δισμύριοι: Difference between revisions
Τὸ νικᾶν αὐτὸν αὑτὸν πασῶν νικῶν πρώτη τε καὶ ἀρίστη. Τὸ δὲ ἡττᾶσθαι αὐτὸν ὑφ' ἑαυτοῦ πάντων αἴσχιστόν τε ἅμα καὶ κάκιστον. → Τo conquer yourself is the first and best victory of all, while to be conquered by yourself is of all the most shameful as well as evil
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
m (Text replacement - "D.S." to "D.S.") |
||
(4 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=dismyrioi | |Transliteration C=dismyrioi | ||
|Beta Code=dismu/rioi | |Beta Code=dismu/rioi | ||
|Definition=[ | |Definition=[ῡ], αι, α, [[twenty thousand]], [[Herodotus|Hdt.]]1.32, Pl.''Ion''535d: sg., [[δισμύριος]], α, ον, with collective Nouns, ἵππος δισμυρία Luc.''Zeux.''8. | ||
}} | }} | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-αι, -α<br /><b class="num">• Morfología:</b> [tb. sg. -ος, -α, -ον Luc.<i>Zeux</i>.8; plu. gen. fem. δισμυριέων Hdt.1.32]<br />[[veinte mil]] ἡμέραι Hdt.l.c., <i>IG</i> 12(3).1226 (Melos I a.C.), ἄνθρωποι Pl.<i>Io</i> 535d, D.Chr.77/78.33, cf. D.S.13.84, Procop.<i>Pers</i>.1.13.23, ὁπλῖται X.<i>HG</i> 6.1.19, ξένοι D.4.19, στάδια Plb.4.39.1, μέδιμνοι Plb.21.36.4, <i>SEG</i> 28.60.53 (Atenas III a.C.), δραχμαί Plb.34.9.9, οἱ δὲ ἱππεύοντες Paus.10.19.9, (οἱ πεζοί) Plu.<i>Caes</i>.42<br /><b class="num">•</b>tb. sg. c. n. colectivo ἵππος Luc.l.c. | |dgtxt=-αι, -α<br /><b class="num">• Morfología:</b> [tb. sg. -ος, -α, -ον Luc.<i>Zeux</i>.8; plu. gen. fem. δισμυριέων Hdt.1.32]<br />[[veinte mil]] ἡμέραι Hdt.l.c., <i>IG</i> 12(3).1226 (Melos I a.C.), ἄνθρωποι Pl.<i>Io</i> 535d, D.Chr.77/78.33, cf. [[Diodorus Siculus|D.S.]]13.84, Procop.<i>Pers</i>.1.13.23, ὁπλῖται X.<i>HG</i> 6.1.19, ξένοι D.4.19, στάδια Plb.4.39.1, μέδιμνοι Plb.21.36.4, <i>SEG</i> 28.60.53 (Atenas III a.C.), δραχμαί Plb.34.9.9, οἱ δὲ ἱππεύοντες Paus.10.19.9, (οἱ πεζοί) Plu.<i>Caes</i>.42<br /><b class="num">•</b>tb. sg. c. n. colectivo ἵππος Luc.l.c. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Latest revision as of 07:25, 27 March 2024
English (LSJ)
[ῡ], αι, α, twenty thousand, Hdt.1.32, Pl.Ion535d: sg., δισμύριος, α, ον, with collective Nouns, ἵππος δισμυρία Luc.Zeux.8.
Spanish (DGE)
-αι, -α
• Morfología: [tb. sg. -ος, -α, -ον Luc.Zeux.8; plu. gen. fem. δισμυριέων Hdt.1.32]
veinte mil ἡμέραι Hdt.l.c., IG 12(3).1226 (Melos I a.C.), ἄνθρωποι Pl.Io 535d, D.Chr.77/78.33, cf. D.S.13.84, Procop.Pers.1.13.23, ὁπλῖται X.HG 6.1.19, ξένοι D.4.19, στάδια Plb.4.39.1, μέδιμνοι Plb.21.36.4, SEG 28.60.53 (Atenas III a.C.), δραχμαί Plb.34.9.9, οἱ δὲ ἱππεύοντες Paus.10.19.9, (οἱ πεζοί) Plu.Caes.42
•tb. sg. c. n. colectivo ἵππος Luc.l.c.
German (Pape)
[Seite 643] αι, α, zwanzig tausend; Plat. Ion 535 d u. A. Im sing. beim Collectivum, ἡ ἵππος, zwanzigtausend Reiter, Luc. Zeux. 8.
French (Bailly abrégé)
αι, α;
vingt mille ; ἵππος δισμυρία LUC corps de 20 000 cavaliers.
Russian (Dvoretsky)
δισμύριοι: (ῡ) двадцать тысяч Her., Plat.: ἡ ἵππος δισμυρία Luc. конница численностью в двадцать тысяч всадников.
Greek (Liddell-Scott)
δισμύριοι: [ῡ], -αι, -α, εἴκοσι χιλιάδες, εἰκοσακισχίλιοι, Ἡρόδ. 1. 32, Πλάτ. Ἴωνι 535D· ἑνικ. δισμύριος, α, ον, μετὰ περιληπτικῶν ὀνομάτων, ἵππος δισμυρία Λουκ. Ζεύξ. 8.
Greek Monolingual
δισμύριοι, -αι, -α (AM)
1. δύο φορές μύριοι, είκοσι χιλιάδες
2. (με περιληπτικά ονόματα) φρ. «τὴν ἵππον δισμυρίαν οὖσαν» — είκοσι χιλιάδες άλογα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < δισ- (βλ. δις) + μύριοι].
Greek Monotonic
δισμύριοι: [ῡ], -αι, -α, είκοσι χιλιάδες, σε Ηρόδ. κ.λπ.
Middle Liddell
adj
twenty thousand, Hdt., etc.