ἐξαρτισμός: Difference between revisions
ἀμήχανον δὲ παντὸς ἀνδρὸς ἐκμαθεῖν ψυχήν τε καὶ φρόνημα καὶ γνώμην, πρὶν ἂν ἀρχαῖς τε καὶ νόμοισιν ἐντριβὴς φανῇ → hard it is to learn the mind of any mortal or the heart, 'till he be tried in chief authority | it is impossible to know fully any man's character, will, or judgment, until he has been proved by the test of rule and law-giving
(big3_15) |
(12) |
||
Line 18: | Line 18: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-οῦ, ὁ<br /><b class="num">1</b> plu. [[instalaciones]], [[equipamiento]] en una factoría comercial <i>Peripl.M.Rubri</i> 21, de una casa τιμὰς ... ἐξαρτισμῶν <i>PRyl</i>.233.13 (II d.C.).<br /><b class="num">2</b> fig. [[ordenación]], [[regulación]] τρόπων ἐ. regulación de las costumbres</i> Aristeas 144. | |dgtxt=-οῦ, ὁ<br /><b class="num">1</b> plu. [[instalaciones]], [[equipamiento]] en una factoría comercial <i>Peripl.M.Rubri</i> 21, de una casa τιμὰς ... ἐξαρτισμῶν <i>PRyl</i>.233.13 (II d.C.).<br /><b class="num">2</b> fig. [[ordenación]], [[regulación]] τρόπων ἐ. regulación de las costumbres</i> Aristeas 144. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=ο (AM [[ἐξαρτισμός]]) [[εξαρτίζω]]<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> το [[σύνολο]] τών σκευών που χρειάζονται στο [[πλοίο]] για τον πλήρη εφοδιασμό και εξοπλισμό του<br /><b>2.</b> το [[σύνολο]] τών σχοινιών του πλοίου<br /><b>3.</b> <b>συνεκδ.</b> οι κεραίες και οι ιστοί του πλοίου, κν. η [[αρματωσιά]]<br /><b>αρχ.</b><br />(κυρ. για [[πλοίο]]) [[εφοδιασμός]], [[εξοπλισμός]]. | |||
}} | }} |
Revision as of 07:09, 29 September 2017
English (LSJ)
ὁ,
A equipment of a ship, Peripl.M.Rubr.21 (pl.): pl., fittings, PRyl.233.13 (ii A. D.): metaph., τρόπων Aristeas 144.
German (Pape)
[Seite 873] ὁ, dasselbe; Arr. Befrachtung der Schiffe.
Greek (Liddell-Scott)
ἐξαρτισμός: ὁ, τὸ ἐξαρτίζειν, ἐξοπλίζειν πλοῖον, Βασιλικ. 15. 1, 3, Ἀρριαν. Τακτ. (;), οὕτω καὶ ἐξάρτῐσις, ἡ, Εὐστ. 56, 21 (;).
Spanish (DGE)
-οῦ, ὁ
1 plu. instalaciones, equipamiento en una factoría comercial Peripl.M.Rubri 21, de una casa τιμὰς ... ἐξαρτισμῶν PRyl.233.13 (II d.C.).
2 fig. ordenación, regulación τρόπων ἐ. regulación de las costumbres Aristeas 144.
Greek Monolingual
ο (AM ἐξαρτισμός) εξαρτίζω
νεοελλ.
1. το σύνολο τών σκευών που χρειάζονται στο πλοίο για τον πλήρη εφοδιασμό και εξοπλισμό του
2. το σύνολο τών σχοινιών του πλοίου
3. συνεκδ. οι κεραίες και οι ιστοί του πλοίου, κν. η αρματωσιά
αρχ.
(κυρ. για πλοίο) εφοδιασμός, εξοπλισμός.