ἀποπορεία

From LSJ
Revision as of 13:50, 1 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{LSJ.*}}\n)({{.*}}\n)({{DGE.*}}\n)" to "$1$3$2")

οἱ τοῖς πέλας ἐπιβουλεύοντες, λανθάνουσι πολλὰκις ὑφ' ἑτέρων τοῦτ' αὐτὸ πάσχοντες → when people plot against their neighbours, they fall victim to the same sort of plot themselves

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: ἀποπορεία Medium diacritics: ἀποπορεία Low diacritics: αποπορεία Capitals: ΑΠΟΠΟΡΕΙΑ
Transliteration A: apoporeía Transliteration B: apoporeia Transliteration C: apoporeia Beta Code: a)poporei/a

English (LSJ)

ἡ, A return, πορεία καὶ ἀ., of machinery at work, Hero Aut.12.1. 2 departure, D.C.Fr.104.4, Agath.2.31, 3.23; retreat, Procop.Pers.1.23, al.

Spanish (DGE)

-ας, ἡ
1 marcha D.C.104.4, Agath.2.31.5
retirada Procop.Pers.1.23.17.
2 retorno πορεία καὶ ἀποπορεία del movimiento de un mecanismo, Hero Aut.12.1.

German (Pape)

[Seite 320] ἡ, der Abmarsch; die Rückkehr, Suid.

Greek (Liddell-Scott)

ἀποπορεία: ἡ, ἐπιστροφή, ἐπάνοδος, πορεία καὶ ἀποπορεία, ἐπὶ μηχανῆς ἐν ἐνεργείᾳ, Ἥρων. Αὐτομ. 255Β., «ἀποπορεία, ἡ ἀπαναχώρησις˙ ἐκκελεύσασθαι δὲ τοῖς ἑπομένοις οἰκέταις ἐπιταχῦναι τὴν ἀποπορείαν᾿, τὴν ἀποστροφήν, τὴν ἐπάνοδον. Προκόπιος (Περσ. 212) κτλ.» Σουΐδ.

Greek Monolingual

ἀποπορεία, η (AM)
1. αναχώρηση
2. επιστροφή, επάνοδος.