Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

αργεμώνη: Difference between revisions

From LSJ

Βουλῆς γὰρ ὀρθῆς οὐδὲν ἀσφαλέστερον → Nam tutior res nulla consilio bono → Denn nichts führt weniger irre als ein guter Rat

Menander, Monostichoi, 68
(6)
 
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
 
Line 1: Line 1:
{{grml
{{grml
|mltxt=η (Α [[ἀργεμώνη]])<br />αγριοπαπαρούνα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η [[αργεμώνη]] χρησιμοποιήθηκε [[κατά]] τον Διοσκουρίδη ως [[φάρμακο]] [[κατά]] της αρρώστιας [[άργεμος]], [[αλλά]] δεν [[είναι]] βέβαιο αν πήρε από αυτό την [[ονομασία]] του. Δεν αποκλείεται [[ακόμη]] να προέρχεται από δάνεια ([[ξένη]]) [[λέξη]], παρετυμολογικά μεταπλασμένη. Η [[ερμηνεία]] της λ. από το εβρ. '<i>arg</i><i>ā</i><i>m</i><i>ā</i><i>n</i> «κόκκινη [[βαφή]]» [[είναι]] σημασιολογικά ελάχιστα ικανοποιητική. Τέλος, η λ. [[αργεμώνη]] ανήκει σε [[ομάδα]] λέξεων που σχηματίζονται με το [[επίθημα]] -<i>ώνη</i> και δηλώνουν ονόματα [[φυτών]] (<b>[[πρβλ]].</b> [[ανεμώνη]], [[ιασιώνη]] <b>κ.ά.</b>). Η [[προέλευση]] των λέξεων αυτών παραμένει αβέβαιη].
|mltxt=η (Α [[ἀργεμώνη]])<br />αγριοπαπαρούνα.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Η [[αργεμώνη]] χρησιμοποιήθηκε [[κατά]] τον Διοσκουρίδη ως [[φάρμακο]] [[κατά]] της αρρώστιας [[άργεμος]], [[αλλά]] δεν [[είναι]] βέβαιο αν πήρε από αυτό την [[ονομασία]] του. Δεν αποκλείεται [[ακόμη]] να προέρχεται από δάνεια ([[ξένη]]) [[λέξη]], παρετυμολογικά μεταπλασμένη. Η [[ερμηνεία]] της λ. από το εβρ. '<i>arg</i><i>ā</i><i>m</i><i>ā</i><i>n</i> «κόκκινη [[βαφή]]» [[είναι]] σημασιολογικά ελάχιστα ικανοποιητική. Τέλος, η λ. [[αργεμώνη]] ανήκει σε [[ομάδα]] λέξεων που σχηματίζονται με το [[επίθημα]] -<i>ώνη</i> και δηλώνουν ονόματα [[φυτών]] (πρβλ. [[ανεμώνη]], [[ιασιώνη]] <b>κ.ά.</b>). Η [[προέλευση]] των λέξεων αυτών παραμένει αβέβαιη].
}}
}}

Latest revision as of 11:00, 23 December 2018

Greek Monolingual

η (Α ἀργεμώνη)
αγριοπαπαρούνα.
[ΕΤΥΜΟΛ. Η αργεμώνη χρησιμοποιήθηκε κατά τον Διοσκουρίδη ως φάρμακο κατά της αρρώστιας άργεμος, αλλά δεν είναι βέβαιο αν πήρε από αυτό την ονομασία του. Δεν αποκλείεται ακόμη να προέρχεται από δάνεια (ξένη) λέξη, παρετυμολογικά μεταπλασμένη. Η ερμηνεία της λ. από το εβρ. 'argāmān «κόκκινη βαφή» είναι σημασιολογικά ελάχιστα ικανοποιητική. Τέλος, η λ. αργεμώνη ανήκει σε ομάδα λέξεων που σχηματίζονται με το επίθημα -ώνη και δηλώνουν ονόματα φυτών (πρβλ. ανεμώνη, ιασιώνη κ.ά.). Η προέλευση των λέξεων αυτών παραμένει αβέβαιη].