προσκαθίστημι: Difference between revisions

From LSJ

ὦ πολλῶν ἤδη λοπάδων τοὺς ἄμβωνας περιλείξας → you who have licked the labia of many vaginas (Eupolis fr. 52)

Source
m (Text replacement - "<span class="sense"><span class="bld">A<\/span> (?s)(?!.*<span class="bld">)(.*)(<\/span>)(\n}})" to "$1$3")
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
Line 12: Line 12:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0767.png Seite 767]] (s. [[ἵστημι]]), noch dazu einsetzen, τοῖς οὖσιν ἱερεῦσι τρίτον προσκατέστησεν, Plut. Num. 7; auch = in seine Gewalt bringen, LXX.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0767.png Seite 767]] (s. [[ἵστημι]]), noch dazu einsetzen, τοῖς οὖσιν ἱερεῦσι τρίτον προσκατέστησεν, Plut. Num. 7; auch = in seine Gewalt bringen, LXX.
}}
{{bailly
|btext=<i>f.</i> προσκαταστήσω, <i>ao.</i> προσκατέστησα, <i>etc.</i><br />établir <i>ou</i> instituer en outre : τινί, outre qqn <i>ou</i> qch.<br />'''Étymologie:''' [[πρός]], [[καθίστημι]].
}}
}}
{{ls
{{ls
|lstext='''προσκαθίστημι''': καθιστῶ, [[διορίζω]] [[προσέτι]], στρατηγὸν Διόδ. 13. 80, Πρβλ. Πλουτ. Ρωμ. 7· ― οὕτω καὶ ἐν τῷ μέσῳ ἀορ., Δίων Κ. 66. 8, κτλ.· τακτοποιῶ, διευθετῶ [[προσέτι]], τὰ ἐν Πόντῳ προσκατεστήσατο ὁ αὐτ. 42. 46.
|lstext='''προσκαθίστημι''': καθιστῶ, [[διορίζω]] [[προσέτι]], στρατηγὸν Διόδ. 13. 80, Πρβλ. Πλουτ. Ρωμ. 7· ― οὕτω καὶ ἐν τῷ μέσῳ ἀορ., Δίων Κ. 66. 8, κτλ.· τακτοποιῶ, διευθετῶ [[προσέτι]], τὰ ἐν Πόντῳ προσκατεστήσατο ὁ αὐτ. 42. 46.
}}
{{bailly
|btext=<i>f.</i> προσκαταστήσω, <i>ao.</i> προσκατέστησα, <i>etc.</i><br />établir <i>ou</i> instituer en outre : τινί, outre qqn <i>ou</i> qch.<br />'''Étymologie:''' [[πρός]], [[καθίστημι]].
}}
}}
{{grml
{{grml

Revision as of 08:36, 2 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: προσκαθίστημι Medium diacritics: προσκαθίστημι Low diacritics: προσκαθίστημι Capitals: ΠΡΟΣΚΑΘΙΣΤΗΜΙ
Transliteration A: proskathístēmi Transliteration B: proskathistēmi Transliteration C: proskathistimi Beta Code: proskaqi/sthmi

English (LSJ)

supply labour besides, τὰ ἐλλείποντα σώματα PPetr.2p.7 (iii B.C.); appoint besides, στρατηγόν D.S.13.80, cf. Plu. Num.7:—also in aor.Med., καινὰ ἕτερα [τέλη] D.C.66.8, etc.; arrange besides, τὰ ἐν Πόντῳ προσκατεστήσατο Id.42.46.

German (Pape)

[Seite 767] (s. ἵστημι), noch dazu einsetzen, τοῖς οὖσιν ἱερεῦσι τρίτον προσκατέστησεν, Plut. Num. 7; auch = in seine Gewalt bringen, LXX.

French (Bailly abrégé)

f. προσκαταστήσω, ao. προσκατέστησα, etc.
établir ou instituer en outre : τινί, outre qqn ou qch.
Étymologie: πρός, καθίστημι.

Greek (Liddell-Scott)

προσκαθίστημι: καθιστῶ, διορίζω προσέτι, στρατηγὸν Διόδ. 13. 80, Πρβλ. Πλουτ. Ρωμ. 7· ― οὕτω καὶ ἐν τῷ μέσῳ ἀορ., Δίων Κ. 66. 8, κτλ.· τακτοποιῶ, διευθετῶ προσέτι, τὰ ἐν Πόντῳ προσκατεστήσατο ὁ αὐτ. 42. 46.

Greek Monolingual

Α καθίστημι
1. καθιστώ, διορίζω επί πλέονπροσκαθίστημι στρατηγόν», Διόδ.)
2. διευθετώ, τακτοποιώ επί πλέον
3. συγκαταριθμώ, συνυπολογίζω («ἐνόχους ἐν τούτῳ προσκατακτήσας καὶ τοὺς ἐμοὺς κληρονόμους», πάπ.).

Greek Monotonic

προσκαθίστημι: μέλ. -στήσω, στήνω, βάζω δίπλα, διορίζω επιπλέον, σε Πλούτ.

Russian (Dvoretsky)

προσκαθίστημι: сверх того ставить, дополнительно назначать (τοῖς οὖσι ἱερεῦσι τρίτον Plut.; ἄλλον στρατηγόν Diod.).

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

προσ-καθίστημι naast... aanstellen, met acc. en dat.: τοῖς οὖσιν ἱερεῦσι Διὸς καὶ Ἄρεως τρίτον Ῥωμύλου προσκατέστησεν naast de al bestaande priesters van Zeus en Mars stelde hij als derde een priester van Romulus aan Plut. Num. 7.9.

Middle Liddell

fut. -στήσω
to appoint besides, Plut.