γαστροειδής: Difference between revisions

From LSJ

Λογισμός ἐστι φάρμακον λύπης μόνος → Ratio remedium est unum maestitudinis → Vernunft allein heilt Menschen von der Traurigkeit

Menander, Monostichoi, 315
m (Text replacement - "<br /><br />" to "<br />")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''') ([\p{Cyrillic}\s]+), ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2, $3 $4")
Line 29: Line 29:
}}
}}
{{elru
{{elru
|elrutext='''γαστροειδής:''' пузатый, с выпуклым кузовом ([[ναῦς]] Plut.).
|elrutext='''γαστροειδής:''' [[пузатый]], [[с выпуклым кузовом]] ([[ναῦς]] Plut.).
}}
}}
{{mdlsj
{{mdlsj

Revision as of 11:14, 20 August 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: γαστροειδής Medium diacritics: γαστροειδής Low diacritics: γαστροειδής Capitals: ΓΑΣΤΡΟΕΙΔΗΣ
Transliteration A: gastroeidḗs Transliteration B: gastroeidēs Transliteration C: gastroeidis Beta Code: gastroeidh/s

English (LSJ)

ές, A paunchlike, round, ναῦς Plu.Per.26: in Eust.1684.28 γαστρο-οίδης (leg. γαστροίδης).

German (Pape)

[Seite 476] ές, bauchartig, ναῦς, bauchig, Plut. Pericl.26.

Greek (Liddell-Scott)

γαστροειδής: -ές, ὅμοιος γαστέρι, κυρτός, στρογγύλος, ναῦς Πλούτ. Περικλ. 26· παρ’ Εὐστ. 1684. 28, γαστροοίδης.

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
en forme de ventre.
Étymologie: γαστήρ, εἶδος.

Spanish (DGE)

-ές
• Alolema(s): γαστροίδης Phot.γ 38; γαστροοίδης Hsch., Eust.1684.28
ventrudo, panzudo ναῦς Plu.Per.26
de pers. barrigudo Hsch., Phot.l.c., Eust.l.c.

Greek Monolingual

γαστροειδής, -ές (Α)
διογκωμένος στο μέσον, όμοιος με γαστέρα στο σχήμα.

Greek Monotonic

γαστροειδής: -ές (εἶδος), όμοιος με κοιλιά, στρογγυλός, κυρτός· ναῦς, σε Πλούτ.

Russian (Dvoretsky)

γαστροειδής: пузатый, с выпуклым кузовом (ναῦς Plut.).

Middle Liddell

εἶδος
paunchlike, round, ναῦς, Plut.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

γαστροειδής -ές γαστήρ, εἶδος buikvormig, buikig.