изменять: Difference between revisions
From LSJ
τῶν δ᾽ ὀρθουμένων σῴζει τὰ πολλὰ σώμαθ᾽ ἡ πειθαρχία → But of those who make it through, following orders is what saves most of their lives (Sophocles, Antigone 675f.)
(DvTab) |
mNo edit summary |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[μεταστρέφω]], [[ἑτεροιόω]], [[νεοχμόω]], [[ἐναλλάσσω]], [[ἐναλλάττω]], [[ἐνδιαλλάσσω]], [[ἐνδιαλλάττω]], [[στρέφω]], [[ἀνταλλάσσω]], [[ἀνταλάττω]], [[παρακλίνω]], [[παρκλίνω]], [[καινόω]], [[μεταπεττεύω]], [[μετασκευωρέομαι]], [[μεταποιέω]], [[παραλλάσσω]], [[παραλλάττω]], [[μεταρρυθμίζω]], [[μεταχαράσσω]], [[παραστρέφω]], [[ἐντρέπω]], [[μετασχηματίζω]], [[πλαγιάζω]], [[παράγω]], [[ἐξίστημι]], [[προδίδωμι]] | |rueltext=[[μεταστρέφω]], [[ἑτεροιόω]], [[νεοχμόω]], [[ἐναλλάσσω]], [[ἐναλλάττω]], [[ἐνδιαλλάσσω]], [[ἐνδιαλλάττω]], [[ἐξαλλάσσω]], [[ἐξαλλάττω]], [[στρέφω]], [[ἀνταλλάσσω]], [[ἀνταλάττω]], [[παρακλίνω]], [[παρκλίνω]], [[καινόω]], [[μεταπεττεύω]], [[μετασκευωρέομαι]], [[μεταποιέω]], [[παραλλάσσω]], [[παραλλάττω]], [[μεταρρυθμίζω]], [[μεταχαράσσω]], [[παραστρέφω]], [[ἐντρέπω]], [[μετασχηματίζω]], [[πλαγιάζω]], [[παράγω]], [[ἐξίστημι]], [[προδίδωμι]] | ||
}} | }} |
Latest revision as of 09:26, 27 March 2024
Russian > Greek
μεταστρέφω, ἑτεροιόω, νεοχμόω, ἐναλλάσσω, ἐναλλάττω, ἐνδιαλλάσσω, ἐνδιαλλάττω, ἐξαλλάσσω, ἐξαλλάττω, στρέφω, ἀνταλλάσσω, ἀνταλάττω, παρακλίνω, παρκλίνω, καινόω, μεταπεττεύω, μετασκευωρέομαι, μεταποιέω, παραλλάσσω, παραλλάττω, μεταρρυθμίζω, μεταχαράσσω, παραστρέφω, ἐντρέπω, μετασχηματίζω, πλαγιάζω, παράγω, ἐξίστημι, προδίδωμι