ἀσυνάρμοστος: Difference between revisions

1b
(6)
(1b)
Line 24: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀσυνάρμοστος]], -ον (Α) [[συναρμόζω]]<br /><b>1.</b> [[ανάρμοστος]], [[αταίριαστος]]<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> «το ασυνάρμοστον» — η [[ασυμφωνία]], η [[δυσαρμονία]].
|mltxt=[[ἀσυνάρμοστος]], -ον (Α) [[συναρμόζω]]<br /><b>1.</b> [[ανάρμοστος]], [[αταίριαστος]]<br /><b>2.</b> <b>το ουδ. ως ουσ.</b> «το ασυνάρμοστον» — η [[ασυμφωνία]], η [[δυσαρμονία]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἀσυνάρμοστος:''' несовместимый, непримиримый Plut.
}}
}}