изменять: Difference between revisions
Οὐ γὰρ ἀργίας ὤνιον ἡ ὑγίεια καὶ ἀπραξίας, ἅ γε δὴ μέγιστα κακῶν ταῖς νόσοις πρόσεστι, καὶ οὐδὲν διαφέρει τοῦ τὰ ὄμματα τῷ μὴ διαβλέπειν καὶ τὴν φωνὴν τῷ μὴ φθέγγεσθαι φυλάττοντος ὁ τὴν ὑγίειαν ἀχρηστίᾳ καὶ ἡσυχίᾳ σῴζειν οἰόμενος → For health is not to be purchased by idleness and inactivity, which are the greatest evils attendant on sickness, and the man who thinks to conserve his health by uselessness and ease does not differ from him who guards his eyes by not seeing, and his voice by not speaking
(3) |
mNo edit summary |
||
(One intermediate revision by the same user not shown) | |||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[ἑτεροιόω]], [[νεοχμόω]], [[ἐναλλάσσω]], [[ἐναλλάττω]], [[ἐνδιαλλάσσω]], [[ἐνδιαλλάττω]], [[στρέφω]], [[ἀνταλλάσσω]], [[ἀνταλάττω]], [[παρακλίνω]], [[παρκλίνω]], [[καινόω]], [[μεταπεττεύω]], [[μετασκευωρέομαι]], [[μεταποιέω]], [[παραλλάσσω]], [[παραλλάττω]], [[μεταρρυθμίζω]], [[μεταχαράσσω]], [[παραστρέφω]], [[ἐντρέπω]], [[μετασχηματίζω]], [[πλαγιάζω]] | |rueltext=[[μεταστρέφω]], [[ἑτεροιόω]], [[νεοχμόω]], [[ἐναλλάσσω]], [[ἐναλλάττω]], [[ἐνδιαλλάσσω]], [[ἐνδιαλλάττω]], [[ἐξαλλάσσω]], [[ἐξαλλάττω]], [[στρέφω]], [[ἀνταλλάσσω]], [[ἀνταλάττω]], [[παρακλίνω]], [[παρκλίνω]], [[καινόω]], [[μεταπεττεύω]], [[μετασκευωρέομαι]], [[μεταποιέω]], [[παραλλάσσω]], [[παραλλάττω]], [[μεταρρυθμίζω]], [[μεταχαράσσω]], [[παραστρέφω]], [[ἐντρέπω]], [[μετασχηματίζω]], [[πλαγιάζω]], [[παράγω]], [[ἐξίστημι]], [[προδίδωμι]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 09:26, 27 March 2024
Russian > Greek
μεταστρέφω, ἑτεροιόω, νεοχμόω, ἐναλλάσσω, ἐναλλάττω, ἐνδιαλλάσσω, ἐνδιαλλάττω, ἐξαλλάσσω, ἐξαλλάττω, στρέφω, ἀνταλλάσσω, ἀνταλάττω, παρακλίνω, παρκλίνω, καινόω, μεταπεττεύω, μετασκευωρέομαι, μεταποιέω, παραλλάσσω, παραλλάττω, μεταρρυθμίζω, μεταχαράσσω, παραστρέφω, ἐντρέπω, μετασχηματίζω, πλαγιάζω, παράγω, ἐξίστημι, προδίδωμι