ἐνέργημα: Difference between revisions

From LSJ

Μαστιγίας ἔγχαλκος, ἀφόρητον κακόν → Pecuniosus verbero, malum maximum → Ein reicher Taugenichts, wie unerträglich schlimm

Menander, Monostichoi, 365
(big3_15)
(strοng)
Line 18: Line 18:
{{DGE
{{DGE
|dgtxt=-ματος, τό<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[acto]] τὸ συνεχὲς ἐ. ἐν φυσιολογίᾳ Epicur.<i>Ep</i>.[2] 37, cf. Metrod.(?) <i>Herc</i>.831.8.8, Chrysipp.<i>Stoic</i>.2.295, ἐν τοῖς διαφέρουσι τῶν ἐνεργημάτων en actos diferentes</i> Plb.4.8.7, διανοίας ἐ. καὶ κίνησις [[ἀόρατος]] Aristeas 156, cf. D.L.5.29, γίνεται ... ἐκ φρονήσεως τὸ φρονεῖν ... καὶ ἀφ' ἑκάστης τῶν ἄλλων τὸ κατ' αὐτὴν ἐ. Ph.1.213, op. παθήματα Gal.7.52, Plu.<i>Pars.An</i>.5, cf. S.E.<i>P</i>.2.47, ψυχικὸν ... ἐ. καὶ οὐ φυσικόν Gal.19.170, τὰ τῶν φύσεων ἐνεργήματα Iambl.<i>Myst</i>.4.13, cf. A.D.<i>Adu</i>.204.14, Longin.39.3, μηδὲν ἐ. [[εἰκῇ]] ... ἐνεργείσθω M.Ant.4.2, Vett.Val.252.12, (ὁ δώριος τόνος) πρὸς τὰ βαρύτερα τῆς φωνῆς ἐνεργήματα χρήσιμος Aristid.Quint.23.2.<br /><b class="num">2</b> [[realización]], [[puesta en práctica de una decisión]] τὸ γὰρ ἀντιστρατεύεσθαι καὶ αἰχμαλωτίζειν ... προαιρέσεώς ἐστιν ἐνεργήματα Gr.Nyss.<i>Apoll</i>.212.28<br /><b class="num">•</b>fil. [[acto]], [[realización en acto]] νοῦς δὲ ἐ.· ὥστε ἐ. [[αὐτός]] el Uno, Plot.6.8.16, cf. 9.2.<br /><b class="num">3</b> [[suceso]], [[acontecimiento]] τῶν δ' ἐνεργημάτων ὑπὲρ τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν φανέντων de los actos de Medea, Dionys.Scyt.36.62, τὰ συμβαίνοντά σοι ἐνεργήματα <i>Ep.Barn</i>.19.6c.<br /><b class="num">4</b> [[función]] τοῦ ... ἀναγωγοῦ τὸ ἐ. la función de la (causa) elevativa</i> Procl.<i>Inst</i>.158.<br /><b class="num">II</b> de tipo sobrenatural<br /><b class="num">1</b> [[poder]], [[acto de tipo divino o mágico]] ἐνεργήματα δυνάμεων poderes milagrosos</i> 1<i>Ep.Cor</i>.12.10, cf. <i>A.Io.Oxy</i>.34, τὰ θεῖα ἐνεργήματα Clem.Al.<i>Strom</i>.6.16.137, cf. Origenes <i>Io</i>.20.36 (p.376.35), <i>Const.App</i>.2.43.3, Cyr.Al.<i>Inc.Unigen</i>.713a, ἔχεις τὴν τελετὴν τοῦ μεγίστου καὶ θείου ἐνεργήματος <i>PMag</i>.12.317, cf. 1.194.<br /><b class="num">2</b> astrol. [[poder de acción]], [[influjo]] ἡ ἐν τοῖς ἐνεργήμασι σύγκρασις Ptol.<i>Tetr</i>.2.9.19.
|dgtxt=-ματος, τό<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[acto]] τὸ συνεχὲς ἐ. ἐν φυσιολογίᾳ Epicur.<i>Ep</i>.[2] 37, cf. Metrod.(?) <i>Herc</i>.831.8.8, Chrysipp.<i>Stoic</i>.2.295, ἐν τοῖς διαφέρουσι τῶν ἐνεργημάτων en actos diferentes</i> Plb.4.8.7, διανοίας ἐ. καὶ κίνησις [[ἀόρατος]] Aristeas 156, cf. D.L.5.29, γίνεται ... ἐκ φρονήσεως τὸ φρονεῖν ... καὶ ἀφ' ἑκάστης τῶν ἄλλων τὸ κατ' αὐτὴν ἐ. Ph.1.213, op. παθήματα Gal.7.52, Plu.<i>Pars.An</i>.5, cf. S.E.<i>P</i>.2.47, ψυχικὸν ... ἐ. καὶ οὐ φυσικόν Gal.19.170, τὰ τῶν φύσεων ἐνεργήματα Iambl.<i>Myst</i>.4.13, cf. A.D.<i>Adu</i>.204.14, Longin.39.3, μηδὲν ἐ. [[εἰκῇ]] ... ἐνεργείσθω M.Ant.4.2, Vett.Val.252.12, (ὁ δώριος τόνος) πρὸς τὰ βαρύτερα τῆς φωνῆς ἐνεργήματα χρήσιμος Aristid.Quint.23.2.<br /><b class="num">2</b> [[realización]], [[puesta en práctica de una decisión]] τὸ γὰρ ἀντιστρατεύεσθαι καὶ αἰχμαλωτίζειν ... προαιρέσεώς ἐστιν ἐνεργήματα Gr.Nyss.<i>Apoll</i>.212.28<br /><b class="num">•</b>fil. [[acto]], [[realización en acto]] νοῦς δὲ ἐ.· ὥστε ἐ. [[αὐτός]] el Uno, Plot.6.8.16, cf. 9.2.<br /><b class="num">3</b> [[suceso]], [[acontecimiento]] τῶν δ' ἐνεργημάτων ὑπὲρ τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν φανέντων de los actos de Medea, Dionys.Scyt.36.62, τὰ συμβαίνοντά σοι ἐνεργήματα <i>Ep.Barn</i>.19.6c.<br /><b class="num">4</b> [[función]] τοῦ ... ἀναγωγοῦ τὸ ἐ. la función de la (causa) elevativa</i> Procl.<i>Inst</i>.158.<br /><b class="num">II</b> de tipo sobrenatural<br /><b class="num">1</b> [[poder]], [[acto de tipo divino o mágico]] ἐνεργήματα δυνάμεων poderes milagrosos</i> 1<i>Ep.Cor</i>.12.10, cf. <i>A.Io.Oxy</i>.34, τὰ θεῖα ἐνεργήματα Clem.Al.<i>Strom</i>.6.16.137, cf. Origenes <i>Io</i>.20.36 (p.376.35), <i>Const.App</i>.2.43.3, Cyr.Al.<i>Inc.Unigen</i>.713a, ἔχεις τὴν τελετὴν τοῦ μεγίστου καὶ θείου ἐνεργήματος <i>PMag</i>.12.317, cf. 1.194.<br /><b class="num">2</b> astrol. [[poder de acción]], [[influjo]] ἡ ἐν τοῖς ἐνεργήμασι σύγκρασις Ptol.<i>Tetr</i>.2.9.19.
}}
{{StrongGR
|strgr=from [[ἐνεργέω]]; an [[effect]]: [[operation]], [[working]].
}}
}}

Revision as of 17:43, 25 August 2017

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἐνέργημα Medium diacritics: ἐνέργημα Low diacritics: ενέργημα Capitals: ΕΝΕΡΓΗΜΑ
Transliteration A: enérgēma Transliteration B: energēma Transliteration C: energima Beta Code: e)ne/rghma

English (LSJ)

ατος, τό,

   A action, activity, operation, Plb. 4.8.7, D.S.4.51 (of the labours of Heracles), Ph.1.213, M.Ant.4.2, Procl.Inst.158, al.: pl., φύσεων Iamb.Myst.4.13; opp. πάθος, Stoic. 2.59, cf. 3.134, Chrysipp.ib.2.295.    2 realized object, [νοῦς] αὑτοῦ ἐ. Plot.6.8.16, cf.6.9.2.    3 dub. for ἐνάργημα, Epicur.Ep.1p.4U.; τὸ κατὰ φιλοσοφίαν ἐ. Metrod.Herc.831.8, cf.Phld.Po.2.68.

German (Pape)

[Seite 838] τό, das Bewirkte, die That; Pol. 4, 8, 7; τὰ περὶ τὰς πράξεις ἐνεργήματα 2, 42, 7; a. Sp., wie D. Sic. 4, 51.

Greek (Liddell-Scott)

ἐνέργημα: τό, τὸ ἐνεργηθέν, ἡ ἐνέργεια, Πολύβ. 4. 8, 7, Διόδ. 4. 51.

Spanish (DGE)

-ματος, τό
I 1acto τὸ συνεχὲς ἐ. ἐν φυσιολογίᾳ Epicur.Ep.[2] 37, cf. Metrod.(?) Herc.831.8.8, Chrysipp.Stoic.2.295, ἐν τοῖς διαφέρουσι τῶν ἐνεργημάτων en actos diferentes Plb.4.8.7, διανοίας ἐ. καὶ κίνησις ἀόρατος Aristeas 156, cf. D.L.5.29, γίνεται ... ἐκ φρονήσεως τὸ φρονεῖν ... καὶ ἀφ' ἑκάστης τῶν ἄλλων τὸ κατ' αὐτὴν ἐ. Ph.1.213, op. παθήματα Gal.7.52, Plu.Pars.An.5, cf. S.E.P.2.47, ψυχικὸν ... ἐ. καὶ οὐ φυσικόν Gal.19.170, τὰ τῶν φύσεων ἐνεργήματα Iambl.Myst.4.13, cf. A.D.Adu.204.14, Longin.39.3, μηδὲν ἐ. εἰκῇ ... ἐνεργείσθω M.Ant.4.2, Vett.Val.252.12, (ὁ δώριος τόνος) πρὸς τὰ βαρύτερα τῆς φωνῆς ἐνεργήματα χρήσιμος Aristid.Quint.23.2.
2 realización, puesta en práctica de una decisión τὸ γὰρ ἀντιστρατεύεσθαι καὶ αἰχμαλωτίζειν ... προαιρέσεώς ἐστιν ἐνεργήματα Gr.Nyss.Apoll.212.28
fil. acto, realización en acto νοῦς δὲ ἐ.· ὥστε ἐ. αὐτός el Uno, Plot.6.8.16, cf. 9.2.
3 suceso, acontecimiento τῶν δ' ἐνεργημάτων ὑπὲρ τὴν ἀνθρωπίνην φύσιν φανέντων de los actos de Medea, Dionys.Scyt.36.62, τὰ συμβαίνοντά σοι ἐνεργήματα Ep.Barn.19.6c.
4 función τοῦ ... ἀναγωγοῦ τὸ ἐ. la función de la (causa) elevativa Procl.Inst.158.
II de tipo sobrenatural
1 poder, acto de tipo divino o mágico ἐνεργήματα δυνάμεων poderes milagrosos 1Ep.Cor.12.10, cf. A.Io.Oxy.34, τὰ θεῖα ἐνεργήματα Clem.Al.Strom.6.16.137, cf. Origenes Io.20.36 (p.376.35), Const.App.2.43.3, Cyr.Al.Inc.Unigen.713a, ἔχεις τὴν τελετὴν τοῦ μεγίστου καὶ θείου ἐνεργήματος PMag.12.317, cf. 1.194.
2 astrol. poder de acción, influjo ἡ ἐν τοῖς ἐνεργήμασι σύγκρασις Ptol.Tetr.2.9.19.

English (Strong)

from ἐνεργέω; an effect: operation, working.