ἀντίπυγος: Difference between revisions

From LSJ

Κινδυνεύουσι γὰρ ὅσοι τυγχάνουσιν ὀρθῶς ἁπτόμενοι φιλοσοφίας λεληθέναι τοὺς ἄλλους ὅτι οὐδὲν ἄλλο αὐτοὶ ἐπιτηδεύουσιν ἢ ἀποθνῄσκειν τε καὶ τεθνάναι → Actually, the rest of us probably haven't realized that those who manage to pursue philosophy as it should be pursued are practicing nothing else but dying and being dead (Socrates via Plato, Phaedo 64a.5)

Source
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")
m (Text replacement - "(?s)(\n{{ls\n\|lstext.*}})(\n{{.*}})(\n{{elru.*}})" to "$3$1$2")
Line 15: Line 15:
{{pape
{{pape
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0260.png Seite 260]] ([[πυγή]]), mit zugekehrtem Hintern, Arist. H. A. 5, 2. 8, 8.
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0260.png Seite 260]] ([[πυγή]]), mit zugekehrtem Hintern, Arist. H. A. 5, 2. 8, 8.
}}
{{elru
|elrutext='''ἀντίπῡγος:''' [[обращенный тыльной частью]] (τὰ φαλάγγια συμπλέκεται ἀντίπυγα Arst.).
}}
}}
{{ls
{{ls
Line 21: Line 24:
{{grml
{{grml
|mltxt=[[ἀντίπυγος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που έχει τα οπίσθια στραμμένα [[προς]] τα οπίσθια άλλου<br /><b>2.</b> ο [[απέναντι]], ο [[αντικρινός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>αντι</i> - <span style="color: red;">+</span> <i>πυγος</i> <span style="color: red;"><</span> [[πυγή]] «οπίσθια» ([[πρβλ]]. [[καλλίπυγος]], [[λευκόπυγος]].
|mltxt=[[ἀντίπυγος]], -ον (Α)<br /><b>1.</b> αυτός που έχει τα οπίσθια στραμμένα [[προς]] τα οπίσθια άλλου<br /><b>2.</b> ο [[απέναντι]], ο [[αντικρινός]].<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>αντι</i> - <span style="color: red;">+</span> <i>πυγος</i> <span style="color: red;"><</span> [[πυγή]] «οπίσθια» ([[πρβλ]]. [[καλλίπυγος]], [[λευκόπυγος]].
}}
{{elru
|elrutext='''ἀντίπῡγος:''' [[обращенный тыльной частью]] (τὰ φαλάγγια συμπλέκεται ἀντίπυγα Arst.).
}}
}}

Revision as of 17:55, 3 October 2022

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀντίπῡγος Medium diacritics: ἀντίπυγος Low diacritics: αντίπυγος Capitals: ΑΝΤΙΠΥΓΟΣ
Transliteration A: antípygos Transliteration B: antipygos Transliteration C: antipygos Beta Code: a)nti/pugos

English (LSJ)

ον, A rump to rump, Arist.HA540a14,542a16. 2 c. gen., turned away from, λιμὴν ἀ. λιμένος Scyl.46, cf. 108.

Spanish (DGE)

-ον
1 grupa contra grupa de los camellos ὁ ἄρρην ὀχεύει, οὐκ ἀντίπυγος Arist.HA 540a14
neutr. plu. como adv. por la parte trasera συμπλέκεται ἀντίπυγα Arist.HA 542a16.
2 que está de espaldas a c. gen. Ἀχίλλειος λιμὴν καὶ ἀντίπυγος τούτου Ψαμαθοῦς λιμήν Scyl.Per.46.

German (Pape)

[Seite 260] (πυγή), mit zugekehrtem Hintern, Arist. H. A. 5, 2. 8, 8.

Russian (Dvoretsky)

ἀντίπῡγος: обращенный тыльной частью (τὰ φαλάγγια συμπλέκεται ἀντίπυγα Arst.).

Greek (Liddell-Scott)

ἀντίπυγος: -ον, ὁ ἔχων τὴν πυγὴν ἐστραμμένην πρὸς ἄλλην πυγήν, ἐπὶ τῆς ὀχεύσεως ζῴων τινῶν, ὀχεύει οὐκ ἀντίπυγος Ἀριστοτ. Ι. Ζ. 5. 2, 8., συμπλέκεται ἀντίπυγα αὐτόθι 5. 8, 4· πρβλ. πυγηδόν.

Greek Monolingual

ἀντίπυγος, -ον (Α)
1. αυτός που έχει τα οπίσθια στραμμένα προς τα οπίσθια άλλου
2. ο απέναντι, ο αντικρινός.
[ΕΤΥΜΟΛ. < αντι - + πυγος < πυγή «οπίσθια» (πρβλ. καλλίπυγος, λευκόπυγος.