Ask at the forum if you have an Ancient or Modern Greek query!

περίθεσις

From LSJ
Revision as of 10:15, 19 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(*UTF)(*UCP)(<\/b>) ([\p{Cyrillic}]+), ([\p{Cyrillic}]+) (\()" to "$1 $2, $3 $4")

Ubi idem et maximus et honestissimus amor est, aliquando praestat morte jungi, quam vita distrahi → Where indeed the greatest and most honourable love exists, it is much better to be joined by death, than separated by life.

Valerius Maximus, De Factis Dictisque
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: περίθεσις Medium diacritics: περίθεσις Low diacritics: περίθεσις Capitals: ΠΕΡΙΘΕΣΙΣ
Transliteration A: períthesis Transliteration B: perithesis Transliteration C: perithesis Beta Code: peri/qesis

English (LSJ)

εως, ἡ, A putting round, putting on, ἐκ περιθέσεως in the act of application, Heraclasap. Orib.48.12.1; π. χρυσίων 1 Ep.Pet.3.3; βρόχου Philum.Ven.7.8; στραγγάλης S.E.P.3.15: pl., π. πλοκαμίδων J.AJ 19.1.5; κωνωπίων Sor.1.85.

German (Pape)

[Seite 577] ἡ, das Herumsetzen, Sp., wie N. T.

Greek (Liddell-Scott)

περίθεσις: -εως, ἡ, τὸ περιτιθέναι, ἐπιτιθέναι, περιβάλλεσθαι, Σέξ. Ἐμπ. π. Π. 2.15, 1, Ἐπιστ. Πέτρ. 3.3· ἴδε λέξ. ἐν περίθετος.

French (Bailly abrégé)

εως (ἡ) :
action de placer autour.
Étymologie: περιτίθημι.

English (Strong)

from περιτίθημι; a putting all around, i.e. decorating oneself with: wearing.

English (Thayer)

περιθέσεως, ἡ (περιτίθημι), the act of putting around (περί, III:1) (Vulg. circumdatio (A. V. wearing)): περιθέσεως χρυσίων κόσμος, the adornment consisting of the golden ornaments wont to be plied around the head or the body, Arrian 7,22), Galen, Sextus Empiricus, others.)

Greek Monolingual

-έσεως, ἡ, Α περιτίθημι
το να περιτίθεται, να τοποθετείται κάτι ολόγυρα από κάτι άλλο («καὶ περιθέσεως χρυσίων», ΚΔ).

Greek Monotonic

περίθεσις: -εως, ἡ, περιβολή, επίθεμα, σε Καινή Διαθήκη

Russian (Dvoretsky)

περίθεσις: εως ἡ
1) накидывание, набрасывание (στραγγάλης Sext.);
2) надевание (χρυσίων NT).

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

περίθεσις -εως, ἡ [περιτίθημι] het aandoen, het dragen:. ὁ ἔξωθεν... περιθέσεως χρυσίων... κόσμος het uiterlijk vertoon van het dragen van gouden sieraden NT 1 Pet. 3.3.

Middle Liddell

περί-θεσις, εως,
a putting on, NTest.

Chinese

原文音譯:per⋯qesij 胚里-帖西士
詞類次數:名詞(1)
原文字根:周圍-安置(著)
字義溯源:四圍安置,穿著,戴,穿上;源自(περιτίθημι)=綁);由(περί / περαιτέρω)=周圍,關於)與(τίθημι)*=設立,安放)組成,其中 (περί / περαιτέρω)出自(πέραν)=那邊), (πέραν)又出自(πειράω)X*=穿過)
出現次數:總共(1);彼前(1)
譯字彙編
1) 戴(1) 彼前3:3