Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

Σάββατον: Difference between revisions

From LSJ

Χεὶρ χεῖρα νίπτει, δάκτυλοι δὲ δακτύλους → Digitum lavat digitus et manum manus → Die Finger waschen Finger, die Hand die andre Hand

Menander, Monostichoi, 543
m (Text replacement - " v.l. " to " v.l. ")
m (LSJ1 replacement)
 
(5 intermediate revisions by the same user not shown)
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=Savvaton
|Transliteration C=Savvaton
|Beta Code=*sa/bbaton
|Beta Code=*sa/bbaton
|Definition=τό, the Hebrew <span class="title">Sabbath</span>, i.e. <span class="title">Rest</span> (<span class="sense"><span class="bld">A</span> δηλοῖ δὲ ἀνάπαυσιν… τὸ ὄνομα <span class="bibl">J.<span class="title">AJ</span>1.1.1</span>), <span class="bibl">LXX <span class="title">Ex.</span> 16.23</span>, al., <span class="bibl"><span class="title">Ev.Marc.</span>6.2</span>,al.: freq. in pl. of the single day, <span class="bibl"><span class="title">PCair.Zen.</span>762.6</span> (iii B.C.), <span class="bibl">LXX <span class="title">4 Ki.</span> 4.23</span>; ὀψὲ σαββάτων <span class="bibl"><span class="title">Ev.Matt.</span>28.1</span>; <b class="b3">ἡ ἡμέρα τῶν σ</b>. <span class="bibl">LXX <span class="title">Nu.</span>15.32</span>, <span class="bibl"><span class="title">Ev.Luc.</span>4.16</span>, al. (but <b class="b3">ἡ ἡμ. τοῦ σ</b>. ib.<span class="bibl">13.14</span>): heterocl. dat. pl. [[σάββασι]] (ν) <span class="bibl">LXX <span class="title">1 Ma.</span>2.38</span>, <span class="bibl">J.<span class="title">BJ</span>1.7.3</span>, al., <span class="bibl"><span class="title">Ev.Marc.</span>2.23</span>, al., freq. with [[varia lectio|v.l.]] [[σαββάτοις]]; but [[σάββασι]] is certain in <span class="title">AP</span>5.159 (Mel.). </span><span class="sense"><span class="bld">2</span> [[period of seven days]], [[week]], <b class="b3">εἰς μίαν σαββάτων</b> toward the first day [[of the week]], Ev.Matt.28.1; κατὰ μίαν σαββάτου <span class="bibl"><span class="title">1 Ep.Cor.</span>16.2</span>; πρώτῃ σαββάτου <span class="bibl"><span class="title">Ev.Marc.</span>16.9</span>; <b class="b3">τῇ μιᾷ τῶν σ</b>. ib.<span class="bibl">2</span>, <span class="bibl"><span class="title">Ev.Jo.</span>20.1</span>; <b class="b3">δὶς τοῦ σ</b>. <span class="bibl"><span class="title">Ev.Luc.</span>18.12</span>. </span><span class="sense"><span class="bld">3</span> Σαβάτ, the <span class="bibl">11t</span>h month of the Hebr. year, nearly = February, <span class="bibl">LXX <span class="title">1 Ma.</span>16.14</span>.</span>
|Definition=τό, the Hebrew ''Sabbath'', i.e. ''Rest''<br><span class="bld">A</span> (δηλοῖ δὲ ἀνάπαυσιν… τὸ ὄνομα J.''AJ''1.1.1), [[LXX]] ''Ex.'' 16.23, al., ''Ev.Marc.''6.2,al.: freq. in plural of the single day, ''PCair.Zen.''762.6 (iii B.C.), [[LXX]] ''4 Ki.'' 4.23; ὀψὲ σαββάτων ''Ev.Matt.''28.1; <b class="b3">ἡ ἡμέρα τῶν σ.</b> [[LXX]] ''Nu.''15.32, ''Ev.Luc.''4.16, al. (but <b class="b3">ἡ ἡμ. τοῦ σ.</b> ib.13.14): heterocl. dat. pl. [[σάββασι]] (ν) [[LXX]] ''1 Ma.''2.38, J.''BJ''1.7.3, al., ''Ev.Marc.''2.23, al., freq. with [[varia lectio|v.l.]] [[σαββάτοις]]; but [[σάββασι]] is certain in ''AP''5.159 (Mel.).<br><span class="bld">2</span> [[period of seven days]], [[week]], <b class="b3">εἰς μίαν σαββάτων</b> toward the first day [[of the week]], Ev.Matt.28.1; κατὰ μίαν σαββάτου ''1 Ep.Cor.''16.2; πρώτῃ σαββάτου ''Ev.Marc.''16.9; <b class="b3">τῇ μιᾷ τῶν σ.</b> ib.2, ''Ev.Jo.''20.1; <b class="b3">δὶς τοῦ σ.</b> ''Ev.Luc.''18.12.<br><span class="bld">3</span> Σαβάτ, the 11th month of the Hebr. year, nearly = February, [[LXX]] ''1 Ma.''16.14.
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''Σάββᾰτον''': τό, τὸ Ἑβραϊκὸν Sabbath, δηλ. [[ἀνάπαυσις]] (δηλοῖ δὲ ἀνάπαυσιν... τὸ [[ὄνομα]] Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 1. 1, 1), Ἑβδ. καὶ Καιν. Διαθ.· [[ὡσαύτως]] ἐν τῷ πληθ. ἐπὶ τῆς ἑβδόμης ἡμέρας, ὀψὲ τῶν σ. Εὐαγγ. κ. Ματθ. κη΄, 1· ἡ [[ἡμέρα]] τῶν Σ. κ. Μάρκ. β΄, 23, κ. Λουκ. δ΄, 16, κ. ἀλλ.· ([[ἀλλά]], ἡ [[ἡμέρα]] τοῦ Σ. ὁ αὐτ. ιγ΄, 14)· ἑτερόκλ. δοτ. πληθ. σάββασι, Καιν. Διαθ., Ἰώσηπ., [[συχν]]. [[μετὰ]] διαφ. γραφ. σαββάτοις· ἀλλὰ ἡ δοτ. σάββασι [[εἶναι]] βεβαία ἐν Ἀνθ. Π. 5. 160. 2) [[περίοδος]] ἑπτὰ ἡμερῶν, [[ἑβδομάς]], εἰς μίαν σαββ., κατὰ τὴν πρώτην ἡμέραν τῆς ἑβδομάδος, Εὐαγγ. κ. Ματθ. κη΄, 1, κ. Μάρκ. ις΄, 2, πρβλ. Α΄ Ἐπιστ. πρ. Κορινθ. ις΄, 2· πρώτῃ σ. Εὐαγγ. κατὰ Μάρκ. ις΄, 9· δὶς τοῦ σαββ., δὶς τῆς ἑβδομάδος, κατὰ Λουκ. ιη΄, 12. 3) ὁ μὴν Σαββὰτ ἦτο ὁ 11ος τοῦ Ἑβραϊκοῦ ἔτους, ἀντιστοιχῶν [[περίπου]] πρὸς τὸν νῦν Φεβρουάριον (Γρηγ. Ἡμερολ.), Ἑβδ. (Α΄ Μακκ. ΙϚ΄, 14).
|lstext='''Σάββᾰτον''': τό, τὸ Ἑβραϊκὸν Sabbath, δηλ. [[ἀνάπαυσις]] (δηλοῖ δὲ ἀνάπαυσιν... τὸ [[ὄνομα]] Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 1. 1, 1), Ἑβδ. καὶ Καιν. Διαθ.· [[ὡσαύτως]] ἐν τῷ πληθ. ἐπὶ τῆς ἑβδόμης ἡμέρας, ὀψὲ τῶν σ. Εὐαγγ. κ. Ματθ. κη΄, 1· ἡ [[ἡμέρα]] τῶν Σ. κ. Μάρκ. β΄, 23, κ. Λουκ. δ΄, 16, κ. ἀλλ.· ([[ἀλλά]], ἡ [[ἡμέρα]] τοῦ Σ. ὁ αὐτ. ιγ΄, 14)· ἑτερόκλ. δοτ. πληθ. σάββασι, Καιν. Διαθ., Ἰώσηπ., συχν. μετὰ διαφ. γραφ. σαββάτοις· ἀλλὰ ἡ δοτ. σάββασι [[εἶναι]] βεβαία ἐν Ἀνθ. Π. 5. 160. 2) [[περίοδος]] ἑπτὰ ἡμερῶν, [[ἑβδομάς]], εἰς μίαν σαββ., κατὰ τὴν πρώτην ἡμέραν τῆς ἑβδομάδος, Εὐαγγ. κ. Ματθ. κη΄, 1, κ. Μάρκ. ις΄, 2, πρβλ. Α΄ Ἐπιστ. πρ. Κορινθ. ις΄, 2· πρώτῃ σ. Εὐαγγ. κατὰ Μάρκ. ις΄, 9· δὶς τοῦ σαββ., δὶς τῆς ἑβδομάδος, κατὰ Λουκ. ιη΄, 12. 3) ὁ μὴν Σαββὰτ ἦτο ὁ 11ος τοῦ Ἑβραϊκοῦ ἔτους, ἀντιστοιχῶν [[περίπου]] πρὸς τὸν νῦν Φεβρουάριον (Γρηγ. Ἡμερολ.), Ἑβδ. (Α΄ Μακκ. ΙϚ΄, 14).
}}
}}
{{lsm
{{lsm
Line 17: Line 17:
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj
|mdlsjtxt=Σάββᾰτον, ου, τό,<br /><b class="num">1.</b> the [[Hebrew]] sabbath, i. e. [[rest]], NTest.; also in pl. of the [[single]] day, heterocl. dat. pl. σάββασι (as if from σάββασ), NTest.<br /><b class="num">2.</b> a [[period]] of [[seven]] days, a week, μία τῶν σαββάτων the [[first]] day of the week, NTest.
|mdlsjtxt=Σάββᾰτον, ου, τό,<br /><b class="num">1.</b> the [[Hebrew]] sabbath, i. e. [[rest]], NTest.; also in plural of the [[single]] day, heterocl. dat. pl. σάββασι (as if from σάββασ), NTest.<br /><b class="num">2.</b> a [[period]] of [[seven]] days, a week, μία τῶν σαββάτων the [[first]] day of the week, NTest.
}}
}}

Latest revision as of 10:11, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Σάββᾰτον Medium diacritics: Σάββατον Low diacritics: Σάββατον Capitals: ΣΑΒΒΑΤΟΝ
Transliteration A: Sábbaton Transliteration B: Sabbaton Transliteration C: Savvaton Beta Code: *sa/bbaton

English (LSJ)

τό, the Hebrew Sabbath, i.e. Rest
A (δηλοῖ δὲ ἀνάπαυσιν… τὸ ὄνομα J.AJ1.1.1), LXX Ex. 16.23, al., Ev.Marc.6.2,al.: freq. in plural of the single day, PCair.Zen.762.6 (iii B.C.), LXX 4 Ki. 4.23; ὀψὲ σαββάτων Ev.Matt.28.1; ἡ ἡμέρα τῶν σ. LXX Nu.15.32, Ev.Luc.4.16, al. (but ἡ ἡμ. τοῦ σ. ib.13.14): heterocl. dat. pl. σάββασι (ν) LXX 1 Ma.2.38, J.BJ1.7.3, al., Ev.Marc.2.23, al., freq. with v.l. σαββάτοις; but σάββασι is certain in AP5.159 (Mel.).
2 period of seven days, week, εἰς μίαν σαββάτων toward the first day of the week, Ev.Matt.28.1; κατὰ μίαν σαββάτου 1 Ep.Cor.16.2; πρώτῃ σαββάτου Ev.Marc.16.9; τῇ μιᾷ τῶν σ. ib.2, Ev.Jo.20.1; δὶς τοῦ σ. Ev.Luc.18.12.
3 Σαβάτ, the 11th month of the Hebr. year, nearly = February, LXX 1 Ma.16.14.

Greek (Liddell-Scott)

Σάββᾰτον: τό, τὸ Ἑβραϊκὸν Sabbath, δηλ. ἀνάπαυσις (δηλοῖ δὲ ἀνάπαυσιν... τὸ ὄνομα Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 1. 1, 1), Ἑβδ. καὶ Καιν. Διαθ.· ὡσαύτως ἐν τῷ πληθ. ἐπὶ τῆς ἑβδόμης ἡμέρας, ὀψὲ τῶν σ. Εὐαγγ. κ. Ματθ. κη΄, 1· ἡ ἡμέρα τῶν Σ. κ. Μάρκ. β΄, 23, κ. Λουκ. δ΄, 16, κ. ἀλλ.· (ἀλλά, ἡ ἡμέρα τοῦ Σ. ὁ αὐτ. ιγ΄, 14)· ἑτερόκλ. δοτ. πληθ. σάββασι, Καιν. Διαθ., Ἰώσηπ., συχν. μετὰ διαφ. γραφ. σαββάτοις· ἀλλὰ ἡ δοτ. σάββασι εἶναι βεβαία ἐν Ἀνθ. Π. 5. 160. 2) περίοδος ἑπτὰ ἡμερῶν, ἑβδομάς, εἰς μίαν σαββ., κατὰ τὴν πρώτην ἡμέραν τῆς ἑβδομάδος, Εὐαγγ. κ. Ματθ. κη΄, 1, κ. Μάρκ. ις΄, 2, πρβλ. Α΄ Ἐπιστ. πρ. Κορινθ. ις΄, 2· πρώτῃ σ. Εὐαγγ. κατὰ Μάρκ. ις΄, 9· δὶς τοῦ σαββ., δὶς τῆς ἑβδομάδος, κατὰ Λουκ. ιη΄, 12. 3) ὁ μὴν Σαββὰτ ἦτο ὁ 11ος τοῦ Ἑβραϊκοῦ ἔτους, ἀντιστοιχῶν περίπου πρὸς τὸν νῦν Φεβρουάριον (Γρηγ. Ἡμερολ.), Ἑβδ. (Α΄ Μακκ. ΙϚ΄, 14).

Greek Monotonic

Σάββᾰτον: τό,
1. Εβρ. Sabbath, δηλ. Ανάπαυση, σε Καινή Διαθήκη· επίσης στον πληθ. λέγεται για τη συγκεκριμένη, την έβδομη ημέρα της εβραϊκής εβδομάδας· υπάρχει ετερόκλ. δοτ. πληθ. σάββασι (όπως αν προερχόταν από τύπο σάββας), στο ίδ.
2. περίοδος επτά ημερών, επταήμερο, δηλ. μία εβδομάδα· μία τῶν σαββάτων, η πρώτη ημέρα της εβδομάδας, στο ίδ.

Middle Liddell

Σάββᾰτον, ου, τό,
1. the Hebrew sabbath, i. e. rest, NTest.; also in plural of the single day, heterocl. dat. pl. σάββασι (as if from σάββασ), NTest.
2. a period of seven days, a week, μία τῶν σαββάτων the first day of the week, NTest.