πλαταγώνιον: Difference between revisions
ὅτι χρὴ τοῦ μέλιτος ἄκρῳ δακτύλῳ, ἀλλὰ μὴ κοίλῃ χειρὶ γεύεσθαι → that honey should be tasted with the fingertip and not by the handful
(Bailly1_4) |
(32) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{bailly | {{bailly | ||
|btext=ου (τό) :<br />claquette, pétale du pavot, du coquelicot <i>ou</i> de l’anémone, qu’on faisait claquer entre ses doigts pour savoir si l’on était aimé.<br />'''Étymologie:''' [[πλαταγή]]. | |btext=ου (τό) :<br />claquette, pétale du pavot, du coquelicot <i>ou</i> de l’anémone, qu’on faisait claquer entre ses doigts pour savoir si l’on était aimé.<br />'''Étymologie:''' [[πλαταγή]]. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=τὸ, Α<br /><b>1.</b> το πλατύ [[φύλλο]] της παπαρούνας ή της ανεμώνης<br /><b>2.</b> [[είδος]] παιχνιδιού [[κατά]] το οποίο οι ερωτευμένοι, [[αφού]] έκλειναν το αριστερό τους [[χέρι]] και τοποθετούσαν [[ανάμεσα]] στον αντίχειρα και στον δείκτη [[πέταλο]] παπαρούνας ή ανεμώνας το χτυπούσαν [[ξαφνικά]] με την [[παλάμη]] του δεξιού τους χεριού και από τον θόρυβο που παράγονταν μάντευαν τις διαθέσεις του αγαπημένου τους προσώπου<br /><b>3.</b> ([[κατά]] το λεξ. [[Σούδα]]) [[είδος]] παιδικού αθύρματος, [[πλαταγή]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> [[πλαταγή]] <span style="color: red;">+</span> [[επίθημα]] -<i>ώνιον</i> (<b>πρβλ.</b> <i>πετρ</i>-<i>ώνιον</i>; [[πέτρα]])]. | |||
}} | }} |
Revision as of 12:18, 29 September 2017
English (LSJ)
τό,
A broad petal of the poppy or anemone, so called because lovers took omens from it, laying it on the left hand, and striking it with the right, and it was a good omen if it burst with a loud crack, Theoc.11.57, cf. Nic.Fr.74.43, Poll.9.127 ; τῷ μηκῶνος π. J.AJ3.7.6 (vulg. πλαταγῶνι) ; cf. τηλέφιλον.
German (Pape)
[Seite 626] τό, 1) das breite Blatt der Mohnblume (τῆς μήκωνος ἄπο πλαταγώνια βάλλοις, Nic. bei Ath. XV, 683 f), Klatschrose, u. Blatt der Anemone, Klatschblatt, Theocr. 11, 57, vgl. Schol.; es wurde als eine Art Liebesorakel gebraucht, indem der Liebende es hohl über den Daumen und den Zeigefinger der linken Hand legte und mit der stachen rechten daraufschlug, um aus dem hellen Geklatsch günstige Zeichen für seine Liebe zu entnehmen, s. Poll. 9, 127. Vgl. πλαταγέω u. πλατάγημα, wie τηλέφιλον. – 2) dim. von πλαταγών, kleine Kinderklapper.
Greek (Liddell-Scott)
πλᾰτᾰγώνιον: τό, τὸ πλατὺ πέταλον τῆς μήκωνος ἢ τῆς ἀνεμώνης, οὕτω κληθὲν ἐπειδὴ οἱ ἐρῶντες ἐλάμβανον οἰωνοὺς δι’ αὐτοῦ τιθέντες αὐτὸ κατὰ τὸν ἀντίχειρα καὶ τὸν λιχανὸν δάκτυλον τῆς ἀριστερᾶς χειρὸς καὶ πλήττοντες διὰ τῆς δεξιᾶς· ἦτο δὲ καλὸν σημεῖον ἂν διερρήγνυτο μετὰ μεγάλου κρότου (τοῦτο ποιοῦσι καὶ νῦν τὰ παιδία χάριν παιδιᾶς), Θεόκρ. 11. 57, πρβλ. 3. 29, Νίκ. παρ’ Ἀθην. 683F, Πολυδ. Θϳ, 127· τῷ μήκωνος πλ. Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 3. 7, 6 (κοινῶς πλαταγῶνι)· ἴδε ἐν τηλέφιλον ΙΙ. = πλαταγή, Σουΐδ.
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
claquette, pétale du pavot, du coquelicot ou de l’anémone, qu’on faisait claquer entre ses doigts pour savoir si l’on était aimé.
Étymologie: πλαταγή.
Greek Monolingual
τὸ, Α
1. το πλατύ φύλλο της παπαρούνας ή της ανεμώνης
2. είδος παιχνιδιού κατά το οποίο οι ερωτευμένοι, αφού έκλειναν το αριστερό τους χέρι και τοποθετούσαν ανάμεσα στον αντίχειρα και στον δείκτη πέταλο παπαρούνας ή ανεμώνας το χτυπούσαν ξαφνικά με την παλάμη του δεξιού τους χεριού και από τον θόρυβο που παράγονταν μάντευαν τις διαθέσεις του αγαπημένου τους προσώπου
3. (κατά το λεξ. Σούδα) είδος παιδικού αθύρματος, πλαταγή.
[ΕΤΥΜΟΛ. < πλαταγή + επίθημα -ώνιον (πρβλ. πετρ-ώνιον; πέτρα)].