καταγγελεύς: Difference between revisions

From LSJ

κοιλία καὶ πολλὰ χωρεῖ κὠλίγα → Ut multa venter accipit, sic paucula → Der Bauch fasst wenig, aber ebenso auch viel

Menander, Monostichoi, 226
(cc1)
m (Text replacement - " N. T." to " N.T.")
 
(12 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=kataggeleys
|Transliteration C=kataggeleys
|Beta Code=kataggeleu/s
|Beta Code=kataggeleu/s
|Definition=έως, ὁ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">one who proclaims, herald</b>, ἀγώνων <span class="title">IG</span>12(2).58a10 (Mytilene, i B.C.), cf. <span class="title">BSA</span>26.163 (Sparta, ii A.D.); ξένων δαιμονίων <span class="bibl"><span class="title">Act.Ap.</span>17.18</span>.</span>
|Definition=-έως, ὁ, [[one who proclaims]], [[herald]], ἀγώνων ''IG''12(2).58a10 (Mytilene, i B.C.), cf. ''BSA''26.163 (Sparta, ii A.D.); ξένων δαιμονίων ''Act.Ap.''17.18.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1341.png Seite 1341]] ὁ, der da meldet, verkündigt, ξένων δαιμονίων N. T.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1341.png Seite 1341]] ὁ, der da meldet, verkündigt, ξένων δαιμονίων [[NT|N.T.]]
}}
}}
{{ls
{{elnl
|lstext='''καταγγελεύς''': έως, , = [[κατάγγελος]], Πράξ. Ἀποστ. ιζ΄, 18.
|elnltext=καταγγελεύς -έως, ὁ [καταγγέλλω] [[boodschapper]].
}}
{{elru
|elrutext='''καταγγελεύς:''' έως ὁ [[провозвестник]] ([[ξένων]] δαιμονίων NT).
}}
}}
{{StrongGR
{{StrongGR
Line 23: Line 26:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[καταγγελεύς]], -έως, ὁ (Α)<br />αυτός που αναγγέλλει, που γνωστοποιεί [[κάτι]] («ξένων δαιμόνων δοκεῑ καταγγελεὺς [[εἶναι]]», ΚΔ).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>κατ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>αγγελεύς</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ἄγγελος]]), <b>[[πρβλ]].</b> <i>εισ</i>-<i>αγγελεύς</i>, <i>υπ</i>-<i>αγγελεύς</i>].
|mltxt=[[καταγγελεύς]], -έως, ὁ (Α)<br />αυτός που αναγγέλλει, που γνωστοποιεί [[κάτι]] («ξένων δαιμόνων δοκεῖ καταγγελεὺς [[εἶναι]]», ΚΔ).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>κατ</i>(<i>α</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>αγγελεύς</i> (<span style="color: red;"><</span> [[ἄγγελος]]), [[πρβλ]]. [[εισαγγελεύς]], [[υπαγγελεύς]]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''καταγγελεύς:''' -έως, ὁ, = [[κατάγγελος]], σε Καινή Διαθήκη
|lsmtext='''καταγγελεύς:''' -έως, ὁ, = [[κατάγγελος]], σε Καινή Διαθήκη
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''καταγγελεύς:''' έως ὁ провозвестник ([[ξένων]] δαιμονίων NT).
|lstext='''καταγγελεύς''': έως, , = [[κατάγγελος]], Πράξ. Ἀποστ. ιζ΄, 18.
}}
{{elnl
|elnltext=καταγγελεύς -έως, ὁ [καταγγέλλω] boodschapper.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
Line 39: Line 39:
{{Chinese
{{Chinese
|sngr='''原文音譯''':kataggeleÚj 卡特-昂給留士<br />'''詞類次數''':名詞(1)<br />'''原文字根''':向下-信息者<br />'''字義溯源''':宣佈者,宣講者,傳說,傳講;源自([[καταγγέλλω]])=宣佈);由([[κατά]] / [[καθεῖς]] / [[καθημέραν]] / [[κατακύπτω]])*=下,按照)與([[ἄγγελος]])=使者)組成;其中 ([[ἄγγελος]])出自([[ἀγγελία]])X*=帶來消息)<br />'''出現次數''':總共(1);徒(1)<br />'''譯字彙編''':<br />1) 傳講(1) 徒17:18
|sngr='''原文音譯''':kataggeleÚj 卡特-昂給留士<br />'''詞類次數''':名詞(1)<br />'''原文字根''':向下-信息者<br />'''字義溯源''':宣佈者,宣講者,傳說,傳講;源自([[καταγγέλλω]])=宣佈);由([[κατά]] / [[καθεῖς]] / [[καθημέραν]] / [[κατακύπτω]])*=下,按照)與([[ἄγγελος]])=使者)組成;其中 ([[ἄγγελος]])出自([[ἀγγελία]])X*=帶來消息)<br />'''出現次數''':總共(1);徒(1)<br />'''譯字彙編''':<br />1) 傳講(1) 徒17:18
}}
{{ntsuppl
|ntstxt=έως (ὁ) prédicateur ; héraut, annonciateur<br>[[καταγγέλλω]]
}}
}}

Latest revision as of 10:40, 23 November 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: καταγγελεύς Medium diacritics: καταγγελεύς Low diacritics: καταγγελεύς Capitals: ΚΑΤΑΓΓΕΛΕΥΣ
Transliteration A: katangeleús Transliteration B: katangeleus Transliteration C: kataggeleys Beta Code: kataggeleu/s

English (LSJ)

-έως, ὁ, one who proclaims, herald, ἀγώνων IG12(2).58a10 (Mytilene, i B.C.), cf. BSA26.163 (Sparta, ii A.D.); ξένων δαιμονίων Act.Ap.17.18.

German (Pape)

[Seite 1341] ὁ, der da meldet, verkündigt, ξένων δαιμονίων N.T.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

καταγγελεύς -έως, ὁ [καταγγέλλω] boodschapper.

Russian (Dvoretsky)

καταγγελεύς: έως ὁ провозвестник (ξένων δαιμονίων NT).

English (Strong)

from καταγγέλλω; a proclaimer: setter forth.

English (Thayer)

καταγγελεως, ὁ (καταγγέλλω, which see), "announcer (Vulg. annuntiator), proclaimer: with the genitive of the object, Acts 17:18. (Ecclesiastical writings.)

Greek Monolingual

καταγγελεύς, -έως, ὁ (Α)
αυτός που αναγγέλλει, που γνωστοποιεί κάτι («ξένων δαιμόνων δοκεῖ καταγγελεὺς εἶναι», ΚΔ).
[ΕΤΥΜΟΛ. < κατ(α)- + -αγγελεύς (< ἄγγελος), πρβλ. εισαγγελεύς, υπαγγελεύς].

Greek Monotonic

καταγγελεύς: -έως, ὁ, = κατάγγελος, σε Καινή Διαθήκη

Greek (Liddell-Scott)

καταγγελεύς: έως, ὁ, = κατάγγελος, Πράξ. Ἀποστ. ιζ΄, 18.

Middle Liddell

καταγγελεύς, έως, = κατάγγελος, NTest.]

Chinese

原文音譯:kataggeleÚj 卡特-昂給留士
詞類次數:名詞(1)
原文字根:向下-信息者
字義溯源:宣佈者,宣講者,傳說,傳講;源自(καταγγέλλω)=宣佈);由(κατά / καθεῖς / καθημέραν / κατακύπτω)*=下,按照)與(ἄγγελος)=使者)組成;其中 (ἄγγελος)出自(ἀγγελία)X*=帶來消息)
出現次數:總共(1);徒(1)
譯字彙編
1) 傳講(1) 徒17:18

French (New Testament)

έως (ὁ) prédicateur ; héraut, annonciateur
καταγγέλλω