διακράτησις: Difference between revisions

From LSJ

πᾶσά τε ἐπιστήμη χωριζομένη δικαιοσύνης καὶ τῆς ἄλλης ἀρετῆς πανουργία, οὐ σοφία φαίνεται → every knowledge, when separated from justice and the other virtues, ought to be called cunning rather than wisdom | every form of knowledge when sundered from justice and the rest of virtue is seen to be plain roguery rather than wisdom

Source
(6_8)
(big3_11)
Line 15: Line 15:
{{ls
{{ls
|lstext='''διακράτησις''': -εως, ἡ, τὸ ἰσχυρῶς κρατεῖν, [[κατακράτησις]], Διοσκ. Θηρ. προοιμ. περὶ τὸ τέλ.· [[κατοχή]], Σχόλ. Θουκ. 1. 139, Σουΐδ. ἐν λ. [[ἀόριστος]].
|lstext='''διακράτησις''': -εως, ἡ, τὸ ἰσχυρῶς κρατεῖν, [[κατακράτησις]], Διοσκ. Θηρ. προοιμ. περὶ τὸ τέλ.· [[κατοχή]], Σχόλ. Θουκ. 1. 139, Σουΐδ. ἐν λ. [[ἀόριστος]].
}}
{{DGE
|dgtxt=-εως, ἡ<br /><b class="num">1</b> [[propiedad]] τὸ δίκαιον τῆς διακρατήσεως Sch.Th.1.139<br /><b class="num">•</b>[[dominio]] Iambl.<i>Myst</i>.1.9<br /><b class="num">•</b>[[control]] τῶν ὄντων Chrys.M.63.516B.<br /><b class="num">2</b> medic. [[retención]], [[contención]] τοῦ σπέρματος Sor.26.1<br /><b class="num">•</b>[[sujeción]] καρφῶν τέ τινων διακρατήσεις Alex.Aphr.<i>Fat</i>.6.17, τὴν ἀκροποσθίαν ... διὰ κροκύδος συνεχέτω πρὸς διακράτησιν Sor.79.2, δ. καὶ [[διάδεσις]] τῶν ἄκρων Herod.Med. en Aët.9.13, χειρῶν Anon.Med.<i>Acut.Chron</i>.13.3.11.
}}
}}

Revision as of 12:24, 21 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: διακράτησις Medium diacritics: διακράτησις Low diacritics: διακράτησις Capitals: ΔΙΑΚΡΑΤΗΣΙΣ
Transliteration A: diakrátēsis Transliteration B: diakratēsis Transliteration C: diakratisis Beta Code: diakra/thsis

English (LSJ)

εως, ἡ,

   A holding fast, retention, σπέρματος Sor.1.36, cf. Dsc.Ther.Praef.; control, Iamb. Myst.1.9; possession, Sch.Th.1.139, Suid. v. ἀόριστος: dub. in Eun. Hist.p.252 D.

German (Pape)

[Seite 584] ἡ, das Festhalten, die Erhaltung, erst Sp.

Greek (Liddell-Scott)

διακράτησις: -εως, ἡ, τὸ ἰσχυρῶς κρατεῖν, κατακράτησις, Διοσκ. Θηρ. προοιμ. περὶ τὸ τέλ.· κατοχή, Σχόλ. Θουκ. 1. 139, Σουΐδ. ἐν λ. ἀόριστος.

Spanish (DGE)

-εως, ἡ
1 propiedad τὸ δίκαιον τῆς διακρατήσεως Sch.Th.1.139
dominio Iambl.Myst.1.9
control τῶν ὄντων Chrys.M.63.516B.
2 medic. retención, contención τοῦ σπέρματος Sor.26.1
sujeción καρφῶν τέ τινων διακρατήσεις Alex.Aphr.Fat.6.17, τὴν ἀκροποσθίαν ... διὰ κροκύδος συνεχέτω πρὸς διακράτησιν Sor.79.2, δ. καὶ διάδεσις τῶν ἄκρων Herod.Med. en Aët.9.13, χειρῶν Anon.Med.Acut.Chron.13.3.11.