вращать
From LSJ
ἑρμηνεία διὰ τῆς ὀνομασίας → expression by means of language
Russian > Greek
εἰλυφάζω, περιστρέφω, εἰλέω, εἱλέω, στροφαλίζω, κωνάω, ἐκκυκλέω, τορνεύω, κυκλέω, στροβέω, περιδινέω, ῥυμβέω, τροχοδινέω, δινέω, ἑλίσσω, εἱλίσσω, ἑλίττω, εἱλίττω, στρωφάω, στρογγύλλω, περιφέρω, συμπεριφέρω, συνεπιστρέφω, ἀναστρέφω, στροβιλίζω, τροχίζω, κωπηλατέω, ἀνελίσσω, ἀνελίττω, ἐξελίσσω, ἐξελίττω, ἐλελίζω, περιάγω, στρέφω