βρίθος: Difference between revisions
From LSJ
(7) |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(mltxt.*?)ῑ(.*?\n\}\})" to "$1ῖ$2") |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt= | |mltxt=βρῖθος, το (Α)<br />[[βάρος]], [[φορτίο]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[βρίθω]] ή <span style="color: red;"><</span> [[βριθύς]].<br /><b><span style="color: brown;">ΣΥΝΘ.</span></b> (Β' συνθετικό) [[εμβριθής]], [[σιδηροβριθής]]<br /><b>αρχ.</b><br />[[αβριθής]], <i>διαβριθής</i>, [[επιβριθής]], [[εριβριθής]], [[ευβριθής]], [[οπισθοβριθής]], [[πυριβριθής]], [[σαυροβριθής]], [[στερνοβριθής]], [[υπερβριθής]], [[χθονοβριθής]]<br /><b>νεοελλ.</b><br />[[αλσοβριθής]], [[ανθοβριθής]], [[ανθρακοβριθής]], <i>ανθρωποβριθής</i>, <i>αραχνοβριθής</i>, <i>αστεροβριθής</i>, <i>βιβλιοβριθής</i>, [[εντομοβριθής]], [[κοσμοβριθής]], [[κονιορτοβριθής]], <i>μαργαριτοβριθής</i>, [[μικροβιοβριθής]], [[χαλαζοβριθής]], [[χαλικοβριθής]], [[χαριτοβριθής]], [[χορτοβριθής]]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 14:27, 6 February 2024
Greek Monolingual
βρῖθος, το (Α)
βάρος, φορτίο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < βρίθω ή < βριθύς.
ΣΥΝΘ. (Β' συνθετικό) εμβριθής, σιδηροβριθής
αρχ.
αβριθής, διαβριθής, επιβριθής, εριβριθής, ευβριθής, οπισθοβριθής, πυριβριθής, σαυροβριθής, στερνοβριθής, υπερβριθής, χθονοβριθής
νεοελλ.
αλσοβριθής, ανθοβριθής, ανθρακοβριθής, ανθρωποβριθής, αραχνοβριθής, αστεροβριθής, βιβλιοβριθής, εντομοβριθής, κοσμοβριθής, κονιορτοβριθής, μαργαριτοβριθής, μικροβιοβριθής, χαλαζοβριθής, χαλικοβριθής, χαριτοβριθής, χορτοβριθής].