ἔνεροι: Difference between revisions

From LSJ

ταῦτα δὲ ἔδει ποιῆσαι κἀκεῖνα μὴ ἀφιέναι → these things should have been done without neglecting the others | these are the things you should have done without neglecting the others | these ought ye to have done, and not to leave the other undone

Source
(Autenrieth)
(12)
Line 21: Line 21:
{{Autenrieth
{{Autenrieth
|auten=those [[below]] the [[earth]] (inferi), [[both]] gods and the shades of the [[dead]], Il. 15.188, Il. 20.61.
|auten=those [[below]] the [[earth]] (inferi), [[both]] gods and the shades of the [[dead]], Il. 15.188, Il. 20.61.
}}
{{grml
|mltxt=[[ἔνεροι]], οι (Α)<br />αυτοί που βρίσκονται [[μέσα]] στη γη, υποχθόνιοι, νεκροί («[[Ἀΐδης]] ἐνέροισιν ἀνάσσων», <b>Ομ. Ιλ.</b>).<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> Βλ. λ. [[ένερθε]]].
}}
}}

Revision as of 07:09, 29 September 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἔνεροι Medium diacritics: ἔνεροι Low diacritics: ένεροι Capitals: ΕΝΕΡΟΙ
Transliteration A: éneroi Transliteration B: eneroi Transliteration C: eneroi Beta Code: e)/neroi

English (LSJ)

οἱ,

   A those below, those beneath the earth, of the dead and the gods below, ἐνέροισιν ἀνάσσων Il.15.188, Hes.Th.850; ἄναξ ἐνέρων Il.20.61, etc.; βασιλεῦ ἐνέρων A.Pers.629 (anap.); ἐνέρων ἀρωγός, i.e. of the murdered Agamemnon, S.El.1391 (lyr.); οἱ ἔνεροι Pl.R. 387c, cf. Tab.Defix.99.9. (Perh. fr. ἔρα.)

German (Pape)

[Seite 839] οἱ (ἐν, vgl. ἐνέρτερος, ἔνερθε), die Unteren, die unter der Erde sind, die Todten; ἄναξ ἐνέρων, ἐνέροισιν ἀνάσσων, Il. 15, 188. 20, 61; Hes. Th. 830; so heißt Hades auch bei den Tragg. βασιλεὺς ἐνέρων, Aesch. Pers. 621; οἱ ἔνεροι auch bei Plat. Rep. III, 387 b u. Plut.

Greek (Liddell-Scott)

ἔνεροι: -ων, οἱ, Λατ. inferi, οἱ ὑπὸ τὴν γῆν, οἱ νεκροί, «ἔνεροι· νεκροί, ὑποχθόνιοι, ἀσθενεῖς» Ἡσύχ., τρίτατος δ’ Ἀΐδης ἐνέροισιν ἀνάσσων Ἰλ. Ο. 188· τρέσσ’ Ἀΐδης, ἐνέροισι καταφθιμένοισιν ἀνάσσων Ἡσ. Θ. 850· ἄναξ ἐνέρων Ἀϊδωνεὺς Ἰλ. Υ. 61, κτλ.· βασιλεῦ τ’ ἐνέρων Αἰσχύλ. Πέρσ. 629· οἱ ἔνεροι Πλάτ. Πολ. 387Β. (Ἡ ῥίζα εἶναι ἐν-, ἐντός, ἔσω, ὅθεν καὶ ἔνερθε, ἐνέρτερος, -τατος (νέρθε, νέρτερος) ἐν ἀναλογίᾳ πρὸς τά: ὑπέρ, ὕπερθε, ὑπέρτερος, -τατος. Τὸ Λατ. inferi ἀντιτιθέμενον τῷ sup-eri παρουσιάζει κατὰ τὸ φαινόμενον ἀναλογίαν τινά, ἀλλὰ το f τῆς λέξεως ταύτης καταστρέφει αὐτήν).

French (Bailly abrégé)

ων (οἱ) :
ceux qui sont sous la terre, les morts.
Étymologie: ἐν.

English (Autenrieth)

those below the earth (inferi), both gods and the shades of the dead, Il. 15.188, Il. 20.61.

Greek Monolingual

ἔνεροι, οι (Α)
αυτοί που βρίσκονται μέσα στη γη, υποχθόνιοι, νεκροί («Ἀΐδης ἐνέροισιν ἀνάσσων», Ομ. Ιλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. λ. ένερθε].