ἀγχίστροφος: Difference between revisions
ἢν μή τις ὥσπερ σφηκιὰν βλίττῃ με κἀρεθίζῃ → may no one squeeze me and tease me like a wasp | may no one smoke me and tease me like a wasp | but if anyone annoys me and rifles my nest, they'll find a wasp inside | still if you wake a wasps' nest then of wasps you must beware
(big3_1) |
(2) |
||
Line 15: | Line 15: | ||
{{DGE | {{DGE | ||
|dgtxt=-ον<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[que da la vuelta rápidamente]] ἰκτῖνος Thgn.1261.<br /><b class="num">2</b> [[cambiante]], [[que cambia rápidamente]] μεταβολή un cambio súbito</i> Th.2.53, Ael.<i>VH</i> 5.13, μεταστάσεις τῆς δόξης Procop.<i>Goth</i>.3.24.28, ἀστάθμητον πρᾶγμα εὐτυχία καὶ ἀγχίστροφον D.H.4.23, cf. Gr.Nyss.<i>Hom. in Eccl</i>.288.10.<br /><b class="num">II</b> subst. τὸ ἀ.<br /><b class="num">1</b> ret. [[facilidad para la transición]] de Homero, Longin.27.3.<br /><b class="num">2</b> fig. [[giro]], [[cambio]], [[vuelco de una situación]] τῆς μάχης Sch.Er.<i>Il</i>.11.318.<br /><b class="num">III</b> adv. <br /><b class="num">1</b> neutr. plu. ἀγχίστροφα [[en sentido contrario]] ἀ. βουλεύομαι Hdt.7.13.<br /><b class="num">2</b> -ως ret. [[de manera cambiante]] ἀ. ἀντισπώμενοι Longin.22.1. | |dgtxt=-ον<br /><b class="num">I</b> <b class="num">1</b>[[que da la vuelta rápidamente]] ἰκτῖνος Thgn.1261.<br /><b class="num">2</b> [[cambiante]], [[que cambia rápidamente]] μεταβολή un cambio súbito</i> Th.2.53, Ael.<i>VH</i> 5.13, μεταστάσεις τῆς δόξης Procop.<i>Goth</i>.3.24.28, ἀστάθμητον πρᾶγμα εὐτυχία καὶ ἀγχίστροφον D.H.4.23, cf. Gr.Nyss.<i>Hom. in Eccl</i>.288.10.<br /><b class="num">II</b> subst. τὸ ἀ.<br /><b class="num">1</b> ret. [[facilidad para la transición]] de Homero, Longin.27.3.<br /><b class="num">2</b> fig. [[giro]], [[cambio]], [[vuelco de una situación]] τῆς μάχης Sch.Er.<i>Il</i>.11.318.<br /><b class="num">III</b> adv. <br /><b class="num">1</b> neutr. plu. ἀγχίστροφα [[en sentido contrario]] ἀ. βουλεύομαι Hdt.7.13.<br /><b class="num">2</b> -ως ret. [[de manera cambiante]] ἀ. ἀντισπώμενοι Longin.22.1. | ||
}} | |||
{{lsm | |||
|lsmtext='''ἀγχίστροφος:''' -ον ([[στρέφω]]),<br /><b class="num">1.</b> αυτός που στρέφεται [[πλησίον]], αυτός που περιστρέφεται [[γρήγορα]], λέγεται για [[γεράκι]], σε Θέογν.<br /><b class="num">2.</b> αυτός που εύκολα μεταβάλλεται, [[ξαφνικός]], [[αιφνίδιος]], σε Θουκ.· ουδ. πληθ. ως επίρρ., [[ξαφνικά]], αιφνιδίως, σε Ηρόδ. | |||
}} | }} |
Revision as of 17:27, 30 December 2018
English (LSJ)
ον,
A turning closely, quick-swooping, ἰκτῖνος Thgn. 1261. 2 quick-changing, changeable, ἀγχίστροφα βουλεύεσθαι Hdt.7.13; ἀ. μεταβολή sudden change, Th.2.53; ἀστάθμητον πρᾶγμα εὐτυχία καὶ ἀ. D.H.4.23:—Rhet., τὸ ἀ. rapidity of transition, Longin. 27.3; ἁρμονία ἀ. περὶ τὰς πτώσεις a style flexible in the use of the cases, D.H.Comp.22. Adv. -φως Longin.22.1.
Greek (Liddell-Scott)
ἀγχίστροφος: -ον, ὁ στρεφόμενος πλησίον, ταχέως, ταχεῖα στροφὴ τροχοῦ, ἰκτῖνος, Θέογν. 1261. 2) ὁ ταχέως μεταβαλλόμενος, εὐμετάβολος, ἀγχίστροφα βουλεύεσθαι, μεταβάλλω αἴφνης τὰς σκέψεις μου, Ἡρόδ. 7. 13· ἀγχ. μεταβολή, αἰφνίδιος μεταβολή, Θουκ. 2. 53: ― συχν. παρὰ τοῖς ῥήτορσιν, ὁ εἰσάγων λέξεις ἢ σκέψεις αἰφνιδίως· τὸ ἀγχ., ταχύτης μεταβάσεως, Toup. Λογγῖν. 27, Schäf. Διον. Ἁλ. περὶ συνθ. σ. 300: ― Ἐπίρρ., -φως, Λογγῖν. 22. 1.
Spanish (DGE)
-ον
I 1que da la vuelta rápidamente ἰκτῖνος Thgn.1261.
2 cambiante, que cambia rápidamente μεταβολή un cambio súbito Th.2.53, Ael.VH 5.13, μεταστάσεις τῆς δόξης Procop.Goth.3.24.28, ἀστάθμητον πρᾶγμα εὐτυχία καὶ ἀγχίστροφον D.H.4.23, cf. Gr.Nyss.Hom. in Eccl.288.10.
II subst. τὸ ἀ.
1 ret. facilidad para la transición de Homero, Longin.27.3.
2 fig. giro, cambio, vuelco de una situación τῆς μάχης Sch.Er.Il.11.318.
III adv.
1 neutr. plu. ἀγχίστροφα en sentido contrario ἀ. βουλεύομαι Hdt.7.13.
2 -ως ret. de manera cambiante ἀ. ἀντισπώμενοι Longin.22.1.
Greek Monotonic
ἀγχίστροφος: -ον (στρέφω),
1. αυτός που στρέφεται πλησίον, αυτός που περιστρέφεται γρήγορα, λέγεται για γεράκι, σε Θέογν.
2. αυτός που εύκολα μεταβάλλεται, ξαφνικός, αιφνίδιος, σε Θουκ.· ουδ. πληθ. ως επίρρ., ξαφνικά, αιφνιδίως, σε Ηρόδ.