θελγεσίμυθος: Difference between revisions
From LSJ
τὰ καλὰ καὶ συμφέροντα ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν καὶ εἰρήνην τῷ κόσμῳ → what is good and profitable to our souls, and for peace to the world
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(:''') ([\p{Cyrillic}\s]+) ([a-zA-Z:\(])" to "$1 $2 $3") |
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3") |
||
Line 8: | Line 8: | ||
|Transliteration C=thelgesimythos | |Transliteration C=thelgesimythos | ||
|Beta Code=qelgesi/muqos | |Beta Code=qelgesi/muqos | ||
|Definition=[ῐ], ον, | |Definition=[ῐ], ον, [[soft-speaking]], AP9.525.9. | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape |
Revision as of 23:45, 23 August 2022
English (LSJ)
[ῐ], ον, soft-speaking, AP9.525.9.
German (Pape)
[Seite 1192] heißt Apollo im Hymnus IX, 525, 9, der durch Worte bezaubert.
Greek (Liddell-Scott)
θελγεσίμῡθος: -ον, θέλγων, κατακηλῶν διὰ τῶν λόγων αὑτοῦ, Ἀπόλλων Ἀνθ. Π. 9. 525, 9.
French (Bailly abrégé)
ος, ον :
qui charme par sa parole.
Étymologie: θέλγω, μῦθος.
Greek Monolingual
θελγεσίμυθος, -ον (Α)
αυτός που θέλγει, που μαγεύει με λόγια («θελγεσίμυθος Ἀπόλλων», Ανθ. Παλ.).
[ΕΤΥΜΟΛ. < θελγεσι- (< θέλγω) + -μυθος (< μύθος), πρβλ. ακριτόμυθος, δολιόμυθος].
Greek Monotonic
θελγεσίμῡθος: ον, αυτός που μιλά με ήπιο τρόπο, σε Ανθ. Π.
Russian (Dvoretsky)
θελγεσίμῡθος: зачаровывающий словами (Ἀπόλλων Anth.).