ἀνάχυμα: Difference between revisions
From LSJ
Θεοῦ γὰρ οὐδεὶς χωρὶς (ἐκτὸς οὐδεὶς) εὐτυχεῖ βροτῶν → Nullus beatus absque numine est dei → Glückselig Gott allein und sonst kein Sterblicher
(big3_4) |
(4) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ματος, τό<br /><b class="num">1</b> [[expansión]] ἀ. αἰθέριον Nicom.<i>Harm</i>.3.<br /><b class="num">2</b> [[estuario]] Str.<i>Chr</i>.7.45. | |dgtxt=-ματος, τό<br /><b class="num">1</b> [[expansión]] ἀ. αἰθέριον Nicom.<i>Harm</i>.3.<br /><b class="num">2</b> [[estuario]] Str.<i>Chr</i>.7.45. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=το (AM [[ἀνάχυμα]])<br /><b>νεοελλ.</b><br />η μικρή [[ποσότητα]] από [[κρύο]] [[γάλα]] που χύνεται [[μέσα]] σε [[δοχείο]] με [[γάλα]] ζεστό για να παρασκευαστεί η [[μυζήθρα]], <b>(αλλ.)</b> πρόγαλα<br /><b>μσν.</b><br />όρυγμα βαθύ, [[πρόχωμα]]<br /><b>αρχ.</b><br />πλατιά [[έκταση]], ευρύ [[διάστημα]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 06:54, 29 September 2017
English (LSJ)
ατος, τό,
A expanse, ἀ. αἰθέριον Nicom.Harm.3. II = ἀνάχυσις 11, Str.Chr.7.45.
German (Pape)
[Seite 215] τό, das Ausgegossene, αἰθέριον, das Meer des Aethers, Music.
Greek (Liddell-Scott)
ἀνάχῠμα: -ατος, τό, ἀπέραντος ἔκτασις, τὸ ἀχανές, ἀν. αἰθέριον Νικομ. Μουσ. σ. 6.
Spanish (DGE)
-ματος, τό
1 expansión ἀ. αἰθέριον Nicom.Harm.3.
2 estuario Str.Chr.7.45.
Greek Monolingual
το (AM ἀνάχυμα)
νεοελλ.
η μικρή ποσότητα από κρύο γάλα που χύνεται μέσα σε δοχείο με γάλα ζεστό για να παρασκευαστεί η μυζήθρα, (αλλ.) πρόγαλα
μσν.
όρυγμα βαθύ, πρόχωμα
αρχ.
πλατιά έκταση, ευρύ διάστημα.