ασκάλαφος

From LSJ
Revision as of 11:10, 23 December 2018 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "<b>πρβλ.</b>" to "πρβλ.")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

νόησε δὲ δῖος Ὀδυσσεὺς σαίνοντάς τε κύνας, περί τε κτύπος ἦλθε ποδοῖινgodly Odysseus heard the fawning of dogs, and on top of that came the beat of two feet

Source

Greek Monolingual

ἀσκάλαφος, ο (Α)
όνομα πουλιού (πιθ. κουκουβάγια).
[ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Ο παράλληλος, χωρίς αρχικό φωνήεν τ. κάλαφος οδηγεί στην υπόθεση αποδοχής ενός προθετικού α -στον τ. ασκάλαφος. Όσον αφορά στο επίθημα -φο-ς, που απαντά σε πολλά ονόματα ζώων ή πτηνών (πρβλ. έριφος, έλαφος, κόσσυφος), ανάγεται σε ΙΕ. επίθημα -bho-, που με τη σειρά του είχε προήλθε < ΙΕ. ρίζα bhā- «λάμπω, φέγγω» (πρβλ. αρχ. ινδ. bhāti) είχε σχηματίστηκε από λέξεις με ριζικό -bh].