Βακχεία: Difference between revisions
ἐπὶ ξυροῦ γὰρ ἀκμῆς ἔχεται ἡμῖν τὰ πρήγματα → our affairs are balanced on a razor's edge, our affairs are set upon the razor's edge
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
m (LSJ1 replacement) |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=Vakcheia | |Transliteration C=Vakcheia | ||
|Beta Code=*bakxei/a | |Beta Code=*bakxei/a | ||
|Definition=ἡ, [[Bacchic frenzy]], [[revelry]], Βακχείας καλῆς | |Definition=ἡ, [[Bacchic frenzy]], [[revelry]], Βακχείας καλῆς A.''Ch.''698, cf. E.''Ba.''232, Arist.''Pol.''1342b4; <b class="b3">ἡδονῇ δοὺς ἔς τε Β. πεσών</b> (prob. for -εῖον) E.''Ph.''21; <b class="b3">τῆς φιλοσόφου μανίας τε καὶ Βακχείας</b> the madness and [[frenzy]] of philosophy, [[Plato|Pl.]]''[[Symposium|Smp.]]'' 218b: in plural, [[Bacchic orgies]], E.''Ba.'' 218,1293. | ||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls |
Revision as of 10:33, 25 August 2023
English (LSJ)
ἡ, Bacchic frenzy, revelry, Βακχείας καλῆς A.Ch.698, cf. E.Ba.232, Arist.Pol.1342b4; ἡδονῇ δοὺς ἔς τε Β. πεσών (prob. for -εῖον) E.Ph.21; τῆς φιλοσόφου μανίας τε καὶ Βακχείας the madness and frenzy of philosophy, Pl.Smp. 218b: in plural, Bacchic orgies, E.Ba. 218,1293.
Greek (Liddell-Scott)
Βακχεία: ἡ, ἡ ἑορτὴ τοῦ Βάκχου, βακχικὴ μανία, παραφροσύνη, ἔκφρων εὐθυμία, Βακχείας καλῆς Αἰσχύλ. Χο. 698 (ὁ Ἑρμανν. προτείνει Βακχείας ζάλης), πρβλ. Εὐρ. Βάκχ. 232, καὶ ἴδε ἐν λέξει Φρυγιστί· τῆς φιλοσόφου μανίας καὶ Βακχείας, ἡ μανία καὶ τρέλλα, ἐνθουσιασμὸς τῆς φιλοσοφίας, Πλάτ. Συμπ. 218Β· - κατὰ πληθ., βακχικὰ ὄργια, Εὐρ. Βάκχ. 215. 1294.
Greek Monotonic
Βακχεία: ἡ, γιορτή προς τιμήν του Βάκχου, βακχική μανία, κραιπάλη, σε Αισχύλ., Ευρ.· γενικά, παραφροσύνη κι ενθουσιασμός από την επαφή με τη φιλοσοφία, σε Πλάτ.· στον πληθ., τα βακχικά όργια, σε Ευρ.
Middle Liddell
the feast of Bacchus, Bacchic frenzy, revelry, Aesch., Eur.: generally, frenzy, Plat.:—in pl. Bacchic orgies, Eur.