ἐκνίκησις: Difference between revisions
From LSJ
τούτου δὲ συμβαίνοντος ἀναγκαῖον γίγνεσθαι πάροδον καὶ τροπὰς τῶν ἐνδεδεμένων ἄστρων → but if this were so, there would have to be passings and turnings of the fixed stars
m (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}})" to "$1$3 $2") |
mNo edit summary |
||
Line 14: | Line 14: | ||
}} | }} | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0770.png Seite 770]] ἡ, das Erkämpfen, Besiegen, Sp. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-01-0770.png Seite 770]] ἡ, das [[Erkämpfen]], [[Besiegen]], Sp. | ||
}} | |||
{{grml | |||
|mltxt=η (AM [[ἐκνίκησις]])<br />[[υπερίσχυση]], [[επικράτηση]]<br /><b>μσν.- νεοελλ.</b><br />η [[αφαίρεση]] της νομής πράγματος από τον αγοραστή του [[επειδή]] [[κάποιος]] [[τρίτος]] έχει νομικό [[δικαίωμα]] ισχυρότερο από αυτόν που το αγόρασε. | |||
}} | }} | ||
{{ls | {{ls | ||
|lstext='''ἐκνίκησις''': ῑ, εως, ἡ, [[κατόρθωσις]], [[ἐπιτυχία]], Ἐκκλ. | |lstext='''ἐκνίκησις''': ῑ, εως, ἡ, [[κατόρθωσις]], [[ἐπιτυχία]], Ἐκκλ. | ||
}} | }} |
Revision as of 13:30, 16 December 2024
English (LSJ)
-εως, ἡ, eviction, Cod.Just. 1.3.38 (39).
Spanish (DGE)
-εως, ἡ
1 victoria Cyr.Al.M.72.432D.
2 jur., lat. euictio, evicción Iust.Const.δέδωκεν 5, Cod.Iust.1.3.38.1.
German (Pape)
[Seite 770] ἡ, das Erkämpfen, Besiegen, Sp.
Greek Monolingual
η (AM ἐκνίκησις)
υπερίσχυση, επικράτηση
μσν.- νεοελλ.
η αφαίρεση της νομής πράγματος από τον αγοραστή του επειδή κάποιος τρίτος έχει νομικό δικαίωμα ισχυρότερο από αυτόν που το αγόρασε.
Greek (Liddell-Scott)
ἐκνίκησις: ῑ, εως, ἡ, κατόρθωσις, ἐπιτυχία, Ἐκκλ.