φαλαγγιτικός: Difference between revisions

From LSJ

καὶ ἤδη γε ἄπειμι παρὰ τὸν ἑταῖρον Κλεινίαν, ὅτι πυνθάνομαι χρόνου ἤδη ἀκάθαρτον εἶναι αὐτῷ τὴν γυναῖκα καὶ ταύτην νοσεῖν, ὅτι μὴ ῥεῖ. ὥστε οὐκέτι οὐδ' ἀναβαίνει αὐτήν, ἀλλ' ἄβατος καὶ ἀνήροτός ἐστιν → and now I depart for my companion, Cleinias since I have learned that for some time now his wife is unclean and she is ill because she does not flow, therefore he no longer sleeps with her but she is unavailable and untilled

Source
m (Text replacement - "<span class="sense"><p>" to "<span class="sense">")
Tags: Mobile edit Mobile web edit
m (Text replacement - "   <span class="bld">" to "<span class="bld">")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=falaggitikos
|Transliteration C=falaggitikos
|Beta Code=falaggitiko/s
|Beta Code=falaggitiko/s
|Definition=ή, όν, <span class="sense">&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[armed like the phalanx]], σπεῖρα <span class="bibl">Plb.18.28.10</span>.</span>
|Definition=ή, όν, <span class="sense"><span class="bld">A</span> [[armed like the phalanx]], σπεῖρα <span class="bibl">Plb.18.28.10</span>.</span>
}}
}}
{{pape
{{pape

Revision as of 13:50, 31 December 2020

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: φᾰλαγγῑτῐκός Medium diacritics: φαλαγγιτικός Low diacritics: φαλαγγιτικός Capitals: ΦΑΛΑΓΓΙΤΙΚΟΣ
Transliteration A: phalangitikós Transliteration B: phalangitikos Transliteration C: falaggitikos Beta Code: falaggitiko/s

English (LSJ)

ή, όν, A armed like the phalanx, σπεῖρα Plb.18.28.10.

German (Pape)

[Seite 1252] zum Soldaten von der Phalanx, der Legion gehörig, ihn betreffend, σπείρα, Pol. 18, 11, 10.

Greek (Liddell-Scott)

φᾰλαγγῑτῐκός: -ή, -όν, ὁ ἀνήκων ἢ ἁρμόζων εἰς φάλαγγα, σπεῖρα Πολύβ. 18. 11, 10.

Greek Monolingual

-ή,-ό / φαλαγγιτικός, -ή, -όν, ΝΜΑ, και φαλαγγίτικος Ν φαλαγγίτης
αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στον φαλαγγίτη (α. «φαλαγγιτικός όρκος» β. «τιθεις ἐναλλὰξ σημαίαν καὶ σπεῑραν φαλαγγιτικήν»,Πολ.)
νεοελλ.
φρ. «φαλαγγιτικά γραμμάτια» — πιστωτικά γραμμάτια που είχαν δοθεί το 1838 στους απόμαχους αγωνιστές του 1821, στους φαλαγγίτες, για να αγοράσουν σε δημοπρασία εθνικά κτήματα.

Russian (Dvoretsky)

φᾰλαγγῑτικός: строящийся по фалангам, т. е. линейный, пехотный (σπεῖρα Polyb.).