μετατροπία: Difference between revisions

From LSJ

ἔνδον γὰρ ἁνὴρ ἄρτι τυγχάνει, κάρα στάζων ἱδρῶτι καὶ χέρας ξιφοκτόνους → yes, the man is now inside, his face and hands that have slaughtered with the sword dripping with sweat

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?:<br \/>)([\w\s'-]+), ([\w\s'-]+), ([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1$2, $3, $4.<br")
m (LSJ1 replacement)
 
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=metatropia
|Transliteration C=metatropia
|Beta Code=metatropi/a
|Beta Code=metatropi/a
|Definition=ἡ, [[turn of fortune]], [[reverse]], <span class="bibl">Pi.<span class="title">P.</span>10.21</span> (pl.).
|Definition=ἡ, [[turn of fortune]], [[reverse]], Pi.''P.''10.21 (pl.).
}}
}}
{{pape
{{pape

Latest revision as of 12:05, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: μετατροπία Medium diacritics: μετατροπία Low diacritics: μετατροπία Capitals: ΜΕΤΑΤΡΟΠΙΑ
Transliteration A: metatropía Transliteration B: metatropia Transliteration C: metatropia Beta Code: metatropi/a

English (LSJ)

ἡ, turn of fortune, reverse, Pi.P.10.21 (pl.).

German (Pape)

[Seite 155] ἡ, = Vorigem, φθονεραῖς ἐκ θεῶν μετατροπίαις Pind. P. 10, 21.

French (Bailly abrégé)

ας (ἡ) :
changement, vicissitude, revers.
Étymologie: μετάτροπος.

Russian (Dvoretsky)

μετατροπία:перемена, превратность (φθονεραὶ μετατροπίαι Pind.).

Greek (Liddell-Scott)

μετατροπία: ἡ, τροπὴ τύχης, ἀνατροπή, Ἀνθ. ΙΙ. 10. 31.

English (Slater)

μετατροπία change of fortune μὴ φθονεραῖς ἐκ θεῶν μετατροπίαις ἐπικύρσαιεν (P. 10.21)

Greek Monolingual

η (Α μετατροπία) μετάτροπος
νεοελλ.
μουσ. η μετάβαση από μια αρχική τονικότητα στο κλίμα της άλλης, με την προσφυγή είτε της μελωδίας είτε τών συνοδευτικών φωνών στις βαθμίδες της δεύτερης
αρχ.
1. τροπή ή μεταστροφή της τύχης
2. (κατ' επέκτ.) ανατροπή.

Greek Monotonic

μετατροπία: ἡ, μεταστροφή της τύχης, αντιστροφή.

Middle Liddell

μετατροπία, ἡ,
a turn of fortune, a reverse, Pind. [from μετάτροπος