κατεναντίον: Difference between revisions

From LSJ

τὸ τῶν νικητόρων στρατόπεδον → Victorious Legion

Source
(5)
(2b)
Line 27: Line 27:
{{lsm
{{lsm
|lsmtext='''κατεναντίον:''' επίρρ., ακριβώς αντίθετα, [[αντίκρυ]], ενώπιον, <i>τινί</i>, σε Ομήρ. Ιλ., Ησίοδ.· <i>τινός</i>, σε Ηρόδ. κ.λπ.
|lsmtext='''κατεναντίον:''' επίρρ., ακριβώς αντίθετα, [[αντίκρυ]], ενώπιον, <i>τινί</i>, σε Ομήρ. Ιλ., Ησίοδ.· <i>τινός</i>, σε Ηρόδ. κ.λπ.
}}
{{elru
|elrutext='''κατεναντίον:''' praep. [[cum]] gen. et dat. против (τινί [[ἐλθεῖν]] Hom.; ὁρμηθῆναι Hes.; κ. τῆς ἀκροπόλιος Her.).
}}
}}

Revision as of 06:00, 31 December 2018

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: κατεναντίον Medium diacritics: κατεναντίον Low diacritics: κατεναντίον Capitals: ΚΑΤΕΝΑΝΤΙΟΝ
Transliteration A: katenantíon Transliteration B: katenantion Transliteration C: katenantion Beta Code: katenanti/on

English (LSJ)

= foreg., τινι Il.21.567;

   A ἀλλήλοισιν AP9.132, Man.1.215, etc.; ἐκείνου (v.l. ἐκείνῳ) Hes.Sc.73, cf. A.R.2.360; τῆς ἀκροπόλιος Hdt.3.144: abs., Man.1.285:—alsoκατ-εναντία, νήσου A.R. 2.1116: abs., κ. κεῖνται D.P.114.

German (Pape)

[Seite 1395] entgegen, gegenüber, τινί, ἐλθεῖν Il. 21, 567; ὁρμηθῆναι Hes. Sc. 73; sp. D.; τινός, Ap. Rh. 2, 350.

Greek (Liddell-Scott)

κατεναντίον: Ἐπίρρ., ἐναντίον, ἐπὶ ἐχθρικῆς σημ., τινὶ Ἰλ. Χ. 567· κ. ἐκείνῳ ὁρμηθῆναι Ἡσ. Ἀσπ. Ἡρ. 73· κ. ἀλλήλοις ἐλθόντες Ἀνθ. ΙΙ. 9.132, κτλ.· ἐναντίον, ἀπέναντι, ἀντικρύ, τινὸς Ἡρόδ. 3. 144, Ἀπολλ. Ρόδ., κτλ.·- ὡσαύτως κατεναντία, Ἀπολλ. Ρόδ. Β. 1116, Διον. ΙΙ. 114.

French (Bailly abrégé)

adv.
en face de, dat. ou gén..
Étymologie: κατά, ἐναντίον.

English (Autenrieth)

down against, go to meet; τινί, Il. 21.567†.

Greek Monolingual

κατεναντίον (Α)
επίρρ.
1. εναντίον κάποιου («εἰ δὲ κὲν οἱ προπάροιθε πόλιος κατεναντίον ἔλθω», Ομ. Ιλ.)
2. ακριβώς απέναντι, καταντικρύ.

Greek Monotonic

κατεναντίον: επίρρ., ακριβώς αντίθετα, αντίκρυ, ενώπιον, τινί, σε Ομήρ. Ιλ., Ησίοδ.· τινός, σε Ηρόδ. κ.λπ.

Russian (Dvoretsky)

κατεναντίον: praep. cum gen. et dat. против (τινί ἐλθεῖν Hom.; ὁρμηθῆναι Hes.; κ. τῆς ἀκροπόλιος Her.).