συνδώδεκα: Difference between revisions
From LSJ
Σκηνὴ πᾶς ὁ βίος καὶ παίγνιον: ἢ μάθε παίζειν, τὴν σπουδὴν μεταθείς, ἢ φέρε τὰς ὀδύνας → All life is a stage and a play: either learn to play laying your gravity aside, or bear with life's pains.
(6) |
(4) |
||
Line 27: | Line 27: | ||
{{lsm | {{lsm | ||
|lsmtext='''συνδώδεκα:''' οἱ, αἱ, τά, [[δώδεκα]] μαζί, [[δώδεκα]] συνολικά, σε Ευρ. | |lsmtext='''συνδώδεκα:''' οἱ, αἱ, τά, [[δώδεκα]] μαζί, [[δώδεκα]] συνολικά, σε Ευρ. | ||
}} | |||
{{elru | |||
|elrutext='''συνδώδεκα:''' οἱ, αἱ, τά indecl. по двенадцати: σελᾶναι σ. πλήθει Eur. двенадцать полнолуний. | |||
}} | }} |
Revision as of 08:32, 31 December 2018
English (LSJ)
οἱ, αἱ, τά,
A twelve in all, E.Tr.1076 (lyr.).
German (Pape)
[Seite 1009] οἱ, αἱ, τά, je zwölf, zu zwölfen, Eur. Troad. 1076.
Greek (Liddell-Scott)
συνδώδεκα: οἱ, αἱ, τά, δώδεκα ὁμοῦ, σελᾶναι συνδώδεκα πλήθει Εὐρ. Τρῳ. 1076.
French (Bailly abrégé)
(οἱ, αἱ, τά)
douze en tout.
Étymologie: σύν, δώδεκα.
Greek Monolingual
οἱ, αἱ, τὰ, Α
δώδεκα μαζί, ανά δώδεκα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + δώδεκα.
Greek Monolingual
οἱ, αἱ, τὰ, Α
δώδεκα μαζί, ανά δώδεκα.
[ΕΤΥΜΟΛ. < συν- + δώδεκα.
Greek Monotonic
συνδώδεκα: οἱ, αἱ, τά, δώδεκα μαζί, δώδεκα συνολικά, σε Ευρ.
Russian (Dvoretsky)
συνδώδεκα: οἱ, αἱ, τά indecl. по двенадцати: σελᾶναι σ. πλήθει Eur. двенадцать полнолуний.