χρυσαυγής: Difference between revisions

From LSJ

καλῶς γέ μου τὸν υἱὸν ὦ Στιλβωνίδη εὑρὼν ἀπιόντ' ἀπὸ γυμνασίου λελουμένον οὐκ ἔκυσας, οὐ προσεῖπας, οὐ προσηγάγου, οὐκ ὠρχιπέδισας, ὢν ἐμοὶ πατρικὸς φίλος → Ah! Is this well done, Stilbonides? You met my son coming from the bath after the gymnasium and you neither spoke to him, nor kissed him, nor took him with you, nor ever once felt his balls. Would anyone call you an old friend of mine?

Source
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)btext=(.*?:<br \/>)([\w\s'-]+)\.<br" to "btext=$1$2.<br")
m (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)\[\[πρβλ\]\]\. (<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>-<i>)((?:(?=\p{Greek})\p{L})+)(<\/i>)]" to "πρβλ. $2$4]")
Line 26: Line 26:
}}
}}
{{grml
{{grml
|mltxt=-ές, ΝΜΑ, και [[χρυσοαυγής]] Μ<br />αυτός που εκπέμπει [[χρυσή]] [[λάμψη]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>μτφ.</b> (για [[ηθική]] [[αίγλη]]) [[λαμπρός]] («χρυσαυγὴς [[φρόνησις]]», Φίλ.)<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. ως επίρρ.</b>) <i>χρυσαυγές</i><br />φωτεινά, λαμπερά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>χρυσ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>αυγής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[αὐγή]] ή [[αὖγος]], <i>τὸ</i>), [[πρβλ]]. <i>λυκ</i>-<i>αυγής</i>].
|mltxt=-ές, ΝΜΑ, και [[χρυσοαυγής]] Μ<br />αυτός που εκπέμπει [[χρυσή]] [[λάμψη]]<br /><b>αρχ.</b><br /><b>1.</b> <b>μτφ.</b> (για [[ηθική]] [[αίγλη]]) [[λαμπρός]] («χρυσαυγὴς [[φρόνησις]]», Φίλ.)<br /><b>2.</b> (<b>το ουδ. ως επίρρ.</b>) <i>χρυσαυγές</i><br />φωτεινά, λαμπερά.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <span style="color: red;"><</span> <i>χρυσ</i>(<i>ο</i>)- <span style="color: red;">+</span> -<i>αυγής</i> (<span style="color: red;"><</span> [[αὐγή]] ή [[αὖγος]], <i>τὸ</i>), [[πρβλ]]. [[λυκαυγής]]].
}}
}}
{{lsm
{{lsm

Revision as of 06:50, 8 May 2023

Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: χρῡσαυγής Medium diacritics: χρυσαυγής Low diacritics: χρυσαυγής Capitals: ΧΡΥΣΑΥΓΗΣ
Transliteration A: chrysaugḗs Transliteration B: chrysaugēs Transliteration C: chrysavgis Beta Code: xrusaugh/s

English (LSJ)

ές, gold-gleaming, κρόκος S.OC685 (lyr.); δόμος Ar.Av.1710, cf. Cat.Cod.Astr.2.82; τὸ τῆς δειρῆς χ., of a peacock, Lib.Descr.24.6: metaph., φρόνησις Ph.1.57: neut. as adverb, χρυσαυγὲς μειδιᾶν Him.Or.13.7.

German (Pape)

[Seite 1379] ές, mit goldenem Glanze, goldglänzend; κρόκος Soph. O. C. 685; δόμος Ar. Av. 1708; sp. D., νηός Agath. 60 (IX, 154).

French (Bailly abrégé)

ής, ές :
qui a l'éclat de l'or.
Étymologie: χρυσός, αὐγή.

Russian (Dvoretsky)

χρῡσαυγής: блистающий золотом (κρόκος Soph. δόμος Arph.; νηός Anth.).

Greek (Liddell-Scott)

χρῡσαυγής: -ές, γεν έος, ὁ λάμπων ὡς χρυσός, κρόκος Σοφ. Ο. Κ. 685· δόμος Ἀριστοφ. Ὄρν. 1710· ― μεταφορ., φρόνησις Φίλων 1. 57· χρυσαυγὲς μειδιᾶν Ἰμέρ. σ. 598.

Spanish

de dorados destellos

Greek Monolingual

-ές, ΝΜΑ, και χρυσοαυγής Μ
αυτός που εκπέμπει χρυσή λάμψη
αρχ.
1. μτφ. (για ηθική αίγλη) λαμπρός («χρυσαυγὴς φρόνησις», Φίλ.)
2. (το ουδ. ως επίρρ.) χρυσαυγές
φωτεινά, λαμπερά.
[ΕΤΥΜΟΛ. < χρυσ(ο)- + -αυγής (< αὐγή ή αὖγος, τὸ), πρβλ. λυκαυγής].

Greek Monotonic

χρῡσαυγής: -ές, γεν. -έος, αυτός που λάμπει σα χρυσός, σε Σοφ., Αριστοφ.

Middle Liddell

χρῡσ-αυγής, ές
gold-gleaming, Soph., Ar.

English (Woodhouse)

gleaming with gold

⇢ Look up on Google | Wiktionary | LSJ full text search (Translation based on the reversal of Woodhouse's English to Ancient Greek dictionary)

Léxico de magia

-ές de dorados destellos de Helios ὁ ὢν φιλομαντόσυνος, ὁ χρυσοπρόσωπος, ὁ χ. tú que eres amigo de oráculos, el que tiene dorado rostro, el de dorados destellos P III 134