σίγα: Difference between revisions

From LSJ

Μὴ σπεῦδε πλουτεῖν, μὴ ταχὺς πένης γένῃ → Ditescere properans, inops fies cito → Vermeide schnellen Reichtum, sonst verarmst du schnell

Menander, Monostichoi, 358
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)<b>πρβλ\.<\/b> (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>), (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)\)" to "πρβλ. $2$4, $7$9)")
m (LSJ1 replacement)
Line 23: Line 23:
}}
}}
{{elnl
{{elnl
|elnltext=σίγα imperat. praes. 2 sing. van σιγάω.
|elnltext=σίγα imperat. praes. 2 sing. van σιγάω.
}}
}}

Revision as of 09:34, 25 August 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: σίγα Medium diacritics: σίγα Low diacritics: σίγα Capitals: ΣΙΓΑ
Transliteration A: síga Transliteration B: siga Transliteration C: siga Beta Code: si/ga

English (LSJ)

imper. of σιγάω (q.v.):—σιγά, Dor. for σιγή.

French (Bailly abrégé)

impér. prés. de σιγάω.

Greek Monolingual

Α
1. (ως επίρρ.) α) σιωπηλά («ἄκουε σῑγα», Σοφ.)
β) με σιγανή φωνή, ψιθυριστά («σῑγα σήμαινε», Σοφ.)
2. (ως επιφών.) σιωπή!
[ΕΤΥΜΟΛ. Πρόκειται για επίρρ. άγνωστης ετυμολ. που, κατά την επικρατέστερη άποψη, αποτελεί εκφραστικό σχηματισμό από θ. σι- (πρβλ. σίττα «επιφώνημα τών βοσκών», σιωπῶ) και επιρρμ. κατάλ. -α (πρβλ. σάφα, τάχα). Κατ' άλλους, η λ. συνδέεται με τον τ. που παραδίδει ο Ησύχ. «ῥίγα
σιώπα», μέσω μιας διόρθωσης του ῥίγα σε Fίγα, οπότε ανάγεται στην ΙΕ ρίζα swī-g- «φθίνω, σωπαίνω» (πρβλ. αρχ. άνω γερμ. swīgen, γερμ. schweigen, γοτθ. sweiban), αν και η εναλλαγή sw- / σ-παραμένει δυσερμήνευτη. Χαρακτηριστικό είναι, εξάλλου, ότι αρχικός τ. είναι το επίρρ. σῖγα, από το οποίο σχηματίστηκαν αφ' ενός το ρ. σιγῶ μέσω της προστ. σίγα, αφ' ετέρου η λ. σιγή μέσω του δοτικοφανούς επιρρ. σιγᾷ / -].

Greek Monotonic

σίγα:I. προστ. του σιγάω. II. σιγά, Δωρ. αντί σιγή.

Russian (Dvoretsky)

σίγᾱ: (ῑ) 2 л. sing. imper. praes. к σιγάω.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

σίγα imperat. praes. 2 sing. van σιγάω.