τριζυγής: Difference between revisions

From LSJ

πρὸ τελευτῆς μὴ μακάριζε μηδένα, καὶ ἐν τέκνοις αὐτοῦ γνωσθήσεται ἀνήρ → Count no man blessed before his end; a man will be recognized in his offspring. (Ecclesiasticus 11:28)

Source
(1b)
m (LSJ1 replacement)
 
(6 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=trizygis
|Transliteration C=trizygis
|Beta Code=trizugh/s
|Beta Code=trizugh/s
|Definition=ές,
|Definition=τριζυγές, = [[τρίζυγος]].
}}
{{ls
|lstext='''τριζῠγής''': -ές, τρίζῠγος, ον, καὶ τρίζυξ, -ῠγος, ὁ, ἡ, ὁ [[μετὰ]] δύο ἄλλων συνεζευγμένος, [[τρεῖς]] [[ὁμοῦ]], ἐπὶ τῶν Χαρίτων, (Gratia... nudis juncta sororibus), Χαρίτων τριζύγων Σοφ. Ἀποσπ. 490· τρίζυγοι θεαὶ Εὐρ. Ἑλ. 357· τριζυγέες Χάριτες Ἀνθ. Π. 11. 27· [[ὡσαύτως]], τρίζυγες κασίγνητοι [[αὐτόθι]] 6. 181· πρβλ. [[ζεῦγος]] ΙΙΙ.
}}
}}
{{bailly
{{bailly
|btext=ής, ές :<br /><i>c.</i> [[τρίζυγος]].
|btext=ής, ές :<br /><i>c.</i> [[τρίζυγος]].
}}
{{pape
|ptext=ές, = [[τρίζυγος]], Χάριτες, Macedon. 33 (XI.27).
}}
{{elru
|elrutext='''τριζῠγής:''' Anth. = [[τρίζυγος]].
}}
{{ls
|lstext='''τριζῠγής''': -ές, τρίζῠγος, ον, καὶ τρίζυξ, -ῠγος, ὁ, ἡ, ὁ μετὰ δύο ἄλλων συνεζευγμένος, [[τρεῖς]] [[ὁμοῦ]], ἐπὶ τῶν Χαρίτων, (Gratia... nudis juncta sororibus), Χαρίτων τριζύγων Σοφ. Ἀποσπ. 490· τρίζυγοι θεαὶ Εὐρ. Ἑλ. 357· τριζυγέες Χάριτες Ἀνθ. Π. 11. 27· [[ὡσαύτως]], τρίζυγες κασίγνητοι [[αὐτόθι]] 6. 181· πρβλ. [[ζεῦγος]] ΙΙΙ.
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ές, Α<br />[[τρίζυγος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>ζυγής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ζυγός]]), <b>πρβλ.</b> <i>τετρα</i>-<i>ζυγής</i>].
|mltxt=-ές, Α<br />[[τρίζυγος]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>τρι</i>- <span style="color: red;">+</span> -<i>ζυγής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ζυγός]]), [[πρβλ]]. [[τετραζυγής]]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''τριζῠγής:''' -ές, τρί-ζῠγος, -ον και τρί-ζυξ, ὁ, ἡ, [[τρεις]] ενωμένες, [[τρεις]] μαζί, λέγεται για τις Χάριτες, σε Ευρ., Ανθ.
|lsmtext='''τριζῠγής:''' -ές, τρί-ζῠγος, -ον και τρί-ζυξ, ὁ, ἡ, [[τρεις]] ενωμένες, [[τρεις]] μαζί, λέγεται για τις Χάριτες, σε Ευρ., Ανθ.
}}
{{elru
|elrutext='''τριζῠγής:''' Anth. = [[τρίζυγος]].
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=[[τρι-]]ζῠγής, ές<br />and [[τρίζυξ]], [[three]] [[yoked]], [[three]] in [[union]], of the Graces, Eur., Anth.
|mdlsjtxt=[[τρι-]]ζῠγής, ές<br />and [[τρίζυξ]], [[three]] [[yoked]], [[three]] in [[union]], of the Graces, Eur., Anth.
}}
}}

Latest revision as of 09:51, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: τριζῠγής Medium diacritics: τριζυγής Low diacritics: τριζυγής Capitals: ΤΡΙΖΥΓΗΣ
Transliteration A: trizygḗs Transliteration B: trizygēs Transliteration C: trizygis Beta Code: trizugh/s

English (LSJ)

τριζυγές, = τρίζυγος.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
c. τρίζυγος.

German (Pape)

ές, = τρίζυγος, Χάριτες, Macedon. 33 (XI.27).

Russian (Dvoretsky)

τριζῠγής: Anth. = τρίζυγος.

Greek (Liddell-Scott)

τριζῠγής: -ές, τρίζῠγος, ον, καὶ τρίζυξ, -ῠγος, ὁ, ἡ, ὁ μετὰ δύο ἄλλων συνεζευγμένος, τρεῖς ὁμοῦ, ἐπὶ τῶν Χαρίτων, (Gratia... nudis juncta sororibus), Χαρίτων τριζύγων Σοφ. Ἀποσπ. 490· τρίζυγοι θεαὶ Εὐρ. Ἑλ. 357· τριζυγέες Χάριτες Ἀνθ. Π. 11. 27· ὡσαύτως, τρίζυγες κασίγνητοι αὐτόθι 6. 181· πρβλ. ζεῦγος ΙΙΙ.

Greek Monolingual

-ές, Α
τρίζυγος.
[ΕΤΥΜΟΛ. < τρι- + -ζυγής (< ζυγός), πρβλ. τετραζυγής].

Greek Monotonic

τριζῠγής: -ές, τρί-ζῠγος, -ον και τρί-ζυξ, ὁ, ἡ, τρεις ενωμένες, τρεις μαζί, λέγεται για τις Χάριτες, σε Ευρ., Ανθ.

Middle Liddell

τρι-ζῠγής, ές
and τρίζυξ, three yoked, three in union, of the Graces, Eur., Anth.