ψευδαμάμαξυς: Difference between revisions

From LSJ

ἔχεις δὲ τῶν κάτωθεν ἐνθάδ᾽ αὖ θεῶν ἄμοιρον, ἀκτέριστον, ἀνόσιον νέκυν → and you have kept here something belonging to the gods below, a corpse deprived, unburied, unholy | but keepest in this world one who belongs to the gods infernal, a corpse unburied, unhonoured, all unhallowed

Source
(6)
(4b)
Line 24: Line 24:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''ψευδᾰμάμαξῠς:''' [ᾰμ],-υος, ὁ, νοθευμένο [[αμπέλι]], σε Αριστοφ.
|lsmtext='''ψευδᾰμάμαξῠς:''' [ᾰμ],-υος, ὁ, νοθευμένο [[αμπέλι]], σε Αριστοφ.
}}
{{elru
|elrutext='''ψευδᾰμάμαξυς:''' υος ὁ досл. ложная виноградная лоза, перен. обманщик, шарлатан Arph.
}}
}}

Revision as of 06:12, 1 January 2019

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ψευδᾰμάμαξῠς Medium diacritics: ψευδαμάμαξυς Low diacritics: ψευδαμάμαξυς Capitals: ΨΕΥΔΑΜΑΜΑΞΥΣ
Transliteration A: pseudamámaxys Transliteration B: pseudamamaxys Transliteration C: psevdamamaksys Beta Code: yeudama/macus

English (LSJ)

[ᾰμ], υος, ὁ,

   A bastard vine, Ar.V.326 (anap.).

German (Pape)

[Seite 1393] ὁ, die falsche Baumrebe, Ar. Vesp. 326.

Greek (Liddell-Scott)

ψευδᾰμάμαξῠς: -υος, ὁ, ψευδὴς ἀναδενδρὰς, οὐχὶ γνησία ἄμπελος, Ἀριστοφ. Σφ. 326.

French (Bailly abrégé)

υος (ὁ) :
fausse vigne, càd menteur, charlatan.
Étymologie: ψευδής, ἁμάμαξυς.
Par. ψευδατράφαξυς.

Greek Monolingual

-αμάξυος, ὁ, Α
ψευδής άμπελος, φυτό που μοιάζει με κλήμα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ψευδ(ο)- + ἁμάμαξυς «άμπελος»].

Greek Monotonic

ψευδᾰμάμαξῠς: [ᾰμ],-υος, ὁ, νοθευμένο αμπέλι, σε Αριστοφ.

Russian (Dvoretsky)

ψευδᾰμάμαξυς: υος ὁ досл. ложная виноградная лоза, перен. обманщик, шарлатан Arph.