χρυσοπλύσιον: Difference between revisions
ταράσσει τοὺς ἀνθρώπους οὐ τὰ πράγματα, ἀλλὰ τὰ περὶ τῶν πραγμάτων δόγματα → what disturbs people is not what happens, but their view of what happens | it is not the things themselves that disturb men, but their judgements about these things
m (Text replacement - "d’" to "d'") |
m (LSJ1 replacement) |
||
(4 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=chrysoplysion | |Transliteration C=chrysoplysion | ||
|Beta Code=xrusoplu/sion | |Beta Code=xrusoplu/sion | ||
|Definition=[ῠ], τό, | |Definition=[ῠ], τό, [[gold-wash]], [[placer]], where gold is washed from the river-sand, Str.3.2.8 (pl.); wrongly [[χρυσιοπλύσιον]] Id.5.1.8. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1381.png Seite 1381]] τό, Goldwäsche, [[χρυσιοπλύσιον]], Strab. 3, 2,8. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-1381.png Seite 1381]] τό, Goldwäsche, [[χρυσιοπλύσιον]], Strab. 3, 2,8. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=ου (τό) :<br />[[lieu où l'on lave le minerai pour trier les pépites d'or]].<br />'''Étymologie:''' [[χρυσός]], [[πλύνω]]. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''χρῡσοπλύσιον''': τό, [[τόπος]] ἐν ᾦ ὁ χρυσὸς ἀποπλύνεται καὶ χωρίζεται ἀπὸ τῆς ποταμίας ἄμμου, Στράβ. 146· πλημμελῶς φέρεται χρυσιοπλ-, [[αὐτόθι]] 216. | |lstext='''χρῡσοπλύσιον''': τό, [[τόπος]] ἐν ᾦ ὁ χρυσὸς ἀποπλύνεται καὶ χωρίζεται ἀπὸ τῆς ποταμίας ἄμμου, Στράβ. 146· πλημμελῶς φέρεται χρυσιοπλ-, [[αὐτόθι]] 216. | ||
}} | }} | ||
{{grml | {{grml |
Latest revision as of 11:12, 25 August 2023
English (LSJ)
[ῠ], τό, gold-wash, placer, where gold is washed from the river-sand, Str.3.2.8 (pl.); wrongly χρυσιοπλύσιον Id.5.1.8.
German (Pape)
[Seite 1381] τό, Goldwäsche, χρυσιοπλύσιον, Strab. 3, 2,8.
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
lieu où l'on lave le minerai pour trier les pépites d'or.
Étymologie: χρυσός, πλύνω.
Greek (Liddell-Scott)
χρῡσοπλύσιον: τό, τόπος ἐν ᾦ ὁ χρυσὸς ἀποπλύνεται καὶ χωρίζεται ἀπὸ τῆς ποταμίας ἄμμου, Στράβ. 146· πλημμελῶς φέρεται χρυσιοπλ-, αὐτόθι 216.
Greek Monolingual
τὸ, ΜΑ
τόπος όπου αποπλύνεται και χωρίζεται ο χρυσός από την άμμο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσ(ο)- + πλύσις + επίθημα -ιον].
Greek Monotonic
χρῡσοπλύσιον: [ῠ], τό (πλύνω), πλύσιμο χρυσού, εργαστήρι όπου ο χρυσός πλένεται και διαχωρίζεται από την άμμο του ποταμού, σε Στράβ.
Middle Liddell
χρῡσο-πλύσιον, ου, τό, πλύνω
a gold-wash, placer, where gold is washed from the river sand, Strab.