καὶ Δικτυνναν.) ?fr. 357. | |sltr=<b>ᾰκροθῑνιον</b> pl. <br /> <b>1</b> [[best]] of the [[spoil]] [[ᾤχετο]] δὲ πρὸς θεόν, κτέατ' [[ἄγων]] [[Τροίαθεν]] ἀκροθινίων (N. 7.41) πολλοῖς μὲν ἐνάλου, ὀρείου δὲ πολλοῖς ἄγρας ἀκροθινίοις ἀγλαίσας (sc. τὴν Ἀγροτέραν [[ἅμα]] θεὸν καὶ Δικτυνναν.) ?fr. 357. | ||
}} | }} |
Revision as of 13:58, 17 August 2017
English (LSJ)
[θῑ], τό, E.Ph. 282, Th.1.132, Pl.Lg.946b; mostly pl.ἀκρο-θίνια or ἀκρό-θῑνα, Pi.N.7.41, al.: sg.ἄκρο-θις, ἡ, acc.
A -θινα GDI2561 D 47 Rüsch (Delph., iv B. C.): (ἄκρος, θίς):—topmost or best part of heap; hence, firstfruits of the field, booty, etc., offered to the gods, Simon.109, Hdt.1.86, 90, al., Pi.l.c., etc.; ἀ. τῆς Μαραθῶνι μάχης Michel1117 (Delph.); ἀκρόθινα πολέμου, in Pi.O.2.4, of the Olympic games, as founded from spoils taken in war, cf. ib.10(11).57.—Properly neut. Adj., A.Eu.834 ἀκροθίνια θύη offerings of firstfruits. Post-Hom., rare in early Prose.
German (Pape)
[Seite 83] τό (VLL, L. κυρίως ἡ τῶν θινῶν – πυρῶν καὶ κριθῶν – ἀπαρχή), meist im plur., die Erstlinge der Feldfrüchte, als das Oberste in dem Haufen; Aesch. Eum. 798 χώρας. Dann auch von der Kriegsbeute, von der das Beste den Göttern geweiht wurde, Pind. Ὀλυμπιάδα πολέμου ἀκρ. ἔστασε Ol. 2, 4, die olympischen Spiele setzte er als Kriegsbeute ein; vgl. 11, 50; νίκης Soph. Tr. 748; Eur. Heracl. 857. Oft in Prosa, z. B. Her. καταγιεῖν θεῷ 1, 86; Thuc. 1, 132; Xen. Cyr. 7, 5, 35.
Greek (Liddell-Scott)
ἀκροθίνιον: [θῑ], τό, Εὐρ. Φοίν. 282, Θουκ. 1. 132, Πλάτ. Νόμ. 946Β, ἀλλὰ τὸ πλεῖστον κατὰ πληθ. ἀκροθίνια, παρὰ Πινδ. καὶ ἀκρόθῑνα: (ἄκρος, θίς)˙ τὸ ἀνώτατον ἢ κάλλιστον μέρος σωροῦ τινος˙ ἐντεῦθεν, τὸ ἐκλεκτὸν μέρος, οἱ πρῶτοι καρποὶ τοῦ ἀγροῦ, τῆς λείας, κτλ., οἵτινες προσεφέροντο τοῖς θεοῖς, ὡς τὸ ἀπαρχαί, Σιμων. 109, Ἡρόδ. 1. 86, 90, καὶ ἀλλ., Πίνδ. καὶ Τραγ.: ἀκρόθινα πολέμου, ἐν Πινδ. Ο. 2, 7, οἱ Ὀλυμπιακοὶ ἀγῶνες καθ’ ὅσον ἱδρύθησαν διὰ λαφύρων ἐκ πολέμου ληφθέντων. - Κυρίως ἦτο οὐδέτερ. ἐπίθετον, ὡς ἐν Αἰσχύλ. Εὐμ. 834, ἀκροθίνια θύη, προσφοραὶ ἐξ ἀπαρχῶν, λέξις μεθ’ Ὅμηρ. σπανία παρὰ πεζοῖς.
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
d’ord. plur. ἀκροθίνια, ων (τά) :
1 prémices (litt. le dessus du tas) ; adj. ἀκροθίνια θυή ESCHL offrande des premiers fruits;
2 les objets précieux d’un butin ; ἀκροθίνια ξένων EUR les têtes des étrangers.
Étymologie: ἄκρος, θίς.
Par. ἀπαρχή.
English (Slater)
ᾰκροθῑνιον pl.
1 best of the spoil ᾤχετο δὲ πρὸς θεόν, κτέατ' ἄγων Τροίαθεν ἀκροθινίων (N. 7.41) πολλοῖς μὲν ἐνάλου, ὀρείου δὲ πολλοῖς ἄγρας ἀκροθινίοις ἀγλαίσας (sc. τὴν Ἀγροτέραν ἅμα θεὸν καὶ Δικτυνναν.) ?fr. 357.
English (Slater)
ᾰκροθῑνιον pl.
1 best of the spoil ᾤχετο δὲ πρὸς θεόν, κτέατ' ἄγων Τροίαθεν ἀκροθινίων (N. 7.41) πολλοῖς μὲν ἐνάλου, ὀρείου δὲ πολλοῖς ἄγρας ἀκροθινίοις ἀγλαίσας (sc. τὴν Ἀγροτέραν ἅμα θεὸν καὶ Δικτυνναν.) ?fr. 357.