φυλακίδα: Difference between revisions
Βίων δύο ἔλεγε διδασκαλίας εἶναι θανάτου, τόν τε πρὸ τοῦ γενέσθαι χρόνον καὶ τὸν ὕπνον → Bion used to say that we have two teachers for death: the time before we were born and sleep | Bion said that there are two rehearsals for death: the time before being born and sleep
(45) |
m (Text replacement - "-ίδος" to "-ίδος") |
||
(2 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{grml | {{grml | ||
|mltxt=η / [[φυλακίς]], - | |mltxt=η / [[φυλακίς]], -ίδος, ΝΑ, και [[λόγιος]] τ. [[φυλακίς]] Ν, και [[φυλάκισσα]] ΜΑ, και [[φύλαξ]], ἡ, Α<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> μικρό [[πλοίο]] του πολεμικού ναυτικού στην είσοδο του λιμανιού που είχε ως [[αποστολή]] να επιβλέπει τον είσπλου τών πλοίων και να ελέγχει τα ναυτιλιακά έγγραφα<br /><b>2.</b> πολεμικό [[πλοίο]] υπό τις διαταγές του πρεσβευτή της χώρας, στην οποία ανήκε, στα μεγάλα λιμάνια της οθωμανικής αυτοκρατορίας<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />(ως θηλ. του τ. [[φύλαξ]]) αυτή που φυλάγει, η [[φρουρός]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>ως επίθ.</b> [[προσωνυμία]] της θεάς Αθηνάς («[[ἄγαλμα]] τῆς Ἀθηνᾶς τῆς φυλακίδος... ὁ Κικέρων εἰς τὸ Καπιτώλιον ἀνετίθει...», Δίων Κάσσ.)<br /><b>2.</b> [[πλοίο]] που φρουρούσε μία [[θέση]], που χρησίμευε για [[φρούρηση]] («αἱ φυλακίδες τῶν Καρχηδονίων ἐπεδίωκον», <b>Διόδ.</b>)<br /><b>3.</b> <b>φρ.</b> α) «ναῦς [[φυλακίς]]» — [[πλοίο]] φρουράς, [[πλοίο]] για [[φρούρηση]]<br />β) «[ἡ] [[φύλαξ]] φιλίας»<br /><b>μτφ.</b> η [[τράπεζα]], το [[τραπέζι]] γεύματος <b>(Εύβουλ.)</b>.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[φύλαξ]], -<i>ακος</i> <span style="color: red;">+</span> κατάλ. -<i>ίς</i>, -ίδος ([[πρβλ]]. [[πινακίς]]]. | ||
}} | }} |
Latest revision as of 14:19, 1 March 2024
Greek Monolingual
η / φυλακίς, -ίδος, ΝΑ, και λόγιος τ. φυλακίς Ν, και φυλάκισσα ΜΑ, και φύλαξ, ἡ, Α
νεοελλ.
1. μικρό πλοίο του πολεμικού ναυτικού στην είσοδο του λιμανιού που είχε ως αποστολή να επιβλέπει τον είσπλου τών πλοίων και να ελέγχει τα ναυτιλιακά έγγραφα
2. πολεμικό πλοίο υπό τις διαταγές του πρεσβευτή της χώρας, στην οποία ανήκε, στα μεγάλα λιμάνια της οθωμανικής αυτοκρατορίας
μσν.-αρχ.
(ως θηλ. του τ. φύλαξ) αυτή που φυλάγει, η φρουρός
αρχ.
1. ως επίθ. προσωνυμία της θεάς Αθηνάς («ἄγαλμα τῆς Ἀθηνᾶς τῆς φυλακίδος... ὁ Κικέρων εἰς τὸ Καπιτώλιον ἀνετίθει...», Δίων Κάσσ.)
2. πλοίο που φρουρούσε μία θέση, που χρησίμευε για φρούρηση («αἱ φυλακίδες τῶν Καρχηδονίων ἐπεδίωκον», Διόδ.)
3. φρ. α) «ναῦς φυλακίς» — πλοίο φρουράς, πλοίο για φρούρηση
β) «[ἡ] φύλαξ φιλίας»
μτφ. η τράπεζα, το τραπέζι γεύματος (Εύβουλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < φύλαξ, -ακος + κατάλ. -ίς, -ίδος (πρβλ. πινακίς].