βλαβεραυγής: Difference between revisions

From LSJ

Οὔτ' ἐν φθιμένοις οὔτ' ἐν ζωοῖσιν ἀριθμουμένη, χωρὶς δή τινα τῶνδ' ἔχουσα μοῖραν → Neither among the dead nor the living do I count myself, having a lot apart from these

Euripides, Suppliants, 968
m (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
m (Text replacement - "οῡ" to "οῦ")
Line 20: Line 20:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=[[βλαβεραυγής]] (-οῡς), -ές (Α)<br />αυτός που προκαλεί [[βλάβη]] με τη [[λάμψη]] του.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[βλαβερός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>αυγής</i> <span style="color: red;"><</span> [[αύγος]], [[αυγή]] ([[πρβλ]]. [[ανταυγής]], [[διαυγής]], [[τηλαυγής]] <b>κ.ά.</b>)].
|mltxt=[[βλαβεραυγής]] (-οῦς), -ές (Α)<br />αυτός που προκαλεί [[βλάβη]] με τη [[λάμψη]] του.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[βλαβερός]] <span style="color: red;">+</span> -<i>αυγής</i> <span style="color: red;"><</span> [[αύγος]], [[αυγή]] ([[πρβλ]]. [[ανταυγής]], [[διαυγής]], [[τηλαυγής]] <b>κ.ά.</b>)].
}}
}}

Revision as of 19:50, 13 June 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: βλᾰβεραυγής Medium diacritics: βλαβεραυγής Low diacritics: βλαβεραυγής Capitals: ΒΛΑΒΕΡΑΥΓΗΣ
Transliteration A: blaberaugḗs Transliteration B: blaberaugēs Transliteration C: vlaveravgis Beta Code: blaberaugh/s

English (LSJ)

ές, A baneful-gleaming, Man.4.309.

German (Pape)

[Seite 446] Κρόνος, verderblich strahlend, Man. 4, 309.

Greek (Liddell-Scott)

βλαβεραυγής: -ές, ὁ βλαβερῶς, φωτίζων, φέγγων, Μανέθ. 4. 309.

Spanish (DGE)

(βλᾰβεραυγής) -ές
• Morfología: [gen. no contr. -έος Man.4.309]
de fulgor maligno Κρόνου βλαβεραυγέος ἀστήρ Man.l.c., φέγγος Man.4.472.

Greek Monolingual

βλαβεραυγής (-οῦς), -ές (Α)
αυτός που προκαλεί βλάβη με τη λάμψη του.
[ΕΤΥΜΟΛ. < βλαβερός + -αυγής < αύγος, αυγή (πρβλ. ανταυγής, διαυγής, τηλαυγής κ.ά.)].