ἀλλοτρίωσις: Difference between revisions
ἄλογον δὴ τὸ μήτε μάχης ἄρξασθαι μήτε τοὺς φίλους φυλάξαι, ἐὰν ὑπό γε τῶν βαρβάρων ἀδικῆσθε → It is irrational neither to begin battle nor to guard the friends, if you are ever wronged by the foreigners
(CSV import) |
(CSV import) Tag: Reverted |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=[from [[ἀλλοτριόω]]<br />[[estrangement]], τῆς ξυμμαχίας οὐχ ὁμοία ἡ ἀλλ. its [[estrangement]], its [[loss]], Thuc. | |mdlsjtxt=[from [[ἀλλοτριόω]]<br />[[estrangement]], τῆς ξυμμαχίας οὐχ ὁμοία ἡ ἀλλ. its [[estrangement]], its [[loss]], Thuc. | ||
}} | |||
{{lxth | |||
|lthtxt=''[[alienatio]]'', [[estrangement]], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:1.35.5/ 1.35.5]. | |||
}} | }} | ||
{{lxth | {{lxth | ||
|lthtxt=''[[alienatio]]'', [[estrangement]], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:1.35.5/ 1.35.5]. | |lthtxt=''[[alienatio]]'', [[estrangement]], [https://scaife.perseus.org/reader/urn:cts:greekLit:tlg0003.tlg001.perseus-grc2:1.35.5/ 1.35.5]. | ||
}} | }} |
Revision as of 13:29, 16 November 2024
English (LSJ)
ἀλλοτριώσεως, ἡ, estrangement, Phld.D.3Fr.1; aversion, πρὸς πόνον Gal.5.459; τινός from one, App.BC5.78; τινὸς εἴς τινα 3.13; opp. οἰκείωσις, Porph.Abst.3.19; τῆς ξυμμαχίας οὐχ ὁμοία ἡ ἀ. Th.1.35:—Medic., loss of substance, mortification, Aët.13.3.
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
I 1c. gen. de cosa rechazo, no aceptación, renuncia τῆς ξυμμαχίας διδομένης οὐχ ὁμοία ἡ ἀ. Th.1.35
•en lit. crist. τῶν περισπασμῶν Basil.M.31.920C, τῶν κακῶν Gr.Nyss.Hom.in Cant.28.23, cf. ἀπὸ τῆς ζωῆς Basil.M.29.612C.
2 en fil. heleníst. rechazo, repulsión, repugnancia natural, op. οἰκείωσις: μίαν οἰκείωσιν εἶναι φύσει πρὸς ἡδονὴν ἢ ἀλλοτρίωσιν πρὸς πόνον Chrysipp.Stoic.3.54.30, cf. Gal.5.459, πρὸς αὐτάς (τὰς ἡδονάς) Ph.1.267, οἰκειώσεως πάσης καὶ ἀ. ἀρχὴ τὸ αἰσθάνεσθαι Porph.Abst.3.19.
3 hostilidad, aversión c. εἰς: ἐς τὸν Καίσαρα ἀλλοτρίωσιν App.BC 3.13, μὴ ... ἐς φανερὰν αὐτοὺς ἀλλοτρίωσιν προαγάγῃ D.C.40.21
•c. gen. obj. Ρομπήιος ... ἐς ἀλλοτρίωσιν ὑπήγετο τοῦ Μηνοδώρου App.BC 5.78, ἡ δὲ ἀ. τοῦ κοινοῦ γένους ἀδικίαν ἐμποιεῖ Iambl.VP 168, Poll.3.64.
4 separación, desvío del marido ἡ ψυχὴ ... εἰς ἀλλοτρίωσιν ἐθίζεται de la mujer adúltera, Ph.2.201
•abandono, desvío esp. de Dios c. gen. obj. ἁμαρτία ἐστιν ἡ τοῦ θεοῦ ἀ. en la definición de ‘pecado’, Gr.Nyss.Ref.Eun.385.25, cf. Basil.M.30.589B
•abs. μὴ γενηθῇς μοι ἐς ἀλλοτρίωσιν LXX Ie.17.17.
II 1tendencia foránea o extranjerizante ἐκαθάρισα αὐτοὺς ἀπὸ πάσης ἀ. LXX 2Es.23.30.
2 heterogeneidad, diferencia op. ταὐτότης Chrys.M.59.93, ἀ. τῆς φύσεως Basil.M.29.661A
3 alteración, deterioro τῆς κατὰ φύσιν μορφῆς ἀ. Gr.Nyss.Maced.102.9
•medic. desvitalización τὸν τῆς ἀ. κίνδυνον Aët.13.3.
III de propiedades enajenación, venta, BGU 464.1 (II a.C.).
German (Pape)
[Seite 106] ἡ, Entfremdung, a) Veräußerung an Fremde, Thuc. 1, 35, Schol. στέρησις. – b) Abneigung, πρός τινα, App. B. C. 3, 13 u. sonst.
French (Bailly abrégé)
εως (ἡ) :
1 hostilité ; εἴς τινα, à l'égard de qqn;
2 séparation.
Étymologie: ἀλλοτριόω.
Greek Monotonic
ἀλλοτρίωσις: -εως, ἡ, αποξένωση, αλλοτρίωση, τῆς ξυμμαχίας οὐχ ὁμοία ἡ ἄλλ., η απώλειά της, σε Θουκ.
Russian (Dvoretsky)
ἀλλοτρίωσις: εως ἡ отчуждение или отпадение Thuc.
Middle Liddell
[from ἀλλοτριόω
estrangement, τῆς ξυμμαχίας οὐχ ὁμοία ἡ ἀλλ. its estrangement, its loss, Thuc.
Lexicon Thucydideum
alienatio, estrangement, 1.35.5.