Πύλος

From LSJ
Revision as of 11:15, 23 August 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "d’" to "d'")

ἀπὸ λεπτοῦ μίτου τὸ ζῆν ἤρτηται → life hangs by a thin thread

Source
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: Πύλος Medium diacritics: Πύλος Low diacritics: Πύλος Capitals: ΠΥΛΟΣ
Transliteration A: Pýlos Transliteration B: Pylos Transliteration C: Pylos Beta Code: *pu/los

English (LSJ)

[ῠ], ὁ and ἡ Pylos, A ἐν Π. ἠγαθέῃ Il.1.252; Πύλου ἱερῆς Od. 21.108, cf. Pi.P.5.70, Ar.Eq.1058, Th.4.39, etc.; but Π. ἠμαθόεντος Il.2.77, al., Hes.Sc.360; λέγεται καὶ θηλυκῶς καὶ ἀρσενικῶς St.Byz.: masc. in Str., 8.3.26 (sg. and pl.), al.

French (Bailly abrégé)

ου (ὁ, ἡ)
Pylos :
1 ville d'Élide;
2 ville de Messénie, patrie de Nestor.
Étymologie: DELG πύλη.

English (Autenrieth)

Pylos.—(1) a city in Messenian Elis, on the coast opposite the southern extremity of the island of Sphacteria; the home of Neleus and Nestor. Under the epithetsandyPylos the entire region is designated, Il. 2.77, Od. 3.4.—(2) a city in Triphylia of Elis, south of the Alphēus, Il. 11.671 ff. —(3) see πύλος.

English (Slater)

Πῠλος city of Messenia ( (P. 6.35) ) founded by Neleus. ἐπεὶ ἀντίον τῶς ἂν τριόδοντος Ἡρακλέης σκύταλον τίναξε χερσίν, ἁνίκ' ἀμφὶ Πύλον σταθεὶς ἤρειδε Ποσειδάν; (O. 9.31) δοιοὶ δ' ὑψιχαῖται ἀνέρες, Ἐννοσίδα γένος, αἰδεσθέντες ἀλκάν, ἔκ τε Πύλου καὶ ἀπ ἄκρας Ταινάρου (sc. ἦλθον: i. e. Periklymenos and Euphamos: Νηλέως γὰρ ὁ Περικλύμενος, ὁ δὲ Νηλεὺς Ποσειδῶνος υἱός Σ.) (P. 4.174) μαντήιον· τῷ Λακεδαίμονι ἐν Ἄργει τε καὶ ζαθέᾳ Πύλῳ ἔνασσεν ἀλκάεντας Ἡρακλέος ἐκγόνους Αἰγιμιοῦ τε (sc. Ἀπόλλων: ἀπὸ τῆς Πύλου τὴν Μεσσήνην σημαίνει. τριμερὴς δὲ ἡ τῶν Ἡρακλειδῶν διαίρεσις· οἱ μὲν γὰρ Ἀριστοδήμου παῖδες ἔσχον τὴν Λακωνικήν, ὁ δὲ Τήμενος τὸ Ἄργος, ὁ δὲ Κρεσφόντης τὴν Μεσσήνην Σ.) (P. 5.70)

Greek Monotonic

Πύλος: [ῠ], ὁ και ἡ, Πύλος, η πόλη και ο τόπος στην Τριφυλία της Πελοποννήσου, όπου βασίλευε ο Νέστορας, σε Όμηρ.· δύο πόλεις με το ίδιο όνομα υπήρχαν στην Ήλιδα και τη Μεσσηνία, και συχνά συγχέονται με την Πύλο της Τριφυλίας.

Russian (Dvoretsky)

Πύλος: ἡ, эп. тж. ὁ (ῠ) Пилос
1) город в Трифилии - Элида Xen.;
2) город в сев. Элиде, на реке Пеней Xen.;
3) город на зап. побережье Мессении, владение Нестора Hom. etc.

Middle Liddell

Πῠ́λος, ὁ, ἡ,
Pylos, a town and district of Triphylia in Peloponnesus, where Nestor ruled, Hom. Two towns of the same name, in Elis and Messenia, are often confounded with Triphylian Pylos.