περσέπολις: Difference between revisions
Ἰατρὸς ἀδόλεσχος ἐπὶ τῇ νόσῳ νόσος → Medicus loquax, secundus aegro morbus est → Ein Arzt, der schwätzt, verdoppelt nur der Krankheit Last
(c2) |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?:<br \/>)([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1$2.<br") |
||
(18 intermediate revisions by the same user not shown) | |||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=persepolis | |Transliteration C=persepolis | ||
|Beta Code=perse/polis | |Beta Code=perse/polis | ||
|Definition=poet. also περσέπτολις, εως, ὁ, ἡ, (πέρθω) | |Definition=poet. also [[περσέπτολις]], εως, ὁ, ἡ, ([[πέρθω]]) [[destroyer of cities]]; [[epithet]] of [[Pallas]], Lamprocl.1; ὁ [[περσέπολις]] [[στρατός]] A.Pers.65 (lyr.; parodied by Eup.192, cf. Phryn.Com.72); [[περσέπολις]] Τρώων Poet. ap. Hld.3.2, cf. Call.Lav.Pall.43. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0603.png Seite 603]] ὁ, ἡ, Städte zerstörend, Ar. Nubb. 967, von der Pallas gesagt, u. sp. D. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0603.png Seite 603]] ὁ, ἡ, Städte zerstörend, Ar. Nubb. 967, von der Pallas gesagt, u. sp. D. | ||
}} | |||
{{bailly | |||
|btext=εως (ἡ) :<br />[[destructeur de villes]].<br />'''Étymologie:''' [[πέρθω]], [[πόλις]]. | |||
}} | |||
{{elnl | |||
|elnltext=περσέπολις -εως, ὁ, ἡ, ep. [[περσεπτόλις]] [[[πέρθω]], [[πόλις]]] [[stedenverwoester]]. | |||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''περσέπολις:''' Aesch. [[περσέπτολις]], εως adj. [[πέρθω]] [[разрушающий города]] (ὁ [[βασίλειος]] [[στρατός]] Aesch.; [[Παλλάς]] Arph.). | |||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=και [[περσέπτολις]], ὁ, ἡ Α<br /><b>1.</b> αυτός που εκπορθεί και καταστρέφει πόλεις (α. «ὁ [[περσέπτολις]] [[βασίλειος]] [[στρατός]]», <b>Αισχύλ.</b><br />β. «Νεοπτόλεμον, περσέπτολιν Τρώων», Ηλιόδ.<br />γ. «Παλλάδα περσέπτολιν δεινάν», <b>Αριστοφ.</b>)<br /><b>2.</b> <b>ως κύριο όν.</b> [[Περσέπολις]]<br />η αρχαία [[πρωτεύουσα]] της Περσίας.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> θ. του ένσιγμου αορίστου <i>ἔπερσα</i> του ρήματος [[πέρθω]] «[[καταστρέφω]]» <span style="color: red;">+</span> [[πόλις]] (για τον σχηματισμό του τ. <b>πρβλ.</b> [[ἀκερσεκόμης]])]. | |||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''περσέπολις:''' ποιητ. επίσης περσέ-πτολις, <i>-εως</i>, ὁ, ἡ ([[πέρθω]])·<br /><b class="num">I.</b> [[εξολοθρευτής]] των [[πόλεων]], σε Αισχύλ. κ.λπ.<br /><b class="num">II.</b> [[Περσέπολις]], η αρχαία [[πρωτεύουσα]] της Περσίας, σε Στράβ. | |||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''περσέπολις''': ποιητ. [[ὡσαύτως]] περσέπτολις, εως, ὁ, ἡ, ([[πέρθω]]) ὁ καταστρέφων τὰς πόλεις· ἐπίθ. τῆς Παλλάδος, Παλλάδα περσέπολιν δεινὰν Ἀριστοφ. Νεφ. 967· ὁ περσέπτολις [[βασίλειος]] στρατὸς Αἰσχύλ. Πέρσ. 65 (παρῳδούμενον ὑπὸ τοῦ Εὐπολ. ἐν «Μαρικᾷ» 1)· Νεοπτόλεμον περσέπολιν Τρώων Ποιητὴς παρ’ Ἡλιοδ. 3. 2, πρβλ. Καλλ. Λουτρ. Παλλ. 43. ΙΙ. ἡ ἀρχαία τῆς Περσίας πρωτεύουσα [[πόλις]] καὶ [[τόπος]] ταφῆς τῶν βασιλέων αὐτῆς, Στράβ. 729 κἑξ., Ἀρρ. Ἀν. 7. 1. | |||
}} | |||
{{mdlsj | |||
|mdlsjtxt=περσέ-πολις, [[πέρθω]]<br /><b class="num">I.</b> [[destroyer of cities]], Aesch., etc.<br /><b class="num">II.</b> [[Persepolis]], the [[ancient]] [[capital]] of [[Persia]], Strab. | |||
}} | }} |
Latest revision as of 14:27, 8 January 2023
English (LSJ)
poet. also περσέπτολις, εως, ὁ, ἡ, (πέρθω) destroyer of cities; epithet of Pallas, Lamprocl.1; ὁ περσέπολις στρατός A.Pers.65 (lyr.; parodied by Eup.192, cf. Phryn.Com.72); περσέπολις Τρώων Poet. ap. Hld.3.2, cf. Call.Lav.Pall.43.
German (Pape)
[Seite 603] ὁ, ἡ, Städte zerstörend, Ar. Nubb. 967, von der Pallas gesagt, u. sp. D.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
destructeur de villes.
Étymologie: πέρθω, πόλις.
Dutch (Woordenboekgrieks.nl)
περσέπολις -εως, ὁ, ἡ, ep. περσεπτόλις [πέρθω, πόλις] stedenverwoester.
Russian (Dvoretsky)
περσέπολις: Aesch. περσέπτολις, εως adj. πέρθω разрушающий города (ὁ βασίλειος στρατός Aesch.; Παλλάς Arph.).
Greek Monolingual
και περσέπτολις, ὁ, ἡ Α
1. αυτός που εκπορθεί και καταστρέφει πόλεις (α. «ὁ περσέπτολις βασίλειος στρατός», Αισχύλ.
β. «Νεοπτόλεμον, περσέπτολιν Τρώων», Ηλιόδ.
γ. «Παλλάδα περσέπτολιν δεινάν», Αριστοφ.)
2. ως κύριο όν. Περσέπολις
η αρχαία πρωτεύουσα της Περσίας.
[ΕΤΥΜΟΛ. < θ. του ένσιγμου αορίστου ἔπερσα του ρήματος πέρθω «καταστρέφω» + πόλις (για τον σχηματισμό του τ. πρβλ. ἀκερσεκόμης)].
Greek Monotonic
περσέπολις: ποιητ. επίσης περσέ-πτολις, -εως, ὁ, ἡ (πέρθω)·
I. εξολοθρευτής των πόλεων, σε Αισχύλ. κ.λπ.
II. Περσέπολις, η αρχαία πρωτεύουσα της Περσίας, σε Στράβ.
Greek (Liddell-Scott)
περσέπολις: ποιητ. ὡσαύτως περσέπτολις, εως, ὁ, ἡ, (πέρθω) ὁ καταστρέφων τὰς πόλεις· ἐπίθ. τῆς Παλλάδος, Παλλάδα περσέπολιν δεινὰν Ἀριστοφ. Νεφ. 967· ὁ περσέπτολις βασίλειος στρατὸς Αἰσχύλ. Πέρσ. 65 (παρῳδούμενον ὑπὸ τοῦ Εὐπολ. ἐν «Μαρικᾷ» 1)· Νεοπτόλεμον περσέπολιν Τρώων Ποιητὴς παρ’ Ἡλιοδ. 3. 2, πρβλ. Καλλ. Λουτρ. Παλλ. 43. ΙΙ. ἡ ἀρχαία τῆς Περσίας πρωτεύουσα πόλις καὶ τόπος ταφῆς τῶν βασιλέων αὐτῆς, Στράβ. 729 κἑξ., Ἀρρ. Ἀν. 7. 1.
Middle Liddell
περσέ-πολις, πέρθω
I. destroyer of cities, Aesch., etc.
II. Persepolis, the ancient capital of Persia, Strab.