περίγρα: Difference between revisions

From LSJ

ἀλλ᾽ ἀμφὶ τοῖς σφαλεῖσι μὴ 'ξ ἑκουσίας ὀργὴ πέπειρα → to those who err in judgment, not in will, anger is gentle | men's wrath is softened toward those who have erred unwittingly

Source
(32)
m (Text replacement - "<b class="b2">([\w]+ [\w]+ [\w]+)<\/b>" to "$1")
Line 8: Line 8:
|Transliteration C=perigra
|Transliteration C=perigra
|Beta Code=peri/gra
|Beta Code=peri/gra
|Definition=ἡ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> <b class="b2">pair of compasses</b>, <span class="bibl">Eust.1960.18</span>, Suid.</span>
|Definition=ἡ, <span class="sense"><p>&nbsp;&nbsp;&nbsp;<span class="bld">A</span> [[pair of compasses]], <span class="bibl">Eust.1960.18</span>, Suid.</span>
}}
}}
{{pape
{{pape

Revision as of 13:43, 1 July 2020

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περίγρα Medium diacritics: περίγρα Low diacritics: περίγρα Capitals: ΠΕΡΙΓΡΑ
Transliteration A: perígra Transliteration B: perigra Transliteration C: perigra Beta Code: peri/gra

English (LSJ)

ἡ,

   A pair of compasses, Eust.1960.18, Suid.

German (Pape)

[Seite 572] ἡ, der Zirkel, Eust.

Greek (Liddell-Scott)

περίγρα: ἡ, διαβήτης, «περγέλι», Εὐστ. 1960. 18, Σουΐδ.

Greek Monolingual

η, ΝΜΑ περιγράφω
τεχνολ. ο μεγάλος ξύλινος διαβήτης τών οικοδόμων και τοπογράφων που χρησιμοποιείται για τη χάραξη κύκλων μεγάλης ακτίνας πάνω στο έδαφος ή σε δάπεδο, το περ(ι)γέλι
μσν.
(κατά το λεξ. Σούδα) «περίγρα, ὁ διαβήτης
δι' ἧς οἱ τροχοὶ περιφερεῑς ἀποτελοῡνται» (Ευστ.).