συνδιαβιβάζω

From LSJ
Revision as of 09:30, 2 October 2022 by Spiros (talk | contribs) (Text replacement - "(?s)({{ls\n\|lstext.*}}\n)({{bailly.*}}\n)" to "$2$1")

Ἱστοὶ γυναικῶν ἔργα κοὐκ ἐκκλησίαι → Muliebre telae sunt opus, non contio → Der Webstuhl ist der Frau Geschäft, nicht Politik

Menander, Monostichoi, 260
Click links below for lookup in third sources:
Full diacritics: συνδιαβῐβάζω Medium diacritics: συνδιαβιβάζω Low diacritics: συνδιαβιβάζω Capitals: ΣΥΝΔΙΑΒΙΒΑΖΩ
Transliteration A: syndiabibázō Transliteration B: syndiabibazō Transliteration C: syndiavivazo Beta Code: sundiabiba/zw

English (LSJ)

causal of συνδιαβαίνω, carry through or over together, Pl.Lg.892e, X.HG6.2.10; help to convey across, τὴν στρατιάν Plu.Luc. 4.

German (Pape)

[Seite 1007] mit oder zugleich durch- od. überführen; Plat. Legg. X, 892 e; τὴν στρατιάν, Plut. Lucull. 4.

French (Bailly abrégé)

faire traverser avec ou en même temps.
Étymologie: σύν, διαβιβάζω.

Greek (Liddell-Scott)

συνδιαβῐβάζω: μεταβατικὸν ἐνεργείας τοῦ συνδιαβαίνω, διαβιβάζω ὁμοῦ διὰ μέσου τινὸς ἢ ἀπέναντι, Πλάτ. Νόμ. 892E, Ξεν. Ἑλλ. 6. 2, 10.

Greek Monolingual

Α
1. μεταφέρω κάποιον ή κάτι διά μέσου μιας περιοχής ή διαπεραιώνω κάποιον ή κάτι στο απέναντι μέρος μαζί ή ταυτόχρονα με άλλον
2. βοηθώ στη μεταφορά προσώπων ή πραγμάτων.

Greek Monotonic

συνδιαβιβάζω: μτβ. του συνδιαβαίνω, διαβιβάζω από κοινού απέναντι ή μέσα από, σε Ξεν.

Russian (Dvoretsky)

συνδιαβῐβάζω: вместе переправлять, перевозить Xen., Plat.: τὴν στρατιάν τινι συνδιαβιβάσαι Plut. помочь кому-л. переправить армию.

Dutch (Woordenboekgrieks.nl)

συν-διαβιβάζω mede laten oversteken; helpen om te laten oversteken, met acc.. ὑμᾶς... συνδιαβιβάζειν ἐμπειρίᾳ jullie door mijn ervaring helpen met oversteken Plat. Lg. 892e; Ἀλκέτου δὲ ἐδεήθησαν συνδιαβιβάσαι τούτους (ze stuurden een generaal met 600 man) en verzochten Alcetus om te helpen die te laten oversteken Xen. Hell. 6.2.10.

Middle Liddell

Causal of συνδιαβαίνω
to carry through or over together, Xen.