ὅπη: Difference between revisions
καὶ παρὰ δύναμιν τολμηταὶ καὶ παρὰ γνώμην κινδυνευταὶ καὶ ἐν τοῖς δεινοῖς εὐέλπιδες → they are bold beyond their strength, venturesome beyond their better judgment, and sanguine in the face of dangers
(13_7_2) |
(6_6) |
||
Line 12: | Line 12: | ||
{{pape | {{pape | ||
|ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0356.png Seite 356]] correlat. zu πῆ, und wie dieses auch ὅπῃ geschrieben (s. πῆ) ep. auch [[ὅππη]], dor. ὅπα, relativ u. indirect fragend; 1) vom Ort; – a) <b class="b2">wohin</b>, nach welcher Richtung, Seite hin, neben der Bewegung auch das Ruhen und Verbleiben an dem Orte bezeichnend, vgl. Herm. Vig. p. 789; [[ὅππη]] τ' ἰθύσῃ, τῇ τ' εἴκουσι, wohin er gebt, dahin weichen sie, Il. 12, 48; ἄρχ', [[ὅππη]] σε [[κραδίη]] κελεύει, 13, 784; νῦν ψᾶφον ὅπα [[κῦμα]] κατακλύσσει; Pind. Ol. 11, 10; ἐμβαλοῦ μ' ὅπη θέλεις, Soph. Phil. 479, wie ἀλλ' ἄγε ὅπη ἐθέλεις Plat. Theaet. 169 c; – mit ἄν u. dem Conj., ὅπη ἂν ὁ [[λόγος]] ὥςπερ [[πνεῦμα]] φέρῃ, [[ταύτῃ]] [[ἰτέον]], Rep. III, 394 d, u. indir. mit dem opt., ὅπῃ τύχοι προϊέναι, Tim. 43 b; τοῦτ' [[ἤδη]] ὅπῃ ἀποβήσεται, ἄδηλον, wo wir sagen »wie es ablaufen wird«, Euthyphr. 3 e; c. gen., σήμηνον ὅπη γῆς πεπλάνημαι, Aesch. Prom. 563, wie Eur. Heracl. 19. 46 u. öfter. – b) wo, woselbst; Il. 22, 321 Od. 9, 457; Xen. An. 6, 2, 3; ὅπῃ ἂν τύχωσι τῆς γῆς, Plat. Phaed. 113 b, wo es nur welche giebt. – 2) von der Art und Weise, wie; Il. 20, 25 Od. 1, 347. 8, 45; ὅπη δή, Il. 22, 185; ἔστι δ' ὅπη νῦν ἔστι, Aesch. Ag. 67; τάχ' εἰσόμεσθα τἀπίσημ' ὅπη τελεῖ, Spt. 641, u. öfter; in Prosa, Thuc. 1, 129, [[ταύτῃ]] μεταθεῖναι, ὅπῃ ἂν δοκῇ ἀμφοτέροις, 5, 18. 8, 67; Xen. An. 2, 1, 19 u. öfter; ὅπη αὐτὸς οἴοιτο [[δεῖν]] εἰπεῖν, [[ταύτῃ]] λέγειν, Plat. Conv. 199 b; öfter auch mit [[ὅπως]] verbunden, [[εἴτε]] ὅπῃ ἔχει καὶ [[ὅπως]], Rep. X, 612 a; εἴθ' [[ὅπως]] εἴθ' ὅπῃ, Legg. X, 899 a. – Verstärkt [[ὁπῃοῦν]], <b class="b2">wie immer auch</b>, ὅτι μαθόντα χαίρειν ποιεῖ καὶ [[ὁπῃοῦν]], Plat. Prot. 353 d, vgl. Conv. 194 d; auch vom Orte, wohin auch immer, Legg. XII, 950 a; – ὅπῃπερ, <b class="b2">wie auch</b>, τὸν λόγον ὅπῃπερ ἂν οἷοί τε ὦμεν εὐπρεπέστατα διωσόμεθα, Soph. 251 a, öfter; u. vom Orte, ὅπῃπερ ἂν ἀντερείδῃ, wo auch immer, Tim. 45 c; – ὅπῃ [[δήποτε]], u. ä. | |ptext=[[https://www.translatum.gr/images/pape/pape-02-0356.png Seite 356]] correlat. zu πῆ, und wie dieses auch ὅπῃ geschrieben (s. πῆ) ep. auch [[ὅππη]], dor. ὅπα, relativ u. indirect fragend; 1) vom Ort; – a) <b class="b2">wohin</b>, nach welcher Richtung, Seite hin, neben der Bewegung auch das Ruhen und Verbleiben an dem Orte bezeichnend, vgl. Herm. Vig. p. 789; [[ὅππη]] τ' ἰθύσῃ, τῇ τ' εἴκουσι, wohin er gebt, dahin weichen sie, Il. 12, 48; ἄρχ', [[ὅππη]] σε [[κραδίη]] κελεύει, 13, 784; νῦν ψᾶφον ὅπα [[κῦμα]] κατακλύσσει; Pind. Ol. 11, 10; ἐμβαλοῦ μ' ὅπη θέλεις, Soph. Phil. 479, wie ἀλλ' ἄγε ὅπη ἐθέλεις Plat. Theaet. 169 c; – mit ἄν u. dem Conj., ὅπη ἂν ὁ [[λόγος]] ὥςπερ [[πνεῦμα]] φέρῃ, [[ταύτῃ]] [[ἰτέον]], Rep. III, 394 d, u. indir. mit dem opt., ὅπῃ τύχοι προϊέναι, Tim. 43 b; τοῦτ' [[ἤδη]] ὅπῃ ἀποβήσεται, ἄδηλον, wo wir sagen »wie es ablaufen wird«, Euthyphr. 3 e; c. gen., σήμηνον ὅπη γῆς πεπλάνημαι, Aesch. Prom. 563, wie Eur. Heracl. 19. 46 u. öfter. – b) wo, woselbst; Il. 22, 321 Od. 9, 457; Xen. An. 6, 2, 3; ὅπῃ ἂν τύχωσι τῆς γῆς, Plat. Phaed. 113 b, wo es nur welche giebt. – 2) von der Art und Weise, wie; Il. 20, 25 Od. 1, 347. 8, 45; ὅπη δή, Il. 22, 185; ἔστι δ' ὅπη νῦν ἔστι, Aesch. Ag. 67; τάχ' εἰσόμεσθα τἀπίσημ' ὅπη τελεῖ, Spt. 641, u. öfter; in Prosa, Thuc. 1, 129, [[ταύτῃ]] μεταθεῖναι, ὅπῃ ἂν δοκῇ ἀμφοτέροις, 5, 18. 8, 67; Xen. An. 2, 1, 19 u. öfter; ὅπη αὐτὸς οἴοιτο [[δεῖν]] εἰπεῖν, [[ταύτῃ]] λέγειν, Plat. Conv. 199 b; öfter auch mit [[ὅπως]] verbunden, [[εἴτε]] ὅπῃ ἔχει καὶ [[ὅπως]], Rep. X, 612 a; εἴθ' [[ὅπως]] εἴθ' ὅπῃ, Legg. X, 899 a. – Verstärkt [[ὁπῃοῦν]], <b class="b2">wie immer auch</b>, ὅτι μαθόντα χαίρειν ποιεῖ καὶ [[ὁπῃοῦν]], Plat. Prot. 353 d, vgl. Conv. 194 d; auch vom Orte, wohin auch immer, Legg. XII, 950 a; – ὅπῃπερ, <b class="b2">wie auch</b>, τὸν λόγον ὅπῃπερ ἂν οἷοί τε ὦμεν εὐπρεπέστατα διωσόμεθα, Soph. 251 a, öfter; u. vom Orte, ὅπῃπερ ἂν ἀντερείδῃ, wo auch immer, Tim. 45 c; – ὅπῃ [[δήποτε]], u. ä. | ||
}} | |||
{{ls | |||
|lstext='''ὅπη''': Ἐπικ. ὅππη, ἀμφότερα παρ’ Ὁμ.· Δωρ. ὅπᾱ Πίνδ., κτλ.· Ἰων. ὅκη Ἡρόδ.· Αἰολ. ὅπει Συλλ. Ἐπιγρ. 1841· - Ἐπίρρ. ([[κυρίως]] δοτ. ἐξ ἀρχαίας ἀντωνυμ. *ὅπος, ἴδε πῆ· [[ἐντεῦθεν]] [[συχνάκις]] φέρεται ὅπῃ Εὐστ. 1714, 1, Α. Β. 625)· συσχετικὸν τῷ πῆ. Ι. ἐπὶ τόπου, δι’ ἧς ὁδοῦ, Λατιν. qua. [[ἐντεῦθεν]] [[ὅπου]], Λατ. ubi, Ἰλ. Χ. 321, Ὀδ. Ι. 457· - [[ὡσαύτως]] ἀντὶ [[ὅπου]], εἰρωτᾶν ὅκη εἴη Ἡρόδ. 5. 87· - καὶ [[συχνάκις]] σχεδὸν ὡς τὸ [[ὅποι]], εἰς ὃν τόπον, Λατ. quo, ἀλλ’ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον [[μετὰ]] περιληπτικῆς σημασίας κινήσεως εἴς τινα τόπον, μεθ’ ἣν ἐπακολουθεῖ καὶ [[στάσις]] ἐν τόπῳ, συχνὸν παρ’ Ὁμ.· ὅκη ἰθύσειε στρατεύεσθαι Ἡρόδ. 1. 204, πρβλ. 2. 146· ἀμηχανῶ ... ὅπα τράπωμαι Αἰσχύλ. Ἀγ. 1532· ἐμβαλοῦ μ’ ὅπη θέλεις ἄγων Σοφ. Φ. 481· πρβλ. Ἕρμανν. εἰς Οὐεργ. ἀρ. 252c, Jelf Ἑλλην. Γραμματ. § 646 σημ.· ὅππη τε ..., τῇτε, [[ἐκεῖ]] ..., [[ὅπου]] ..., Ἰλ. Μ. 48. 2) βραδύτερον [[μετὰ]] γεν., ὅπη γᾶς, Λατ. ubi terrarum, εἰς οἱονδήποτε [[μέρος]] τοῦ κόσμου, Εὐρ. [[Ἡρακλ]]. 19, 46· πρβλ. [[ὅποι]] Ι. 1. C. ΙΙ. ἐπὶ τρόπου, καθ’ ὃν τρόπον, [[ὅπως]], Ἰλ. Υ. 25, Ὀδ. Α. 347· συχνότερον παρ’ Ἀττ., [[οἷον]] Αἰσχύλ. Πρ. 586, 907, Ἀγ. 67, κ. ἀλλ., Θουκ. 1. 129, Λυσ. 139. 45, κτλ.· συναπτόμενον [[μετὰ]] τοῦ [[ὅπως]], ὅπη ἔχει καὶ [[ὅπως]] Πλάτ. Πολ. 612Α, πρβλ. Νόμ. 899Α, Β, κτλ.· ὅπη ἔτυχεν Ἀριστ. π. Ζ. Γεν. 2. 6, 21· - ὅπη ἂν, μεθ’ ὑποτακτ., ὡς ἕτεροι σύνδεσμοι, ὅπη ἄν δοκεῖ ἀμφοτέροις Συνθήκ. παρὰ Θουκ. 5. 18· ὅπα κα δικαιότατα ὁ αὐτ. 6. 8, πρβλ. 8. 56· - ἔσθ’ ὅπη ἢ ἔστιν ὅπη, κατά τινα τρόπον, Πλάτ. Πολ. 486Β, Πρωτ. 331D· οὐκ ἔστιν ὅπη Αἰσχίν. 83· ἐν τέλ.· - μεταγεν. ἐπὶ χρόνου, Εὐσεβ. Ἐκκλ. Ἱστ. 8. 7, κτλ.· ἴδε Λοβ. εἰς Φρύν. 271. ΙΙΙ. μετ’ ἄλλων μορίων, ὅπη δὴ Ἰλ. Χ. 185, Πλάτ. κλ., ἴδε Böckh εἰς Πινδ. Ο. 11. 62· ὅπη ποτὲ Πλάτ. Σοφ. 231C, Πολ. 372Ε· ὅπη δή ποτε ὁ αὐτ. ἐν Ἐπιστ. 338Α· [[μετὰ]] γεν., τοὺς ὅπη ποτὲ κατοικοῦντας Εὐρώπης Πλουτ. Περικλ. 17· - ὅπη οὖν, ἢ [[ὁπηοῦν]] Πλάτ. Πρωτ. 353D, Νόμ. 950Α· ὁπηγοῦν ὁ αὐτ. ἐν Θεαιτ. 187D· - ὅπηπερ, ὅπηπερ ἂν Σοφ. Ο. Τ. 1458, Πλάτ. Σοφιστ. 251Α, Τίμ. 45C, κτλ.· - πρβλ. ὁπωστιοῦν. | |||
}} | }} |
Revision as of 11:09, 5 August 2017
English (LSJ)
Ep. ὅππη, both in Hom., v. infr. (better written ὅπῃ A.D. Adv.209.27, Eust.174.1) ; Dor. ὅπᾳ Leg.Gort.2.35, etc. (ὅππᾳ Com.Adesp.p.126 D.), also ὅπη Leg.Gort.1.42, Berl.Sitzb.1927.158 (Cyrene), etc., and ὅπει IG12(3).248.11 (Anaphe), etc. ; Aeol. ὄππα ib. 12(2).645a47. Theoc.28.4 ; but ὄππᾳ prob. in Alc.Supp.1A.4 ; Ion. ὅκη (better ὅκῃ) Hdt. (v. infr.) :—Adv., relat. and indirect interrog.: I of Place, by which or what way, in which or what direction or part: sts. nearly = ὅπου, where, Il.22.321, Od.9.457 ; εἰρωτᾶν ὅκῃ εἴη v. l. in Hdt.5.87; ὅππῃ τ' ἰθύσῃ, τῇ τ' εἴκουσι στίχες ἀνδρῶν to whatever point . ., at that point... Il.12.48 ; ὅκῃ ἰθύσειε στρατεύεσθαι Hdt.1.204, cf. 2.146 ; ἀμηχανῶ . . ὅπᾳ τράπωμαι A.Ag.1532 (lyr.); ἐμβαλοῦ μ' ὅπῃ θέλεις S.Ph.481 codd. II of Manner, in what way, how, as, ὅπῃ νόος ἐστὶν ἑκάστου Il.20.25, cf. Od.1.347 : more freq. in Trag. and Att., as A.Pr.586,906 (both lyr.), Ag.67 (anap.), al., Th.1.129, Lys. 14.4, etc. : joined with ὅπως, ὅπῃ ἔχει καὶ ὅπως Pl.R.612a, cf. Lg. 899a, 899b, etc. ; ὅπῃ ἔτυχεν Arist.GA743a21 (v.l. ὅπου) ; ὅπῃ ἄν, with subj., ὅπῃ ἂν δοκῇ ἀμφοτέροις Foed. ap. Th.5.18 ; ὅπᾳ κα δικαιότατα Dor.Foed. ap. eund.5.79, cf. 8.56 ; ἔστιν ὅπῃ in a way, Pl.Prt.331d ; ἔσθ' ὅπῃ . . ; Id.R.486b ; οὐκ ἔστιν ὅπῃ Aeschin.3.209 (as v. l.). III with other Particles, ὅπῃ δή Il.22.185, etc. ; ὅπῃ ποτέ in what possible direction or manner, Pl.Sph.231c, R.372e ; ὅπῃ δή ποτε Id.Ep.338a : c. gen., τοὺς ὅπῃ ποτὲ κατοικοῦντας Εὐρώπης Plu.Per.17 ; ὅπῃ οὖν or ὁπῃοῦν, in any direction or way whatever, Pl.Prt.353d, Lg.950a ; ὁπῃγοῦν Id.Tht.187d (fort. ὁπῃτιοῦν, cf. Ap.35b); ὅπῃπερ, ὅπῃπερ ἄν, S.OT1458 (as v. l.), Pl.Sph.251a, Ti.45c, etc.; cf. ὁπωστιοῦν.
German (Pape)
[Seite 356] correlat. zu πῆ, und wie dieses auch ὅπῃ geschrieben (s. πῆ) ep. auch ὅππη, dor. ὅπα, relativ u. indirect fragend; 1) vom Ort; – a) wohin, nach welcher Richtung, Seite hin, neben der Bewegung auch das Ruhen und Verbleiben an dem Orte bezeichnend, vgl. Herm. Vig. p. 789; ὅππη τ' ἰθύσῃ, τῇ τ' εἴκουσι, wohin er gebt, dahin weichen sie, Il. 12, 48; ἄρχ', ὅππη σε κραδίη κελεύει, 13, 784; νῦν ψᾶφον ὅπα κῦμα κατακλύσσει; Pind. Ol. 11, 10; ἐμβαλοῦ μ' ὅπη θέλεις, Soph. Phil. 479, wie ἀλλ' ἄγε ὅπη ἐθέλεις Plat. Theaet. 169 c; – mit ἄν u. dem Conj., ὅπη ἂν ὁ λόγος ὥςπερ πνεῦμα φέρῃ, ταύτῃ ἰτέον, Rep. III, 394 d, u. indir. mit dem opt., ὅπῃ τύχοι προϊέναι, Tim. 43 b; τοῦτ' ἤδη ὅπῃ ἀποβήσεται, ἄδηλον, wo wir sagen »wie es ablaufen wird«, Euthyphr. 3 e; c. gen., σήμηνον ὅπη γῆς πεπλάνημαι, Aesch. Prom. 563, wie Eur. Heracl. 19. 46 u. öfter. – b) wo, woselbst; Il. 22, 321 Od. 9, 457; Xen. An. 6, 2, 3; ὅπῃ ἂν τύχωσι τῆς γῆς, Plat. Phaed. 113 b, wo es nur welche giebt. – 2) von der Art und Weise, wie; Il. 20, 25 Od. 1, 347. 8, 45; ὅπη δή, Il. 22, 185; ἔστι δ' ὅπη νῦν ἔστι, Aesch. Ag. 67; τάχ' εἰσόμεσθα τἀπίσημ' ὅπη τελεῖ, Spt. 641, u. öfter; in Prosa, Thuc. 1, 129, ταύτῃ μεταθεῖναι, ὅπῃ ἂν δοκῇ ἀμφοτέροις, 5, 18. 8, 67; Xen. An. 2, 1, 19 u. öfter; ὅπη αὐτὸς οἴοιτο δεῖν εἰπεῖν, ταύτῃ λέγειν, Plat. Conv. 199 b; öfter auch mit ὅπως verbunden, εἴτε ὅπῃ ἔχει καὶ ὅπως, Rep. X, 612 a; εἴθ' ὅπως εἴθ' ὅπῃ, Legg. X, 899 a. – Verstärkt ὁπῃοῦν, wie immer auch, ὅτι μαθόντα χαίρειν ποιεῖ καὶ ὁπῃοῦν, Plat. Prot. 353 d, vgl. Conv. 194 d; auch vom Orte, wohin auch immer, Legg. XII, 950 a; – ὅπῃπερ, wie auch, τὸν λόγον ὅπῃπερ ἂν οἷοί τε ὦμεν εὐπρεπέστατα διωσόμεθα, Soph. 251 a, öfter; u. vom Orte, ὅπῃπερ ἂν ἀντερείδῃ, wo auch immer, Tim. 45 c; – ὅπῃ δήποτε, u. ä.
Greek (Liddell-Scott)
ὅπη: Ἐπικ. ὅππη, ἀμφότερα παρ’ Ὁμ.· Δωρ. ὅπᾱ Πίνδ., κτλ.· Ἰων. ὅκη Ἡρόδ.· Αἰολ. ὅπει Συλλ. Ἐπιγρ. 1841· - Ἐπίρρ. (κυρίως δοτ. ἐξ ἀρχαίας ἀντωνυμ. *ὅπος, ἴδε πῆ· ἐντεῦθεν συχνάκις φέρεται ὅπῃ Εὐστ. 1714, 1, Α. Β. 625)· συσχετικὸν τῷ πῆ. Ι. ἐπὶ τόπου, δι’ ἧς ὁδοῦ, Λατιν. qua. ἐντεῦθεν ὅπου, Λατ. ubi, Ἰλ. Χ. 321, Ὀδ. Ι. 457· - ὡσαύτως ἀντὶ ὅπου, εἰρωτᾶν ὅκη εἴη Ἡρόδ. 5. 87· - καὶ συχνάκις σχεδὸν ὡς τὸ ὅποι, εἰς ὃν τόπον, Λατ. quo, ἀλλ’ ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον μετὰ περιληπτικῆς σημασίας κινήσεως εἴς τινα τόπον, μεθ’ ἣν ἐπακολουθεῖ καὶ στάσις ἐν τόπῳ, συχνὸν παρ’ Ὁμ.· ὅκη ἰθύσειε στρατεύεσθαι Ἡρόδ. 1. 204, πρβλ. 2. 146· ἀμηχανῶ ... ὅπα τράπωμαι Αἰσχύλ. Ἀγ. 1532· ἐμβαλοῦ μ’ ὅπη θέλεις ἄγων Σοφ. Φ. 481· πρβλ. Ἕρμανν. εἰς Οὐεργ. ἀρ. 252c, Jelf Ἑλλην. Γραμματ. § 646 σημ.· ὅππη τε ..., τῇτε, ἐκεῖ ..., ὅπου ..., Ἰλ. Μ. 48. 2) βραδύτερον μετὰ γεν., ὅπη γᾶς, Λατ. ubi terrarum, εἰς οἱονδήποτε μέρος τοῦ κόσμου, Εὐρ. Ἡρακλ. 19, 46· πρβλ. ὅποι Ι. 1. C. ΙΙ. ἐπὶ τρόπου, καθ’ ὃν τρόπον, ὅπως, Ἰλ. Υ. 25, Ὀδ. Α. 347· συχνότερον παρ’ Ἀττ., οἷον Αἰσχύλ. Πρ. 586, 907, Ἀγ. 67, κ. ἀλλ., Θουκ. 1. 129, Λυσ. 139. 45, κτλ.· συναπτόμενον μετὰ τοῦ ὅπως, ὅπη ἔχει καὶ ὅπως Πλάτ. Πολ. 612Α, πρβλ. Νόμ. 899Α, Β, κτλ.· ὅπη ἔτυχεν Ἀριστ. π. Ζ. Γεν. 2. 6, 21· - ὅπη ἂν, μεθ’ ὑποτακτ., ὡς ἕτεροι σύνδεσμοι, ὅπη ἄν δοκεῖ ἀμφοτέροις Συνθήκ. παρὰ Θουκ. 5. 18· ὅπα κα δικαιότατα ὁ αὐτ. 6. 8, πρβλ. 8. 56· - ἔσθ’ ὅπη ἢ ἔστιν ὅπη, κατά τινα τρόπον, Πλάτ. Πολ. 486Β, Πρωτ. 331D· οὐκ ἔστιν ὅπη Αἰσχίν. 83· ἐν τέλ.· - μεταγεν. ἐπὶ χρόνου, Εὐσεβ. Ἐκκλ. Ἱστ. 8. 7, κτλ.· ἴδε Λοβ. εἰς Φρύν. 271. ΙΙΙ. μετ’ ἄλλων μορίων, ὅπη δὴ Ἰλ. Χ. 185, Πλάτ. κλ., ἴδε Böckh εἰς Πινδ. Ο. 11. 62· ὅπη ποτὲ Πλάτ. Σοφ. 231C, Πολ. 372Ε· ὅπη δή ποτε ὁ αὐτ. ἐν Ἐπιστ. 338Α· μετὰ γεν., τοὺς ὅπη ποτὲ κατοικοῦντας Εὐρώπης Πλουτ. Περικλ. 17· - ὅπη οὖν, ἢ ὁπηοῦν Πλάτ. Πρωτ. 353D, Νόμ. 950Α· ὁπηγοῦν ὁ αὐτ. ἐν Θεαιτ. 187D· - ὅπηπερ, ὅπηπερ ἂν Σοφ. Ο. Τ. 1458, Πλάτ. Σοφιστ. 251Α, Τίμ. 45C, κτλ.· - πρβλ. ὁπωστιοῦν.