разумный: Difference between revisions
From LSJ
Ἆρ' ἐστὶ συγγενές τι λύπη καὶ βίος → Res sunt cognatae vita et anxietudines → Es sind ja Leid und Leben irgendwie verwandt
(6) |
(DvTab) |
||
Line 1: | Line 1: | ||
{{ruel | {{ruel | ||
|rueltext=[[περιφραδής]], [[πολύφρων]], [[ἐχέθυμος]], [[εὐγνώμων]], [[κεδνός]], [[ἀρτίφρων]], [[δαΐφρων]], [[διανοητικός]], [[ἔλλογος]], [[σοφός]], [[νοερός]], [[λογικός]], [[πυκινός]], [[εὔφρων]], [[ἐΰφρων]], [[ἐϋφρονέων]], [[συνετή]], [[εὔλογος]], [[νοήμων]], [[πεπνυμένος]], [[ἐπίφρων]], [[ἐχέφρων]], [[θυμόσοφος]], [[νουνεχής]], [[πυκιμήδης]], [[πυκιμηδής]], [[περίφρων]], [[πευκάλιμος]], [[ἔννοος]], [[ἔννους]], [[θυμοσοφικός]], [[πραγματικός]], [[βουλήεις]], [[ἐοικώς]], [[λογιστικός]], [[πινυτός]], [[ἀριφραδής]] | |rueltext=[[ὑγιής]], [[εἰκώς]], [[περιφραδής]], [[πολύφρων]], [[ἐχέθυμος]], [[εὐγνώμων]], [[κεδνός]], [[ἀρτίφρων]], [[δαΐφρων]], [[διανοητικός]], [[ἔλλογος]], [[σοφός]], [[νοερός]], [[λογικός]], [[πυκινός]], [[εὔφρων]], [[ἐΰφρων]], [[ἐϋφρονέων]], [[συνετή]], [[εὔλογος]], [[νοήμων]], [[πεπνυμένος]], [[ἐπίφρων]], [[ἐχέφρων]], [[θυμόσοφος]], [[νουνεχής]], [[πυκιμήδης]], [[πυκιμηδής]], [[περίφρων]], [[πευκάλιμος]], [[ἔννοος]], [[ἔννους]], [[θυμοσοφικός]], [[πραγματικός]], [[βουλήεις]], [[ἐοικώς]], [[λογιστικός]], [[πινυτός]], [[ἀριφραδής]], [[ἐσθλός]], [[ἔμφρων]] | ||
}} | }} |
Revision as of 10:00, 15 October 2019
Russian > Greek
ὑγιής, εἰκώς, περιφραδής, πολύφρων, ἐχέθυμος, εὐγνώμων, κεδνός, ἀρτίφρων, δαΐφρων, διανοητικός, ἔλλογος, σοφός, νοερός, λογικός, πυκινός, εὔφρων, ἐΰφρων, ἐϋφρονέων, συνετή, εὔλογος, νοήμων, πεπνυμένος, ἐπίφρων, ἐχέφρων, θυμόσοφος, νουνεχής, πυκιμήδης, πυκιμηδής, περίφρων, πευκάλιμος, ἔννοος, ἔννους, θυμοσοφικός, πραγματικός, βουλήεις, ἐοικώς, λογιστικός, πινυτός, ἀριφραδής, ἐσθλός, ἔμφρων