ψευδεπίγραφος: Difference between revisions

From LSJ

θάνατος λοῖσθος ἰατρὸς νόσων → death is the last healer of sicknesses

Source
m (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{bailly
{{bailly
|btext=ος, ον :<br />qui porte faussement le titre de.<br />'''Étymologie:''' [[ψευδής]], [[ἐπιγράφω]].
|btext=ος, ον :<br />qui porte faussement le titre de.<br />'''Étymologie:''' [[ψευδής]], [[ἐπιγράφω]].
}}
{{elru
|elrutext='''ψευδεπίγρᾰφος:''' досл. ложно подписанный, перен. облыжно именуемый, мнимый (ὁ πραγματικὸς [[τρόπος]] Polyb.; [[φιλόσοφος]] Plut.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 21: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=-η, -ο / [[ψευδεπίγραφος]], -ον, ΝΜΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (για [[κείμενα]]) αυτός που [[ψευδώς]] αποδίδεται σε έναν συγγραφέα, που θεωρείται [[έργο]] του [[χωρίς]] να [[είναι]], [[νόθος]]<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τα ψευδεπίγραφα</i><br /><b>εκκλ.</b> (στην Ορθόδοξη και τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία) βιβλία που έχουν συνταχθεί [[κατά]] [[απομίμηση]] τών κανονικών βιβλίων της Αγίας Γραφής και έχουν αποκλειστεί από τον εκκλησιαστικό κανόνα, αλλ. απόκρυφα<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />αυτός που φέρει ψευδή [[επιγραφή]] ή τίτλο<br /><b>αρχ.</b><br />[[επιφανειακός]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>ψευδεπιγράφως</i> Ν<br />(<b>[[λόγιος]] τ.</b>) με ψευδεπίγραφο τρόπο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ψευδ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -[[επίγραφος]] (<span style="color: red;"><</span> [[επιγράφω]])].
|mltxt=-η, -ο / [[ψευδεπίγραφος]], -ον, ΝΜΑ<br /><b>νεοελλ.</b><br /><b>1.</b> (για [[κείμενα]]) αυτός που [[ψευδώς]] αποδίδεται σε έναν συγγραφέα, που θεωρείται [[έργο]] του [[χωρίς]] να [[είναι]], [[νόθος]]<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. πληθ. ως ουσ.</b>) <i>τα ψευδεπίγραφα</i><br /><b>εκκλ.</b> (στην Ορθόδοξη και τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία) βιβλία που έχουν συνταχθεί [[κατά]] [[απομίμηση]] τών κανονικών βιβλίων της Αγίας Γραφής και έχουν αποκλειστεί από τον εκκλησιαστικό κανόνα, αλλ. απόκρυφα<br /><b>μσν.-αρχ.</b><br />αυτός που φέρει ψευδή [[επιγραφή]] ή τίτλο<br /><b>αρχ.</b><br />[[επιφανειακός]]. <br /><b>επίρρ.</b><i>..</i><br /><i>ψευδεπιγράφως</i> Ν<br />(<b>[[λόγιος]] τ.</b>) με ψευδεπίγραφο τρόπο.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>ψευδ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -[[επίγραφος]] (<span style="color: red;"><</span> [[επιγράφω]])].
}}
{{elru
|elrutext='''ψευδεπίγρᾰφος:''' досл. ложно подписанный, перен. облыжно именуемый, мнимый (ὁ πραγματικὸς [[τρόπος]] Polyb.; [[φιλόσοφος]] Plut.).
}}
}}
==Wikipedia EN==
==Wikipedia EN==

Revision as of 17:05, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ψευδεπίγρᾰφος Medium diacritics: ψευδεπίγραφος Low diacritics: ψευδεπίγραφος Capitals: ΨΕΥΔΕΠΙΓΡΑΦΟΣ
Transliteration A: pseudepígraphos Transliteration B: pseudepigraphos Transliteration C: psevdepigrafos Beta Code: yeudepi/grafos

English (LSJ)

ον,
A with false superscription or title, not genuine, D.H.Dem.57, Inscr.Prien.37.123 (ii B.C.); φιλόσοφος Plu.2.479e; τρόπος superficial, Plb.23.5.5.

German (Pape)

[Seite 1393] falsch überschrieben, mit falscher Aufschrift, fälschlich benannt, unächt; Pol. 24, 5,5; D. Hal.; – dah. ἀδελφός, φιλόσοφος, des Namens eines Bruders, eines Philosophen unwürdig, Plut. de frat. am. 4.

French (Bailly abrégé)

ος, ον :
qui porte faussement le titre de.
Étymologie: ψευδής, ἐπιγράφω.

Russian (Dvoretsky)

ψευδεπίγρᾰφος: досл. ложно подписанный, перен. облыжно именуемый, мнимый (ὁ πραγματικὸς τρόπος Polyb.; φιλόσοφος Plut.).

Greek (Liddell-Scott)

ψευδεπίγραφος: -ον, ὁ ἔχων ψευδῆ ἐπιγραφὴν, οὐχὶ γνήσιος, νόθος, Πολύβ. 24. 5, 5, Διον. Ἁλ. π. Δημ. 57, κλπ.

Greek Monolingual

-η, -ο / ψευδεπίγραφος, -ον, ΝΜΑ
νεοελλ.
1. (για κείμενα) αυτός που ψευδώς αποδίδεται σε έναν συγγραφέα, που θεωρείται έργο του χωρίς να είναι, νόθος
2. (το ουδ. πληθ. ως ουσ.) τα ψευδεπίγραφα
εκκλ. (στην Ορθόδοξη και τη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία) βιβλία που έχουν συνταχθεί κατά απομίμηση τών κανονικών βιβλίων της Αγίας Γραφής και έχουν αποκλειστεί από τον εκκλησιαστικό κανόνα, αλλ. απόκρυφα
μσν.-αρχ.
αυτός που φέρει ψευδή επιγραφή ή τίτλο
αρχ.
επιφανειακός.
επίρρ...
ψευδεπιγράφως Ν
(λόγιος τ.) με ψευδεπίγραφο τρόπο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ψευδ(ο)- + -επίγραφος (< επιγράφω)].

Wikipedia EN

Pseudepigrapha (also anglicized as "pseudepigraph" or "pseudepigraphs") are falsely attributed works, texts whose claimed author is not the true author, or a work whose real author attributed it to a figure of the past.

In biblical studies, the term pseudepigrapha typically refers to an assorted collection of Jewish religious works thought to be written c. 300 BCE to 300 CE. They are distinguished by Protestants from the deuterocanonical books (Catholic and Orthodox) or Apocrypha (Protestant), the books that appear in extant copies of the Septuagint in the fourth century or later and the Vulgate, but not in the Hebrew Bible or in Protestant Bibles. The Catholic Church distinguishes only between the deuterocanonical and all other books; the latter are called biblical apocrypha, which in Catholic usage includes the pseudepigrapha. In addition, two books considered canonical in the Orthodox Tewahedo churches, viz. Book of Enoch and Book of Jubilees, are categorized as pseudepigrapha from the point of view of Chalcedonian Christianity.

The word pseudepigrapha (from the Greek: ψευδής, pseudḗs, "false" and ἐπιγραφή, epigraphḗ, "name" or "inscription" or "ascription"; thus when taken together it means "false superscription or title"; see the related epigraphy) is the plural of "pseudepigraphon" (sometimes Latinized as "pseudepigraphum").

Translations

af: pseudepigraaf; ar: كتاب منحول; ca: pseudo-epígraf; cs: pseudepigraf; cy: ffugysgrifeniadau; de: Pseudepigraphie; en: pseudepigrapha; eo: pseŭdoepigrafio; es: seudoepigrafía; fa: دروغ‌نامیده‌ها; fi: pseudepigrafit; fr: pseudépigraphe; fy: pseudepigraaf; he: פסאודואפיגרפיה; ia: pseudepigraphia; id: pseudopigrafa; it: pseudoepigrafia; ja: 偽典; ko: 위경; mg: pseodepigrafa; nl: pseudepigraaf; no: pseudepigrafi; pl: pseudoepigrafy; pt: pseudepigrafia; ro: pseudoepigrafie; ru: псевдоэпиграфика; sh: pseudoepigraf; simple: pseudepigrapha; sk: pseudoepigraf; sv: pseudepigrafi; ur: جھوٹی تصنیف; zh_yue: 偽經; zh: 偽典