ἱερολογία: Difference between revisions
Ἡ δὲ Σελήνη γενομένη μὲν ἐκ τῆς ἀντανακλάσεως τοῦ ἡλιακοῦ φωτὸς → the moon having been made from the reflection of sunlight (Vettius Valens, Anthologies 1.14)
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1") |
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2") |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ας (ἡ) :<br /><i>ion.</i> [[ἱρολογίη]];<br />langage sacré <i>ou</i> mystique.<br />'''Étymologie:''' [[ἱερός]], [[λόγος]]. | |btext=ας (ἡ) :<br /><i>ion.</i> [[ἱρολογίη]];<br />langage sacré <i>ou</i> mystique.<br />'''Étymologie:''' [[ἱερός]], [[λόγος]]. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''ἱερολογία:''' ион. [[ἱρολογίη]] ἡ сакральная речь, священный язык ([[γοητεία]] καὶ ἱ. Luc.). | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
Line 21: | Line 24: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''ἱερολογία:''' Ιων. [[ἱρολογίη]], ἡ ([[λόγος]]), αποκρυφιστική ή [[ιερή]] [[γλώσσα]], [[λόγος]] για ιερά πράγματα, σε Λουκ. | |lsmtext='''ἱερολογία:''' Ιων. [[ἱρολογίη]], ἡ ([[λόγος]]), αποκρυφιστική ή [[ιερή]] [[γλώσσα]], [[λόγος]] για ιερά πράγματα, σε Λουκ. | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=[[λόγος]]<br />[[sacred]] or mystical [[language]], Luc. | |mdlsjtxt=[[λόγος]]<br />[[sacred]] or mystical [[language]], Luc. | ||
}} | }} |
Revision as of 21:40, 3 October 2022
English (LSJ)
Ion. ἱρολογίη, ἡ, mystical language, Luc.Astr.10.
French (Bailly abrégé)
ας (ἡ) :
ion. ἱρολογίη;
langage sacré ou mystique.
Étymologie: ἱερός, λόγος.
Russian (Dvoretsky)
ἱερολογία: ион. ἱρολογίη ἡ сакральная речь, священный язык (γοητεία καὶ ἱ. Luc.).
Greek (Liddell-Scott)
ἱερολογία: Ἰων. ἱρολογίη, ἡ, ὁμιλία, λόγος περὶ ἱερῶν πραγμάτων, Λουκ. Ἀστρολ. 10, Συνέσ. 1272C, Διον. Ἀρεοπ. 92Α, 377Α, 429C. ΙΙ. ἡ τέλεσις τῆς εὐλογίας τοῦ γάμου, = στεφάνωμα, Νικηφ. Κωνστ/πόλεως 860Α, Λεόντ. Νεαραὶ 211, Κεδρην. ΙΙ. 505, 21, κτλ.
Greek Monolingual
ἡ (ΑΜ ἱερολογία, Α ιων. τ. ἱρολογίη) ιερολόγος
(νεοελλ.-μσν.) ιεροτελεστία, η θρησκευτική τελετή, τα κείμενα τών αναγνωσμάτων, ψαλμάτων και ευχών κατά την τέλεση μυστηρίου
μσν.-αρχ.
1. ομιλία περί θρησκευτικών θεμάτων
2. ιερά λόγια, προσευχές.
Greek Monotonic
ἱερολογία: Ιων. ἱρολογίη, ἡ (λόγος), αποκρυφιστική ή ιερή γλώσσα, λόγος για ιερά πράγματα, σε Λουκ.