ἀντιδωρέομαι: Difference between revisions
Ἔλπιζε τιμῶν τοὺς θεοὺς πράξειν καλῶς → Spera felicitatem, si deos colas → Erhoffe Wohlergeh'n, wenn du die Götter ehrst
m (Text replacement - " <span class="bld">" to "<span class="bld">") |
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''') ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2 $3") |
||
Line 26: | Line 26: | ||
}} | }} | ||
{{elru | {{elru | ||
|elrutext='''ἀντιδωρέομαι:''' дарить в ответ (τι Arst.; τινί τι Eur., Plat. и τινά τινι Her., Plat.). | |elrutext='''ἀντιδωρέομαι:''' [[дарить в ответ]] (τι Arst.; τινί τι Eur., Plat. и τινά τινι Her., Plat.). | ||
}} | }} | ||
{{mdlsj | {{mdlsj | ||
|mdlsjtxt=<br />Dep. to [[present]] in [[return]], τινά τινι one with a [[thing]], Hdt., Plat., etc.; also, ἀντ. τινί τι to [[present]] a [[thing]] in [[turn]] to one, Eur. | |mdlsjtxt=<br />Dep. to [[present]] in [[return]], τινά τινι one with a [[thing]], Hdt., Plat., etc.; also, ἀντ. τινί τι to [[present]] a [[thing]] in [[turn]] to one, Eur. | ||
}} | }} |
Revision as of 14:15, 20 August 2022
English (LSJ)
A present in return, ἀ. τινά τινι one with a thing, Hdt.2.30; τινί τι a thing to one, θεοὶ δέ σοι ἐσθλῶν ἀμοιβὰς ἀντιδωρησαίατο E.Hel. 159, cf. Pl.Euthphr.14e; offer instead τούτου ἐφιέμενος ἀ. ἄλλο Arist. EN1159b14.
German (Pape)
[Seite 252] dagegen schenken, vergelten, Her. 2, 80; τινί, Plat. Euthyphr. 14 e u. sonst.
Greek (Liddell-Scott)
ἀντιδωρέομαι: ἀποθ., παρέχω τι ὡς δωρεὰν ἀντὶ ἐκείνου ὅπερ ἔλαβον ὁ δέ σφεας τῷδε ἀντιδωρέεται, ἔνθα ἡ δοτ. σημαίνει τὸ πρᾶγμα, Ἡρόδ. 2. 30, Πλάτ., κτλ.· ὡσαύτως, τινί τι, πρᾶγμά τι εἴς τινα, ὡς ἀνταμοιβὴν καλῆς πράξεως, θεοὶ δέ σοι ἐσθλῶν ἀμοιβὰς ἀντιδωρησαίατο Εὐρ. Ἑλ. 159, πρβλ. Πλάτ. Εὐθύφρ. 14Ε· ματὰ τοῦ τι μόνον, οὗ γὰρ τυγχάνει τις ἐνδεὴς ὤν, τούτου ἐφιέμενος ἀντιδωρεῖται ἄλλο Ἀριστ. Ἠθ. Ν. 8. 8, 6.
French (Bailly abrégé)
-οῦμαι;
faire don en échange ou en retour.
Étymologie: ἀντί, δωρέομαι.
Spanish (DGE)
regalar a cambio, remunerar, corresponder c. ac. de pers. y dat. de cosa ὁ δέ σφεας τῷδε ἀντιδωρέεται Hdt.2.30, αὐτὸν ... ἄλλοις τε πολλοῖς καὶ γῇ I.Ap.1.110
•c. dat. de pers. y ac. de cosa θεοὶ δέ σοι ἐσθλῶν ἀμοιβὰς ἀντιδωρησαίατο E.Hel.159, en v. pas. ταῦτα ἐκείνοις ἀντιδωρεῖσθαι Pl.Euthphr.14e
•sólo c. ac. ofrecer, dar a cambio χρήματα Pl.Lg.938a, τούτου ἐφιέμενος ἀ. ἄλλο Arist.EN 1159b14, abs. X.Cyr.5.4.32
•pagar en v. pas. οὐκ ἀντεδωρήθης PBon.5.4.17 (III/IV d.C.), cf. 5.10.10
•c. ac. de pers. devolver τοὺς αἰχμαλώτους Plb.1.83.8, 3.28.3.
Greek Monotonic
ἀντιδωρέομαι: μέλ. -ήσομαι, αποθ., δωρίζω σε αντάλλαγμα, τινά τινι, κάποιον με κάτι, σε Ηρόδ., Πλάτ. κ.λπ.· επίσης, ἀντ. τινί τι, δωρίζω κάτι σε ανταπόδοση προς κάποιον, σε Ευρ.
Russian (Dvoretsky)
ἀντιδωρέομαι: дарить в ответ (τι Arst.; τινί τι Eur., Plat. и τινά τινι Her., Plat.).
Middle Liddell
Dep. to present in return, τινά τινι one with a thing, Hdt., Plat., etc.; also, ἀντ. τινί τι to present a thing in turn to one, Eur.