καταμηνύω: Difference between revisions

m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")
mNo edit summary
 
(12 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=kataminyo
|Transliteration C=kataminyo
|Beta Code=katamhnu/w
|Beta Code=katamhnu/w
|Definition=<span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[point out]], [[make known]], κ. διὰ γραμμάτων τοὺς οὔρους <span class="bibl">Hdt.7.30</span>; τόδ' ἐγὼ καταμηνύσω <span class="bibl">A.<span class="title">Pr.</span>176</span> (anap.), cf. <span class="bibl">Plu.<span class="title">Them.</span>23</span>, etc.; κ. ἑωυτὸν ὡς εἴη Ἱστιαῖος <span class="bibl">Hdt.6.29</span>; τὸν Ὅμηρον ὅτι… <span class="bibl">Phld. <span class="title">Hom.</span>p.54</span> O.:—Pass., Jul.adAth.273d. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">2</span> [[inform against]], τινος <span class="bibl">Lys.13.49</span>, cf. <span class="bibl">D.24.60</span>; also τινὰς πρός τινα <span class="bibl">D.H.4.43</span>:—Pass., <b class="b3">ὑπό τινος καταμηνυθείς</b> ib.<span class="bibl">62</span>, cf. <span class="title">Cod.Just.</span>10.11.8.4. </span><span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">3</span> of a [[god]], [[give a sign]], <span class="bibl">X.<span class="title">HG</span>3.3.2</span>.</span>
|Definition=<span class="bld">A</span> [[point out]], [[make known]], κ. διὰ γραμμάτων τοὺς οὔρους [[Herodotus|Hdt.]]7.30; τόδ' ἐγὼ καταμηνύσω [[Aeschylus|A.]]''[[Prometheus Vinctus|Pr.]]''176 (anap.), cf. Plu.''Them.''23, etc.; κ. ἑωυτὸν ὡς εἴη Ἱστιαῖος [[Herodotus|Hdt.]]6.29; τὸν Ὅμηρον ὅτι… Phld. ''Hom.''p.54 O.:—Pass., Jul.adAth.273d.<br><span class="bld">2</span> [[inform against]], τινος Lys.13.49, cf. D.24.60; also τινὰς πρός τινα D.H.4.43:—Pass., <b class="b3">ὑπό τινος καταμηνυθείς</b> ib.62, cf. ''Cod.Just.''10.11.8.4.<br><span class="bld">3</span> of a [[god]], [[give a sign]], X.''HG''3.3.2.
}}
}}
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1363.png Seite 1363]] anzeigen; τόδ' ἐγὼ καταμηνύσω Aesch. Prom. 175; [[στήλη]] καταμηνύει διὰ γραμμάτων τοὺς οὔρους Her. 7, 30; τὴν πρᾶξιν Plut. Them. 23; – eine Anzeige gegen Jem. machen, anklagen, οὐ κατεμήνυσε τῶν ἀνδρῶν Lys. 13, 49; καταψευδομένου τινός Xen. Hell. 3, 3, 2; Dem. 24, 60.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-1363.png Seite 1363]] [[anzeigen]]; τόδ' ἐγὼ καταμηνύσω Aesch. Prom. 175; [[στήλη]] καταμηνύει διὰ γραμμάτων τοὺς οὔρους Her. 7, 30; τὴν πρᾶξιν Plut. Them. 23; – eine Anzeige gegen Jem. machen, [[anklagen]], οὐ κατεμήνυσε τῶν ἀνδρῶν Lys. 13, 49; καταψευδομένου τινός Xen. Hell. 3, 3, 2; Dem. 24, 60.
}}
}}
{{ls
{{bailly
|lstext='''καταμηνύω''': δεικνύω, φανερώνω, [[κάμνω]] γνωστόν, κ. διὰ γραμμάτων τοὺς οὔρους Ἡρόδ. 7, 30· τόδ’ ἐγὼ καταμηνύσω Αἰσχύλ. Πρ. 175 (λυρ.)· πρβλ. Πλουτ. Θεμιστ. 23, κτλ.· κ. ἑωυτὸν ὡς Ἱστιαῖος εἴη Ἡρόδ. 6, 29. 2) [[φέρω]] κατηγορίαν [[ἐναντίον]] τινός, [[καταγγέλλω]], τινός, ὡς τὸ [[καταμαρτυρέω]], Λυσ. 134, 17, Ξεν. Ἑλλ. 3. 3, 2· ὁ [[Ποσειδῶν]] κατεμήνυσε σοῦ ψευδομένου Δημ. 719, 27· πρβλ Valck. Διατρ. σ. 291. ῡ ἐν τῷ ἐνεστ., ῠ ἐν τῷ μέλλ.
|btext=<b>1</b> [[indiquer]], [[signaler]], [[expliquer]];<br /><b>2</b> [[dénoncer]], [[accuser]], gén..<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[μηνύω]].
}}
{{elnl
|elnltext=κατα-μηνύω, Dor. [[καταμανύω]] [[onthullen]], [[aanwijzen]]:; καταμηνύει ἑωυτὸν ὡς εἴη Ἱστιαῖος hij onthulde dat hij Histiaeus was Hdt. 6.29.2; καταμηνύει διὰ γραμμάτων τοὺς οὔρους (de zuil) geeft door een opschrift de grens aan Hdt. 7.30.2; met gen. en pred. ptc.: ὁ Ποτειδὰν καὶ μάλα σευ ψευδομένω κατεμάνυσεν Poseidon heeft met zekerheid over jou aangegeven dat jij liegt Xen. Hell. 3.3.2. [[beschuldigen]], met gen.: οὐ κατεμήνυσε τῶν ἀνδρῶν τούτων hij had tegen die mannen geen beschuldiging geuit Lys. 13.49.
}}
}}
{{bailly
{{elru
|btext=<b>1</b> indiquer, signaler, expliquer;<br /><b>2</b> dénoncer, accuser, gén..<br />'''Étymologie:''' [[κατά]], [[μηνύω]].
|elrutext='''καταμηνύω:'''<br /><b class="num">1</b> [[обозначать]], [[указывать]] ([[στήλη]] καταπεπηγυῖα καταμηνύει διὰ γραμμάτων τοὺς οὔρους Her.);<br /><b class="num">2</b> [[давать знак]] (τοῖς ὄμμασι Plut.);<br /><b class="num">3</b> [[рассказывать]], [[открывать]] (τὴν πρᾶξιν Plut.): [[οὔποτε]] τόδ᾽ ἐγὼ καταμηνύσω, πρὶν ἂν ἐκ δεσμῶν χαλάσῃ Aesch. я не открою это (Зевсу) прежде, чем он освободит (меня) от оков;<br /><b class="num">4</b> [[показывать против]], [[обвинять]], [[уличать]]: κ. καταψευδομένου τινός Xen. уличать кого-л. во лжи;<br /><b class="num">5</b> [[доносить]] (τῶν [[ἀνδρῶν]] Lys. и τοὺς ἄνδρας Plut.).
}}
}}
{{grml
{{grml
Line 25: Line 28:
|lsmtext='''καταμηνύω:''' [ῡ], μέλ. <i>-ύσω</i>,<br /><b class="num">1.</b> [[υποδεικνύω]], [[φανερώνω]], [[υποδηλώνω]], κάνω [[νύξη]], [[αποκαλύπτω]], σε Ηρόδ.<br /><b class="num">2.</b> [[καταγγέλλω]], <i>τινός</i>, σε Ξεν.
|lsmtext='''καταμηνύω:''' [ῡ], μέλ. <i>-ύσω</i>,<br /><b class="num">1.</b> [[υποδεικνύω]], [[φανερώνω]], [[υποδηλώνω]], κάνω [[νύξη]], [[αποκαλύπτω]], σε Ηρόδ.<br /><b class="num">2.</b> [[καταγγέλλω]], <i>τινός</i>, σε Ξεν.
}}
}}
{{elru
{{ls
|elrutext='''καταμηνύω:'''<br /><b class="num">1)</b> обозначать, указывать ([[στήλη]] καταπεπηγυῖα καταμηνύει διὰ γραμμάτων τοὺς οὔρους Her.);<br /><b class="num">2)</b> давать знак (τοῖς ὄμμασι Plut.);<br /><b class="num">3)</b> рассказывать, открывать (τὴν πρᾶξιν Plut.): [[οὔποτε]] τόδ᾽ ἐγὼ καταμηνύσω, πρὶν ἂν ἐκ δεσμῶν χαλάσῃ Aesch. я не открою это (Зевсу) прежде, чем он освободит (меня) от оков;<br /><b class="num">4)</b> показывать против, обвинять, уличать: κ. καταψευδομένου τινός Xen. уличать кого-л. во лжи;<br /><b class="num">5)</b> доносить (τῶν [[ἀνδρῶν]] Lys. и τοὺς ἄνδρας Plut.).
|lstext='''καταμηνύω''': δεικνύω, φανερώνω, [[κάμνω]] γνωστόν, κ. διὰ γραμμάτων τοὺς οὔρους Ἡρόδ. 7, 30· τόδ’ ἐγὼ καταμηνύσω Αἰσχύλ. Πρ. 175 (λυρ.)· πρβλ. Πλουτ. Θεμιστ. 23, κτλ.· κ. ἑωυτὸν ὡς Ἱστιαῖος εἴη Ἡρόδ. 6, 29. 2) [[φέρω]] κατηγορίαν [[ἐναντίον]] τινός, [[καταγγέλλω]], τινός, ὡς τὸ [[καταμαρτυρέω]], Λυσ. 134, 17, Ξεν. Ἑλλ. 3. 3, 2· ὁ [[Ποσειδῶν]] κατεμήνυσε σοῦ ψευδομένου Δημ. 719, 27· πρβλ Valck. Διατρ. σ. 291. ῡ ἐν τῷ ἐνεστ., ῠ ἐν τῷ μέλλ.
}}
{{elnl
|elnltext=κατα-μηνύω, Dor. καταμανύω onthullen, aanwijzen:; καταμηνύει ἑωυτὸν ὡς εἴη Ἱστιαῖος hij onthulde dat hij Histiaeus was Hdt. 6.29.2; καταμηνύει διὰ γραμμάτων τοὺς οὔρους (de zuil) geeft door een opschrift de grens aan Hdt. 7.30.2; met gen. en pred. ptc.: ὁ Ποτειδὰν καὶ μάλα σευ ψευδομένω κατεμάνυσεν Poseidon heeft met zekerheid over jou aangegeven dat jij liegt Xen. Hell. 3.3.2. beschuldigen, met gen.: οὐ κατεμήνυσε τῶν ἀνδρῶν τούτων hij had tegen die mannen geen beschuldiging geuit Lys. 13.49.
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=fut. ύσω<br /><b class="num">1.</b> to [[point]] out, make [[known]], [[indicate]], Hdt.<br /><b class="num">2.</b> to [[inform]] [[against]], τινός Xen.
|mdlsjtxt=fut. ύσω<br /><b class="num">1.</b> to [[point]] out, make [[known]], [[indicate]], Hdt.<br /><b class="num">2.</b> to [[inform]] [[against]], τινός Xen.
}}
}}

Latest revision as of 15:42, 13 November 2024

English (LSJ)

A point out, make known, κ. διὰ γραμμάτων τοὺς οὔρους Hdt.7.30; τόδ' ἐγὼ καταμηνύσω A.Pr.176 (anap.), cf. Plu.Them.23, etc.; κ. ἑωυτὸν ὡς εἴη Ἱστιαῖος Hdt.6.29; τὸν Ὅμηρον ὅτι… Phld. Hom.p.54 O.:—Pass., Jul.adAth.273d.
2 inform against, τινος Lys.13.49, cf. D.24.60; also τινὰς πρός τινα D.H.4.43:—Pass., ὑπό τινος καταμηνυθείς ib.62, cf. Cod.Just.10.11.8.4.
3 of a god, give a sign, X.HG3.3.2.

German (Pape)

[Seite 1363] anzeigen; τόδ' ἐγὼ καταμηνύσω Aesch. Prom. 175; στήλη καταμηνύει διὰ γραμμάτων τοὺς οὔρους Her. 7, 30; τὴν πρᾶξιν Plut. Them. 23; – eine Anzeige gegen Jem. machen, anklagen, οὐ κατεμήνυσε τῶν ἀνδρῶν Lys. 13, 49; καταψευδομένου τινός Xen. Hell. 3, 3, 2; Dem. 24, 60.

French (Bailly abrégé)

1 indiquer, signaler, expliquer;
2 dénoncer, accuser, gén..
Étymologie: κατά, μηνύω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

κατα-μηνύω, Dor. καταμανύω onthullen, aanwijzen:; καταμηνύει ἑωυτὸν ὡς εἴη Ἱστιαῖος hij onthulde dat hij Histiaeus was Hdt. 6.29.2; καταμηνύει διὰ γραμμάτων τοὺς οὔρους (de zuil) geeft door een opschrift de grens aan Hdt. 7.30.2; met gen. en pred. ptc.: ὁ Ποτειδὰν καὶ μάλα σευ ψευδομένω κατεμάνυσεν Poseidon heeft met zekerheid over jou aangegeven dat jij liegt Xen. Hell. 3.3.2. beschuldigen, met gen.: οὐ κατεμήνυσε τῶν ἀνδρῶν τούτων hij had tegen die mannen geen beschuldiging geuit Lys. 13.49.

Russian (Dvoretsky)

καταμηνύω:
1 обозначать, указывать (στήλη καταπεπηγυῖα καταμηνύει διὰ γραμμάτων τοὺς οὔρους Her.);
2 давать знак (τοῖς ὄμμασι Plut.);
3 рассказывать, открывать (τὴν πρᾶξιν Plut.): οὔποτε τόδ᾽ ἐγὼ καταμηνύσω, πρὶν ἂν ἐκ δεσμῶν χαλάσῃ Aesch. я не открою это (Зевсу) прежде, чем он освободит (меня) от оков;
4 показывать против, обвинять, уличать: κ. καταψευδομένου τινός Xen. уличать кого-л. во лжи;
5 доносить (τῶν ἀνδρῶν Lys. и τοὺς ἄνδρας Plut.).

Greek Monolingual

(AM καταμηνύω)
υποβάλλω μήνυση εναντίον κάποιου, μηνύω, καταγγέλλω κάποιον
αρχ.
1. κάνω κάτι γνωστό, φανερώνω
2. (για θεό) παρέχω, δίνω σημείο.

Greek Monotonic

καταμηνύω: [ῡ], μέλ. -ύσω,
1. υποδεικνύω, φανερώνω, υποδηλώνω, κάνω νύξη, αποκαλύπτω, σε Ηρόδ.
2. καταγγέλλω, τινός, σε Ξεν.

Greek (Liddell-Scott)

καταμηνύω: δεικνύω, φανερώνω, κάμνω γνωστόν, κ. διὰ γραμμάτων τοὺς οὔρους Ἡρόδ. 7, 30· τόδ’ ἐγὼ καταμηνύσω Αἰσχύλ. Πρ. 175 (λυρ.)· πρβλ. Πλουτ. Θεμιστ. 23, κτλ.· κ. ἑωυτὸν ὡς Ἱστιαῖος εἴη Ἡρόδ. 6, 29. 2) φέρω κατηγορίαν ἐναντίον τινός, καταγγέλλω, τινός, ὡς τὸ καταμαρτυρέω, Λυσ. 134, 17, Ξεν. Ἑλλ. 3. 3, 2· ὁ Ποσειδῶν κατεμήνυσε σοῦ ψευδομένου Δημ. 719, 27· πρβλ Valck. Διατρ. σ. 291. ῡ ἐν τῷ ἐνεστ., ῠ ἐν τῷ μέλλ.

Middle Liddell

fut. ύσω
1. to point out, make known, indicate, Hdt.
2. to inform against, τινός Xen.